Ήταν Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 1935, 9 λεπτά πριν τις 5 τα ξημερώματα. Στην Κρήτη, με επίκεντρο την περιοχή της πόλης του Ηρακλείου και γύρω από αυτήν, χτυπά ένας από τους πιο ισχυρούς και φονικούς σεισμούς του 20ου αιώνα, με 7 Ρίχτερ. Μόλις 9 χρόνια μετά τα 7,6 Ρίχτερ που ισοπέδωσαν πολλές περιοχές του νησιού, τα 7 Ρίχτερ σκοτώνουν τουλάχιστον 8 ανθρώπους και τραυματίζουν περισσότερους από 200. Πολλά χωριά της επαρχίας Πεδιάδας, που δέχεται το ισχυρότερο χτύπημα, ισοπεδώνονται, ενώ στην πόλη του Ηρακλείου εμβληματικά κτίσματα, όπως ο ναός του Αγίου Μηνά, η Ηλεκτρική, το Αρχαιολογικό Μουσείο, παθαίνουν μεγάλες καταστροφές.
Στην υπόλοιπη Κρήτη οι συνέπειες είναι μικρότερες, αν και σε χωριά των Χανίων καταγράφονται δυο τραυματίες.
Στο Ηράκλειο οι εφημερίδες γράφουν ότι ισοπεδώθηκαν τα χωριά, Ανώπολη, Πάνω και Κάτω Βάθεια, Γούρνες, Αϊτάνια, Επισκοπή, Σκαλάνι, Τύλισσος, Άγιος Σύλλας, Σαμπάς, Καμάρι, Βόνη, Αρκαλοχώρι, Μεγάλο Χωριό, Καινούργιο Χωριό και άλλα.
Ο σεισμός γίνεται αισθητός σε πολλές περιοχές της Ελλάδας αλλά και της Αιγύπτου.
Τα 7 Ρίχτερ, που σκότωσαν και τραυμάτισαν ανθρώπους επειδή σημειώθηκαν ξημερώματα, προκαλούν και έντονη πολιτική αντιπαράθεση. Οι λαϊκές εφημερίδες υποστήριζαν ότι η κυβέρνηση Τσαλδάρη είναι αρωγός στα θύματα του σεισμού, ενώ οι βενιζελικές καταγγέλλουν ότι ο τόπος αφέθηκε στην τύχη του.
“Ο χθεσινός σεισμός- έγραφε η βενιζελική εφημερίδα «Ανόρθωσις» του Ηρακλείου, που εξέδιδε ο πατέρας της Λιλής Ζωγράφου, Ανδρέας- εξαιρετικής εντάσεως και αρκετής διάρκειας, επέφερεν σημαντικάς ζημίας εντός της πόλεως και μετέβαλεν εις άμορφον σωρόν ερειπίων χωρία ολόκληρα. Και το τραγικώτερον όλων είναι ότι την φοράν αυτήν θρηνούμεν και ανθρώπινα θύματα της τρομεράς θεομηνίας. Άνθρωποι αγαθοί, αναπαυόμενοι την νύκτα από τον μόχθον και τας φροντίδας της ζωής, εύρον οικτρόν θάνατον υπό τα ερείπια των καταρευσασών οικιών των και ανεσύρθησαν υπό τους θρήνους και τους κοπετούς των οικείων των άμορφοι μάζαι σαρκών.
Η πόλις έζησεν δι άλλην μίαν αμόμη φοράν μίαν νύκτα φρίκης και τρόμου και ολόκληρα χωρία κατεστράφησαν τελείως. Εις την ύπαιθρον εξετυλίχθη ανείπωτος τραγωδία η οποία συνεχίζεται. Οικογένεια απορφανισθείσαι κλαίουν τους νεκρούς των- θύματα της τρομεράς θεομηνίας, πτωχοί μένουν με τα γυναικόπαιδά των εις την ύπαιθρον και θρηνούν επί των ερειπίων των οικειών των την παντελή οικονομικήν καταστροφήν των”.
Σε άλλο ρεπορτάζ η «Ανόρθωσις» καταγράφει ζημιές στην πόλη του Ηρακλείου. Το αρχαιολογικό μουσείο έχει σημαντικές καταστροφές. Και είναι η τρίτη φορά μέσα σε λίγα χρόνια που τις υφίσταται, μετά τους σεισμούς του 1926 και του 1930. Όπως σημειώνει, οι καταστροφές ήταν τραγικές. Πέρα από το κτίριο, έσπασαν το άγαλμα της Θεάς των Όφεων καθώς και περισσότερα από 50 μινωικά αγγεία.
Ο ναός του Αγίου Μηνά «πληγώθηκε» και το κωδωνοστάσιο πήρε κλίση προς τα νοτιοανατολικά. Ζημιές υπήρξαν και στους ναούς του Αγίου Τίτου και της Αγίας Παρασκευής
Τα κτίρια του Πρακτικού Λυκείου και του Γυμνασίου είχαν σημαντικές ζημιές, ενώ καταστροφές σημειώθηκαν στην «Ηλεκτρική», σε αστυνομικά τμήματα αλλά και σε πολλά σπίτια.