Η επιλογή της προστασίας των υπερκερδών τεσσάρων εταιρειών παραγωγών ενέργειας, ακόμη κι όταν υπάρχουν ενδείξεις ότι λειτουργούν ως καρτέλ που ανεβάζει τις τιμές σε βάρος όλων των υπολοίπων, αποτελεί μόνιμη σταθερά της κυβερνητικής πολιτικής της ΝΔ, που επιβεβαιώνεται σε κάθε καμπή της παρούσας ενεργειακής κρίσης και αποκρύπτεται κάτω από τα διάφορα επικοινωνιακά σόου του Κ. Μητσοτάκη
Από το περασμένο φθινόπωρο, οπότε και άρχισε να αναδύεται αυτό που αποκαλούμε πλέον ευρωπαϊκή ενεργειακή κρίση, η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προσωπικά επιχειρούν με επικοινωνιακά τρικ και αδιασάλευτη επιμονή να ξεγελάσουν τους ιθαγενείς ότι δήθεν κάνουν το καλύτερο δυνατό για να τους προστατεύσουν από μια «ξενόφερτη» κρίση, τη στιγμή που το ύψος των αυξήσεων στο ηλεκτρικό ρεύμα στη χώρα μας είναι υπερπολλαπλάσιο σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες λόγω συγκεκριμένων κυβερνητικών επιλογών.
Επιμένει να στηρίζει την αισχροκέρδεια των ολίγων και εκλεκτών. Επιμένει να μην παρεμβαίνει για να μειώσει τα υπερκέρδη των παραγωγών ρεύματος. Είναι ο πρωθυπουργός που μαζί με τον τότε υπουργό Ενέργειας Κωστή Χατζηδάκη πέρασαν τον βρόχο στον λαιμό των καταναλωτών τον Νοέμβριο του 2020, όταν δήθεν απελευθέρωσαν την αγορά ενέργειας.
Του το φωνάζει η Κομισιόν. Του το επισημαίνει ο πρόεδρος της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) Αθανάσιος Δαγούμας. Για να αποφορτιστούν οι λογαριασμοί πρέπει να τεθεί έκτακτη εισφορά στα κέρδη των παραγωγών ρεύματος και να διατεθεί στα χειμαζόμενα ελληνικά νοικοκυριά. Είναι λύση που έχουν υιοθετήσει πολλά ευρωπαϊκά κράτη. Σε κάθε περίπτωση, αποτελεί λύση στο αδιέξοδο που έχει δημιουργηθεί από όσα εγκληματικά αποφάσισε το δίδυμο Μητσοτάκη – Χατζηδάκη.
Ομως ο πρωθυπουργός κωφεύει. Προτιμά –τουλάχιστον μέχρι στιγμής– να στηρίζει τα υπερκέρδη των «φίλων» και να μην επιλέγει τη διάσωση των πολλών. Και όταν μιλάμε για 2 δισ. ευρώ αισχροκέρδειας στην πλάτη των καταναλωτών από μια χούφτα παραγωγών ρεύματος, τότε αυτή η πεισματική άρνηση αποτελεί συνειδητή εγκληματική επιλογή για τη φτωχοποίηση της κοινωνίας.
H αισχροκέρδεια
Την προηγούμενη Τετάρτη 16 Μαρτίου, σε κλειστό συνέδριο για το Δίκαιο της ενέργειας που διοργάνωσε η Νομική Βιβλιοθήκη, ο Αθ. Δαγούμας εκπροσωπώντας τη ΡΑΕ το ανέφερε εκκωφαντικά. Πρόκειται για στοιχεία που έχει παρουσιάσει και στο Μαξίμου και αφορούν τα περιθώρια κέρδους στην ελληνική αγορά. Το γεγονός είναι ότι και η ΡΑΕ μετά την Κομισιόν έχει ταχθεί υπέρ της επιστροφής μέρους της αισχροκέρδειας των παραγωγών ρεύματος στους καταναλωτές.
Ο λόγος αυτής της αισχροκέρδειας έχει τη βάση του στο target model που έστησαν οι Μητσοτάκης – Χατζηδάκης. Ολα προκύπτουν από το γεγονός ότι στο μείγμα χονδρικής πώλησης ηλεκτρικού ρεύματος οι τιμές όλων των επιμέρους κομματιών (φωτοβολταϊκά, ανεμογεννήτριες, υδροηλεκτρικά, λιγνίτης) διαμορφώνονται από το φυσικό αέριο, που έχει τη μεγαλύτερη ποσότητα στο μείγμα. Ετσι, αν κάποιος παράγει ρεύμα από φωτοβολταϊκά –μέσο κόστος 60 ευρώ/μεγαβατώρα–, θα πωληθεί αυτό όσο κοστίζει το φυσικό αέριο. Το ίδιο ισχύει και για το παραγόμενο ρεύμα από λιγνίτη ή από υδροηλεκτρικές γεννήτριες. Το κόστος είναι πολύ μικρό και το κέρδος, αφού πωλούνται σαν το ρεύμα από φυσικό αέριο, τεράστιο.
Η επιλογή της προστασίας των υπερκερδών τεσσάρων εταιρειών παραγωγών ενέργειας (Protergia, Elpedison, Ηρων, πλέον και ΔΕΗ), ακόμη κι όταν υπάρχουν ενδείξεις ότι λειτουργούν ως καρτέλ που ανεβάζει τις τιμές σε βάρος όλων των υπολοίπων, αποτελεί μόνιμη σταθερά της κυβερνητικής πολιτικής της ΝΔ, που επιβεβαιώνεται σε κάθε καμπή της παρούσας ενεργειακής κρίσης και αποκρύπτεται κάτω από τα διάφορα επικοινωνιακά σόου του Κυρ. Μητσοτάκη.
Για παράδειγμα, εκδηλώθηκε για πρώτη φορά ξεκάθαρα τον περασμένο Ιούλιο, όταν η κυβέρνηση, αφού πρώτα προέτρεψε τη ΡΑΕ να δώσει εντολή στη ΔΕΗ να αλλάξει τον τρόπο τιμολόγησης του ηλεκτρικού ρεύματος και να υιοθετήσει τις ρήτρες αναπροσαρμογής που είχαν στα τιμολόγιά τους και οι υπόλοιποι ιδιώτες πάροχοι, πάγωσε στη συνέχεια την πρότασή της να επιβληθεί ανώτατο πλαφόν διακύμανσης 30% στις αυξήσεις των τιμών ρεύματος που θα μπορούσαν να χρεώνουν οι προμηθευτές στους καταναλωτές.
Διαδοχικές αρνήσεις
Ο όχι πολύ γνωστός αυτός κυβερνητικός χειρισμός διαμόρφωσε μια ειδική ελληνική αγορά, όπου ήταν εκ των προτέρων γνωστό ότι οι τιμές του ρεύματος θα έπαιρναν την ανιούσα με ανεξέλεγκτο τρόπο, αλλά επειδή αυτά είναι τεχνικά και δύσκολα και δεν τα λένε στα κανάλια, υπήρχε ο επικοινωνιακός χώρος να βγει ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης στη ΔΕΘ και να εξαγγείλει κρατικές επιδοτήσεις στο ρεύμα «για να προστατέψει τα ελληνικά νοικοκυριά» από την ξενόφερτη τάχατες κρίση.
Η ίδια επιλογή έγινε σαφής για δεύτερη φορά στις αρχές του περασμένου Ιανουαρίου, όταν κλιμακώθηκαν οι διαμαρτυρίες όλων των φορέων της ελληνικής παραγωγής, από τους μικρότερους ως τους μεγαλύτερους, και ακούστηκαν οι πρώτες καταγγελίες για λειτουργία καρτέλ στη χονδρική αγορά ενέργειας, ιδίως από τον πρόεδρο των ενεργοβόρων βιομηχανιών Αντώνη Κοντολέων.
Λύση μπορούσε να δοθεί αν υπήρχε η ανάλογη πολιτική βούληση, καθώς στο ίδιο διάστημα η κυβέρνηση προωθούσε νομοσχέδιο για το Δίκαιο του ανταγωνισμού και ο πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού Ιωάννης Λιανός είχε δημόσια προτείνει να επεκταθεί η αρμοδιότητα της Επιτροπής Ανταγωνισμού στον κλάδο της ενέργειας –όπως ισχύει στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες– για να σπάσει το καρτέλ προς όφελος όλων. Η κυβέρνηση της ΝΔ, τείνοντας ευήκοον ους στις εταιρείες παραγωγής ενέργειας, την απέρριψε και προκειμένου να μαζέψει τις αντιδράσεις των παραγωγών εισήγαγε πρώτη φορά επιδοτήσεις στο ρεύμα και για τις επιχειρήσεις – μειώνοντας τις επιδοτήσεις για τα νοικοκυριά.
Η ίδια επιλογή έγινε ακόμη πιο ορατή για τρίτη φορά κατά τις εξελίξεις των δύο τελευταίων εβδομάδων, όταν ο κλιμακούμενος πόλεμος Ρωσίας – Ουκρανίας οδήγησε την Ευρώπη να αλλάξει μεν ριζικά και την ενεργειακή της πολιτική προς το χειρότερο, αλλά να αλλάξει και τα εργαλεία της προς το καλύτερο.
Ουραγός η Ελλάδα
Πώς ανταποκρίθηκαν σε αυτήν τη ριζική αλλαγή η ελληνική κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός; Ξεκίνησαν τηρώντας σιγή ιχθύος σε σχέση με τα συγκεκριμένα μέτρα παρέμβασης των κρατών. Αμέσως μετά ο πρωθυπουργός πήγε στις Βρυξέλλες και ζήτησε ειδικό ευρωπαϊκό ταμείο 100 δισ. ευρώ για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης –ήξερε ότι δεν θα το πάρει αλλά έτσι έδειξε στους ιθαγενείς ότι καταβάλλει προσπάθεια– και στο τέλος ανακάλυψε ξαφνικά την «κερδοσκοπία που ανεβάζει αδικαιολόγητα τις τιμές» και παρουσιάστηκε ενώπιον του ελληνικού λαού με μια πρόταση για πλαφόν στις τιμές φυσικού αερίου στο Χρηματιστήριο του Αμστερνταμ, η οποία όμως ήταν του Βελγίου, όχι δική του.
Η πρόταση –ήταν του Βελγίου– προσέκρουσε, όπως ήταν αναμενόμενο, στην κατηγορηματική αντίθεση του πρωθυπουργού της Ολλανδίας Μαρκ Ρούτε με το σκεπτικό ότι αν υιοθετηθεί, η Ευρώπη δεν θα μπορεί να προσελκύσει το LNG που χρειάζεται από τις ΗΠΑ, αν και οι χώρες του Νότου την παλεύουν ακόμη. Επειδή όμως η συζήτηση αυτή δεν δημοσιοποιήθηκε αμέσως, την επόμενη μέρα ο Κυρ. Μητσοτάκης βγήκε και υποστήριξε μιλώντας στους Ελληνες δημοσιογράφους ότι η «πρότασή του (που δεν ήταν δική του) έριξε ήδη τις τιμές του φυσικού αερίου» (είχαν πέσει για άσχετους λόγους, επειδή οι ΗΠΑ προσπαθούσαν να συνεννοηθούν με τα Εμιράτα και τη Βενεζουέλα για αύξηση της διεθνούς προσφοράς πετρελαίου) και αυτό μετέδωσε η τηλεόραση!
Την ίδια μέρα, βέβαια, ελάχιστοι και μόνο μετά τις επίμονες ερωτήσεις δημοσιογράφων από τις ιστοσελίδες του κλάδου ενέργειας έμαθαν ότι πηγές του υπουργείου Ενέργειας ενημέρωσαν ανεπίσημα πως:
• Η ελληνική κυβέρνηση δεν θα επιβάλει διατίμηση στις τιμές ρεύματος όπως έκανε η Γαλλία, επειδή δεν έχει τα λεφτά να τη χρηματοδοτήσει και η ΔΕΗ είναι πλέον ιδιωτική εταιρεία, όχι δημόσια για να αναλάβει το κόστος.
• Ούτε θα επιβάλει έκτακτη φορολόγηση στα υπερκέρδη των τεσσάρων προμηθευτών ρεύματος, μέτρο που υποστηρίζεται ακόμη και από τον γενικό γραμματέα του ΟΟΣΑ Ματίας Κόρμαν, με το σκεπτικό ότι αφορά windfall profits (κέρδη που φέρνει ο άνεμος), όπως κάνουν ήδη η Ιταλία, η Ισπανία και η Ρουμανία, επειδή δεν το θέλουν, λέει, οι εταιρείες.
Και κάπως έτσι καταλήξαμε στα τελευταία μέτρα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός την Τετάρτη.