του Χάρη Μαμουλάκη*
Στα μέσα Μαρτίου, η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Κρήτης έδωσε στην δημοσιότητα στοιχεία για την επάρκεια των υδάτινων πόρων στο νησί, για το καλοκαίρι του 2023. Σύμφωνα με τα μέχρι τότε δεδομένα, αν δεν εφαρμοζόταν ένα πρόγραμμα έκτακτης διαχείρισης του νερού, το καλοκαίρι του 2024 το νησί θα αντιμετώπιζε οξύτατο πρόβλημα, όχι μόνο άρδευσης, αλλά πιθανότητα και ύδρευσης.
Η συχνότητα αυτών των φαινομένων δεν μας επιτρέπει να αντιμετωπίζουμε το «Νερό» ως δευτερεύων διαδικαστικό θέμα εν όψει των «μεγάλων» ζητημάτων του πολιτικού ανταγωνισμού. Ανάλογα φαινόμενα και ανησυχίες είχαμε εξάλλου και το 2017 και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι συνδεδεμένα με τις συνέπειες τις κλιματικής αλλαγής όπως αυτές γίνονται αισθητές στο νησί μας. Από την βιώσιμη εξασφάλιση υδάτινων αποθεμάτων, ανεξάρτητα από τις κλιματολογικές διακυμάνσεις που θα γίνονται όλο και πιο έντονες τα επόμενα χρόνια, εξαρτάται το αναπτυξιακό μέλλον της Κρήτης και φυσικά η ποιότητα ζωής των επόμενων γενιών με τον πιο ουσιαστικό τρόπο.
Οι προεκλογικές εξαγγελίες του σημερινού πρωθυπουργού για 21 αρδευτικά «έργα» (εκ των οποίων μόνο τα 8 έχουν ονοματιστεί από την κυβέρνηση) στην Κρήτη προσπαθούν να απαντήσουν σε αυτή την πραγματικότητα και να καλύψουν τέσσερα χρόνια αδράνειας.
Πάρτε για παράδειγμα το φράγμα Φανερωμένης, όπου σήμερα, η στάθμη του νερού βρίσκεται στο ιστορικά χαμηλό επίπεδο της τελευταίας οκταετίας με την κυβέρνηση της ΝΔ έχει αδρανήσει απολύτως στην ολοκλήρωση της εκτροπής του Πλατύ ποταμού, να μην έχει καν εξασφαλίσει την εύκολη χρηματοδότηση του έργου από το Ταμείο Ανθεκτικότητας & Ανάκαμψης. Ανάλογη εικόνα παρουσιάζει και το φράγμα της Πλακιώτισσας. Αν και κατασκευασμένο, η σημερινή κυβέρνηση απέτυχε μέσα σε τέσσερα χρόνια να ολοκληρώσει τις μελέτες για τα συμπληρωματικά έργα που ήταν απαραίτητα για να τεθεί σε λειτουργία. Ομοίως και στην άλλη άκρη του νησιού, στην περίπτωση της αποκατάστασης του φράγματος Βαλσαμιώτη, όπου με εξασφαλισμένη χρηματοδότηση από τις αρχές του 2019, η κυβέρνηση αδυνατεί να φέρει σε πέρας τα έργα που είναι απαραίτητα για την ασφαλή λειτουργία του.
Αν όμως η μια όψη του κυβερνητικού έργου είναι αυτή της αναποτελεσματικότητας η άλλη, και στην περίπτωση της διαχείρισης των υδάτινων πόρων, είναι η παραχώρηση κρίσιμων περιβαλλοντικών πόρων και δημόσιων υποδομών στους ιδιώτες. Έτσι, στις εξαγγελίες της κυβέρνησης για την Κρήτη, στην προμετωπίδα βρίσκονται έργα που αν και αναγκαία, αναμένεται να υλοποιηθούν μέσω ΣΔΙΤ. Οπως συμβαίνει π.χ. με την περίπτωση του φράγματος του Ταυρωνίτη το οποίο βρίσκεται ακόμα σε στάδιο ωρίμανσης για την υλοποίηση του με την μέθοδο της μελέτης – κατασκευής. Η υλοποίηση ανάλογων έργων με την μέθοδο ΣΔΙΤ, θέτει πολλά ερωτηματικά όχι μόνο για την περιβαλλοντική τους βιωσιμότητα αλλά κυρίως για το κόστος του νερού για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις της περιοχής.
Με αυτά ως δεδομένα, καλούμαστε στις κάλπες να αποφασίσουμε τι πολιτική θέλουμε να ακολουθήσει η πολιτεία στο ζήτημα του νερού τα επόμενα κρίσιμα τέσσερα χρόνια. Σχηματικά, μπορούμε να πούμε ότι το «πρόβλημα» του νερού, όχι αποκλειστικά πρόβλημα της Κρήτης, αντιμετωπίζεται από δύο αλληλοσυγκρουόμενες μεταξύ τους πολιτικές προσεγγίσεις. Από την μια η πολιτική της σημερινή κυβέρνησης που εδώ και μια 4ετία αδυνατεί να ολοκληρώσει οποιοδήποτε σημαντικό αρδευτικό ή υδρευτικό έργο στο νησί, την ίδια στιγμή που υπόσχεται την επίλυση κάθε σχετικού προβλήματος μέσα από την δημιουργία νέων ΣΔΙΤ. Από την άλλη, η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ που την περίοδο διακυβέρνησής του έβαλε στις ράγες την αποπεράτωση βαλτωμένων επί δεκαετίες έργων. Και που σήμερα, διασφαλίζει ότι με την εκλογική του νίκη στις επερχόμενες εκλογές η διαχείριση των υδάτινων αποθεμάτων του νησιού θα παραμείνει εκεί που προβλέπει το Σύνταγμα, στο δημόσιο και στην ίδια την κοινωνία. Η επιλογή, είναι στα χέρια μας.
*Ο Χάρης Μαμουλάκης είναι αν. Τομεάρχης Ανάπτυξης & Επενδύσεων ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και εκ νέου υποψήφιος Βουλευτής Ηρακλείου – Πολιτικός Μηχανικός BEng MSc