Της Ελευθερίας Μηλάκη
Σε ένα βιβλίο του δημοτικού, όταν ήμουν κι εγώ μαθήτρια, είχε ένα κείμενο για μια γυναίκα που ήθελε να γίνει συγγραφέας. Είχε ένα γραφείο, το οποίο το είχε γεμίσει με χαρτιά και μολύβια, παντού χαρτιά και μολύβια, έφταναν σχεδόν μέχρι την οροφή. Μετά κάθισε στο γραφείο και προσπαθούσε να βρει ιδέες σχετικά με το τι θα γράψει. Σκεφτόταν, σκεφτόταν, μα οι ιδέες απλά δεν έρχονταν. Αυτό ήταν ένα σχόλιο πάνω στο γεγονός ότι ήδη από τη δεκαετία του ’80, πόσο μάλλον σήμερα, οι συγγραφείς μπορεί να είναι και περισσότεροι από τους αναγνώστες. Όπως στην Κέρκυρα, όπου, σύμφωνα με έναν από τους Γερμανούς καθηγητές μας, οι γεωπόνοι στη Νομαρχία ήταν περισσότεροι από τους… αγρότες!
Δεν μπορώ να ξέρω κατά πόσο αληθινές είναι οι ιστορίες του κάθε συγγραφέα, πού σταματά η πραγματικότητα και πού αρχίζει η μυθοπλασία. Έχω διαβάσει ιστορίες σαν αληθινές, αλλά και ιστορίες πραγματικά αληθινές, που τις έχει γράψει η ζωή και κάποιος συγγραφέας τις έκανε βιβλίο. Κάθε φορά ο λογοτέχνης πρέπει να βρει μια ιστορία, συνήθως αληθινή, για να την παραλάβει και να την οδηγήσει με τη φαντασία του σε έναν άλλο δρόμο. Τι γίνεται όμως όταν έχεις μια όντως μεγάλη ιστορία, τη δική σου; Ο μεγάλος συγγραφέας Φραντς Κάφκα εμπνεόταν κυρίως από αυτά που ένιωθε μέσα στην οικογένεια. Το ότι δεν μπορώ να ζω μαζί τους, δεν οφείλεται στο ότι είναι συγγενείς μου, αλλά στο ότι εγώ δεν μπορώ να ζω με ανθρώπους… Ομοίως η συγγραφέας Βιρτζίνια Γουλφ είχε γράψει ένα διήγημα με τίτλο Ένα δικό μου δωμάτιο. Όσο για τον Νίκο Καζαντζάκη, μια φορά ενώ έγραφε στο γραφείο του, έπιασε φωτιά το σπίτι του και τον έσωσε η γάτα του, η Σμινθίτσα, η οποία αντιλήφθηκε έγκαιρα τη φωτιά και τον ειδοποίησε. Το θέμα με τη million dollar story, αν τυχαίνει να είναι η δική σου (πού να ψάχνουμε τώρα ξένες ιστορίες, θέλει πολλή έρευνα αυτό) είναι το κατά πόσο μπορείς να γράψεις αληθινά γεγονότα χωρίς να εκθέσεις ανθρώπους που αγαπάς ή που δεν θα ήθελαν να γίνουν ήρωες σε βιβλίο και χωρίς να δημιουργήσεις προβλήματα στον εαυτό σου. Ο Ρώσος συγγραφέας Άντον Τσέχωφ συνήθιζε να γράφει διηγήματα στα οποία πολλοί γνωστοί του αναγνώριζαν τον εαυτό του και του έκοβαν την… καλημέρα! Θα πρέπει να είναι κάποιος πολύ «ανεξάρτητος» ψυχολογικά και οικονομικά για να μπορέσει να το κάνει αυτό χωρίς να υπολογίσει τις συνέπειες. Έτσι και αλλιώς, αν κάποιος είναι ελεύθερος επαγγελματίας, χρειάζεται την ψήφο των πελατών του και της κοινωνίας γενικά. Η υπόληψη είναι κάτι σημαντικό ακόμα και σήμερα που η ξεδιαντροπιά έχει γίνει διαδεδομένη. Δεν έβγαλε τυχαία ο λαός τη φράση «κάλλιο να σου βγει το μάτι παρά το όνομα».
Λένε ότι η ανθρώπινη φύση είναι περιορισμένη. Δηλαδή από τους ανθρώπους ξέρεις συνήθως τι να περιμένεις. Ίσως όμως να χρειαστείς δεκαετίες για να συνειδητοποιήσεις ότι τα πράγματα ήταν τόσο απλά. «Εκ των πραγμάτων». Να μία φράση – κλειδί. Δηλαδή όταν όλοι έχουν μία, έστω και προκατειλημμένη γνώμη για ένα θέμα, ίσως δεν πρέπει να μπεις καν στον κόπο να δοκιμάσεις μήπως στη δική σου ειδικά περίπτωση τα πράγματα θα εξελιχθούν διαφορετικά από το αναμενόμενο. Από τα χρόνια της αρχαίας τραγωδίας ως σήμερα η ανθρώπινη φύση είναι απαράλλαχτη και προβλέψιμη. Εν οίκω οι φίλοι και οι εχθροί. Ο φίλτατος αδελφός της Ηλέκτρας, ο Ορέστης, είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της. Μπορείς να γράψεις για ταξίδια, μπορεί να γυρίσεις όλο τον κόσμο, όμως υπάρχουν και τα ταξίδια στην ανθρώπινη ψυχή και στις ανθρώπινες σχέσεις, τα οποία είναι τελικά «κουκιά μετρημένα». Κάθε άνθρωπος θέλει να είναι πιο σημαντικός από τους άλλους. Ήταν το συμπέρασμα ενός απλού εργάτη. Ο πιο πετυχημένος, ο πιο «ικανός» τα θέλει όλα δικά του. Όπως στην παραβολή του Ασώτου Υιού. Ο γιος που τα κατάφερε καλύτερα απαιτούσε να μην αγαπά πια ο πατέρας τον άλλο γιο. Όμως οι καλοί γονείς δεν σκέφτονται έτσι. Τους καλούς και φιλεύσπλαχνους γονείς θα τους θέλαμε πάντα κοντά μας, δεν θα θέλαμε να φύγουν από τη ζωή πριν από μας. Επειδή τα κουκιά είναι μετρημένα, ό,τι βιώσει ένας άνθρωπος ή ό,τι αισθανθεί, άλλος βιώνει τα συναισθήματα πιο έντονα, άλλος πιο ήπια, δεν αφορά μόνο τον ίδιο, αλλά και όλους τους ανθρώπους. Το ψυχολογικό, προσωπικό, γίνεται έτσι συλλογικό, κοινωνικό. Δεν μπορείς να φέρεις πίσω το χρόνο. Όταν ένας συνηθισμένος άνθρωπος ζήσει μια ασυνήθιστη ζωής, ένα ψυχολογικό και κοινωνικό θρίλερ, αυτό είναι κάτι που έχει πια συμβεί. Ακόμα και αν έδινες τα πάντα για να το αλλάξεις, το παρελθόν δεν αλλάζει. Ο χρόνος που χάθηκε, δεν γυρίζει πίσω. Είσαι όμως σίγουρος πως χάθηκε χρόνος; Εσύ αποφασίζεις στο εξής αν το χρόνο σου τον κερδίζεις ή τον χάνεις. Τον κερδίζεις, όταν μαθαίνεις από τα λάθη σου. Κερδίζεις περισσότερα από ό,τι θα κέρδιζες αν τα είχες κάνει όλα σωστά.
Καταιγίδα στο Τολέδο. Άνοιξα ξανά ένα παλιό λεύκωμα για τον Ελ Γκρέκο. Είδα ξανά τον ιεροεξεταστή Νίνιο Ντε Γκουεβάρα, με μια κόκκινη στολή, βλοσυρός, ψυχρός, σκληρόκαρδος. Όχι παιδιά, δεν είναι ο Τσε Γκεβάρα. Είναι ο καρδινάλιος Νίνο ντε Γκεβάρα, έλεγε γελώντας ο καθηγητής…
Μα αυτά που γράφει η μαμά σου είναι… «τρελά», σχολίασε ο μικρός Μ.Κ. Το θέμα είναι ότι δεν μπορεί ο κάθε άνθρωπος να περιορίσει τόσο πολύ τη σκέψη του και τη συμπεριφορά του για να μην δώσει κακή ή λάθος εντύπωση εντύπωση στα παιδιά, στους αδιάβαστους, στους ανίδεους… Όλοι οι άνθρωποι αξίζουν, όλους τους έχουμε ανάγκη, όλοι είναι πιθανοί πελάτες, συνεργάτες, δάσκαλοι, μαθητές… Positive thinking, ήταν η προτροπή μιας φίλης μου. Να πηγαίνουμε στα μαγαζιά, να αγοράζουμε ωραία πράγματα, αυτό αξίζει στη ζωή. Το σλόγκαν του shopaholic. Η πνευματική ανάπτυξη προϋποθέτει την υλική ευημερία, μαθαίναμε στο σχολείο. Χρειαζόμαστε τόσο τα υλικά, όσο και τα πνευματικά αγαθά. Υπάρχει τίποτα πιο θετικό και αισιόδοξο από το να βλέπεις τα πράγματα ακριβώς όπως είναι; Και να τα καταγράφεις.