Σκληρή απάντηση στον Γιάννη Οικονόμου για τα όσα είπε για τον Αλέξη Τσίπρα δίνει η Πόπη Τσαπανίδου, υπογραμμίζοντας με νόημα ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ δεν είναι Κυριάκος Μητσοτάκης για να τον «κρατάνε».
«Ο κ. Οικονόμου μάλλον κρίνει εξ ιδίων τα αλλότρια. Επειδή στην κυβέρνηση, και ιδίως με τις παρακολουθήσεις, ο ένας κρατάει τον άλλον, θαρρεί ότι και στον ΣΥΡΙΖΑ έτσι γίνεται. Τον ενημερώνουμε ότι ο Τσίπρας δεν είναι Μητσοτάκης για να τον “κρατάνε”» σημειώνει η Πόπη Τσαπανίδου.
Νωρίτερα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σχολιάζοντας την παρέμβαση του Αλέξη Τσίπρα στον απόηχο της απόφασης του Ειδικού Δικαστηρίου για τον Νίκο Παππά, είχε δηλώσει απευθυνόμενος στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ: «Θα αποσύρει από τα ψηφοδέλτια και θα διαγράψει από τον ΣΥΡΙΖΑ τον αμετάκλητα και ομόφωνα καταδικασμένο κ. Παππά; Αν όχι τότε για να κρατάει ο κ. Τσιπρας τον κ. Παππά στα ψηφοδέλτια καταλαβαίνουμε πόσο “κρατάει” ο κ. Παππάς τον κ. Τσίπρα».
Ο Αλέξης Τσίπρας στην παρέμβασή του είχε χαρακτηρίσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη δειλό, λέγοντας ότι έστησε ειδικά δικαστήρια για υπουργούς μου αλλά δεν τόλμησε για διώξει αυτόν. «Θα πέσει μέσα στον λάκκο της ποινικοποίησης της πολιτικής αντιπαράθεσης που άνοιξε» υπογράμμισε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Συγκεκριμένα, είχε αναφέρει ότι «ο κ. Μητσοτάκης πιστός στην οικογενειακή του παράδοση, φρόντισε να αξιοποιήσει την κοινοβουλευτική του πλειοψηφία για να στήσει Ειδικά Δικαστήρια για τους πολιτικούς του αντιπάλους.
Φάνηκε όμως δειλός. Δεν τόλμησε να διώξει εμένα, τον βασικό πολιτικό του αντίπαλο, παρά μονάχα υπουργούς της κυβέρνησής μου.
Οι πολιτικοί για τις αποφάσεις τους κρίνονται πρωτίστως από τον λαό. Και αν έχουν διαπράξει αξιόποινα αδικήματα, οφείλουν να διώκονται από το φυσικό τους δικαστή και όχι από τις εκάστοτε κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες. Αυτή ήταν και παραμένει η θέση μου και έτσι έπραξα ως πρωθυπουργός.
«Ο κ. Μητσοτάκης έχει φαίνεται άλλη άποψη. Δεν πήρε το μάθημά του από την πρόσφατη περιπέτεια της πολιτικής μας ζωής, όταν ο πατέρας του ήταν πρωθυπουργός. Και για λόγους προφανούς πολιτικής σκοπιμότητας, επέλεξε να ανοίξει ξανά έναν επικίνδυνο και ολισθηρό δρόμο για τη Δημοκρατία. Τον δρόμο της ποινικοποίησης της πολιτικής αντιπαράθεσης.
Ας γνωρίζει όμως, ότι συνήθως η Ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα. Και ότι στο τέλος θα κινδυνεύσει να πέσει ο ίδιος, μέσα στο λάκκο που περίτεχνα άνοιξε για τους πολιτικούς του αντιπάλους.
Την τελική ετυμηγορία, άλλωστε, θα τη δώσει σύντομα ο ελληνικός λαός».