Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 81 ετών ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος Β’ το πρωί της Δευτέρας (07.11.2022).
Τις τελευταίες εβδομάδες ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου νοσηλευόταν στο διαμέρισμά του στην Αρχιεπισκοπή, καθώς έδινε μάχη με τον καρκίνο. Εξέπνευσε στο διαμέρισμά του στις 06:45 το πρωί της Δευτέρας.
Με το θάνατο του Αρχιεπισκόπου τοποτηρητής του θρόνου αναλαμβάνει ο Μητροπολίτης Πάφου Γεώργιος, μέχρι την εκλογή και την ενθρόνιση νέου Αρχιεπισκόπου.
Το ιατρικό ανακοινωθέν για τον θάνατο του Αρχιεπισκόπου Κύπρου
Το ιατρικό ανακοινωθέν το οποίο υπογράφουν οι ιατροί Ιωσήφ Κάσιος, Δημήτρης Παπαμιχαήλ, Πέτρος Αγαθαγγέλου, Μιχάλης Πρωτοπαπάς αναφέρει:
“Ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κυρός Χρυσόστομος εκοιμήθη σήμερα 7 Νοεμβρίου η ώρα 06:40 π.μ.. Ο Μακαριώτατος εκοιμήθη ήσυχα αφού αντιμετώπισε με θάρρος, υπομονή και Χριστιανική καρτερία τη δοκιμασία της ασθένειας του. Εκείνο που βιώσαμε όσοι ήμαστε κοντά του τις δύσκολες ώρες της ασθένειας του, ήταν η ταπεινότητα, η ευγένεια της ψυχής του και η βαθύτατή του πίστη καθώς και η αγωνία του για το ποίμνιο του.
Ο Μακαριώτατος υπήρξε εξέχουσα και σπουδαία μορφή της Εκκλησίας της Κύπρου. Ο ίδιος καταλείπει έργο το οποίο χαρακτηρίζει η διορατικότητα, η τόλμη η ανάδειξη και ο σεβασμός και η αποκατάσταση της Εκκλησιαστικής ιστορικής παράδοσης μαζί με καινοτόμες αλλαγές, με ζητούμενο πάντοτε τη σύμπνοια και την ενότητα της Εκκλησίας. Εκείνο που θα μας συνοδεύει και θα μας ακολουθεί πάντα είναι η ευθύτητα, η καλοσύνη, η ευγένεια και το χαμόγελο του”.
Ποιος ήταν ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος
(βιογραφικό σημείωμα από την ιστοσελίδα της Αρχιεπισκοπής)
Ὀ Ἀρχιεπίσκοπος Νέας Ἰουστινιανῆς καὶ πάσης Κύπρου κ.κ. Χρυσόστοµος Β΄ ἐγεννήθη τὴν 10ην Ἀπριλίου 1941 εἰς Τάλαν Πάφου. Μετὰ τὴν ἀποφοίτησιν αὐτοῦ ἐκ τοῦ ∆ηµοτικοῦ Σχολείου, ἐγένετο δεκτὸς ὡς δόκιµος µοναχὸς εἰς τὴν Ἱερὰν Μονὴν Ἁγίου Νεοφύτου. Ἀκολούθως ἐστάλη εἰς τὸ Γυµνάσιον Πάφου, ἐκ τοῦ ὁποίου καὶ ἀπεφοίτησε τὸ 1963. Τὴν 3ην Νοεµβρίου τοῦ ἰδίου ἔτους ἐχειροτονήθη ∆ιάκονος ὑπὸ τοῦ τότε ἀειµνήστου Χωρεπισκόπου Τριµυθοῦντος καὶ µετέπειτα Μητροπολίτου Νικαίας Γεωργίου. ∆ιετέλεσεν ἐπὶ πενταετίαν Ἔφορος τῆς Μονῆς.
Τὸ 1968 ἐνεγράφη εἰς τὴν Θεολογικὴν Σχολὴν τοῦ Πανεπιστηµίου Ἀθηνῶν, ἐκ τῆς ὁποίας καὶ ἀπεφοίτησε τὸ 1972. Τὴν 19ην Ὀκτωβρίου τοῦ ἰδίου ἔτους ἐξελέγη ὁµοφώνως Ἡγούµενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Νεοφύτου. Ἐχειροτονήθη εἰς Πρεσβύτερον, ἐχειροθετήθη εἰς Ἀρχιµανδρίτην καὶ ἐγκαθιδρύθη εἰς Ἡγούµενον τὴν 12ην Νοεµβρίου ὑπὸ τοῦ ἀειµνήστου Ἀρχιεπισκόπου Μακαρίου Γʹ.
Τὴν 25ην Φεβρουαρίου 1978 ἐξελέγη διὰ βοῆς Μητροπολίτης Πάφου καὶ τὴν ἑπομένην ἐχειροτονήθη εἰς Ἐπίσκοπον, ἐνθρονισθεὶς αὐθημερόν. Ὡς Μητροπολίτης Πάφου ἐξεδαπάνησεν ἑαυτὸν διὰ τὴν ἐπιμόρφωσιν καὶ βελτίωσιν τῶν συνθηκῶν τοῦ κλήρου καθὼς καὶ διὰ τὴν πνευματικὴν καλλιέργειαν τοῦ ποιμνίου του. Πρὸς τὸν σκοπὸν αὐτὸν ἀνεσύστησε τὴν πάλαι ποτὲ διαλάμψασαν Ἐπισκοπὴν Ἀρσινόης καὶ εἰσηγήθη εἰς τὴν Ἱερὰν Σύνοδον τὴν ἐκλογὴν τοῦ Ἀρχιμανδρίτου κυρίου Γεωργίου Παπαχρυσοστόμου, ἡ ὁποία καὶ ὁμοθύμως ἐξέλεξεν αὐτὸν ὡς πρῶτον Χωρεπίσκοπον τῆς ἀνασυσταθείσης Ἐπισκοπῆς Ἀρσινόης
Ἡ ἐπιτυχὴς αὐτὴ ἐνέργεια ἀπετέλεσε τὸ προοίμιον τῶν ὁραματισμῶν τοῦ Μακαριωτάτου διὰ τὴν διεύρυνσιν τοῦ ἀριθμοῦ τῶν Μητροπόλεων καὶτῶν Χωρεπισκοπῶν, προκειμένου ἡ Ἐκκλησία Κύπρου νὰ ἀποκτήσῃ καὶ πάλιν τὴν πλήρη αὐτῆς Αὐτοκεφαλίαν, τὴν ὁποίαν ἀπελάμβανε, προτοῦ οἱ Φράγκοι κατακτηταὶ τὴν καταργήσουν μὲ τὴν σύνοδόν τους τὸ 1222 καὶ τὴν Βούλαν τοῦ Πάπα Ἀλεξάνδρου Δ΄ τὸ 1260, ὁραματισμοὺς τοὺς ὁποίους καὶ ἐπραγματοποίησεν ἀργότερον, ὡς Ἀρχιεπίσκοπος.
Ὡς Προεδρεύων τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, κατόπιν τοῦ γνωστοῦ ἀτυχήµατος τοῦ ἀειµνήστου Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου Χρυσοστόµου Α΄, ἐπρωτοστάτησεν, ὥστε ἡ Ἐκκλησία ἡµῶν νὰ τοποθετηθῇ ἐναντίον τῆς ἀποδοχῆς τοῦ σχεδίου Ἀνάν.
Ἐξεπροσώπησε πολλάκις τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Κύπρου εἰς διαφόρους διορθοδόξους καὶ διαχριστιανικοὺς διαλόγους, διεκκλησιαστικὰ συνέδρια, ἐνθρονίσεις νέων Προκαθηµένων ἄλλων Ἐκκλησιῶν κ.λπ. Τὴν 5ην Νοεµβρίου 2006 ἐξελέγη Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου καὶ ἐνεθρονίσθη τὴν Κυριακὴν 12ην Νοεµβρίου 2006.