Ερώτηση προς τον Υπουργό Ανάπτυξης & Επενδύσεων
Απαντήσεις σχετικά με την πρόοδο των αυτεπάγγελτων ελέγχων που διεξάγονταν από το 2019 στις συστημικές τράπεζες για αντι-ανταγωνιστικές πρακτικές μέσα από τυχόν καταχρηστικές χρεώσεις κατά την συναλλαγή τους με τους πολίτες, ζητάει με νέα Ερώτηση που κατέθεσε προς τον Υπουργό Ανάπτυξης & Επενδύσεων ο αν. Τομεάρχης Ανάπτυξης & Επενδύσεων Κ.Ο. ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία, Βουλευτής Ηρακλείου, Χάρης Μαμουλάκης, με την συνυπογραφή του αρμόδιου Τομεάρχη Αλέξη Χαρίτση και 46 ακόμη Βουλευτών.
«Επανερχόμαστε σε ένα ζήτημα που απασχολεί το σύνολο των συναλλασσόμενων με τις συστημικές τράπεζες, το θέμα των καταχρηστικών χρεώσεων προς τους πολίτες» αναφέρει σε δήλωσή του ο Χάρης Μαμουλάκης, τονίζοντας: «Ο αρμόδιος Υπουργός έχει αρνηθεί κατ’ επανάληψη να δώσει εξηγήσεις για τους αυτεπάγγελτους ελέγχους που ξεκίνησαν το 2019. Τον καλούμε, για μια ακόμη φορά, να ξεκαθαρίσει αν θα ανακοινωθεί εντός του επόμενου μήνα το πόρισμα ελέγχου της Επιτροπή Ανταγωνισμού, αν κρίνει ως εύλογες τις τρέχουσες χρεώσεις των ελληνικών συστημικών τραπεζών σύμφωνα με το μοντέλο ηλεκτρονικών συναλλαγών που χρησιμοποιούν, αλλά και εάν προτίθεται να παρέμβει κανονιστικά στον τραπεζικό κλάδο όπως έχει τη δυνατότητα αλλά και την υποχρέωση, προκειμένου ο έλεγχος της Επιτροπής Ανταγωνισμού να είναι επικαιροποιημένος και με τα στοιχεία και τις χρεώσεις συναλλαγών έως και το έτος 2022. Ευελπιστούμε αυτή την φορά να λάβουμε ουσιαστικές απαντήσεις.».
Με την Ερώτηση και αφού γίνεται αναφορά σε προηγούμενες Κοινοβουλευτικές παρεμβάσεις (Οκτώβριο 2020, Ιανουάριος 2021 και Ιούνιος 2022) που δεν απαντήθηκαν επί της ουσίας, τονίζεται ότι η πάροδος των τριών ετών από την έναρξη του ελέγχου, δε θα πρέπει να εξεταστεί αποκομμένα από τις ραγδαίες εξελίξεις που έλαβαν και λαμβάνουν χώρα τη συγκεκριμένη περίοδο. Οι ηλεκτρονικές συναλλαγές και τα αντίστοιχα έσοδα παρουσίασαν μεγάλη αύξηση και η πορεία προς το ψηφιακό μετασχηματισμό του τραπεζικού κλάδου αποτελεί γεγονός. Έτσι, για μία χρέωση που δύναται να χαρακτηρίζονταν ως εύλογη το 2019 πιθανόν να μην ισχύει το ίδιο για το 2022. Παράλληλα, η σύγκριση των εσόδων από προμήθειες των ελληνικών τραπεζών με αυτά των ευρωπαϊκών τραπεζών θα πρέπει να εξετάζεται και να αναλύεται για ταυτόσημα μοντέλα ηλεκτρονικών συναλλαγών προκειμένου να είναι βάσιμη.