Στον τομέα της ενέργειας η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει να επιδείξει εξαιρετικά μεγάλη δραστηριότητα. Η διακοπή της λιγνιτικής παραγωγής, η παραχώρηση της αγοράς στους ιδιώτες παραγωγούς φυσικού αερίου, η ολοκληρωτική εξάρτηση των τιμών από τα Χρηματιστήρια Ενέργειας χωρίς να υπάρχουν διμερή συμβόλαια, η εκποίηση του ΑΔΜΗΕ, του ΔΕΔΔΗΕ και της ΔΕΗ το επιβεβαιώνουν.
Νοικοκυριά και επιχειρήσεις βρέθηκαν απέναντι σε ένα καθεστώς ασυδοσίας και εναρμονισμένων πρακτικών. Οι ραγδαίες ανατιμήσεις και η κερδοσκοπία στο ρεύμα ξεκίνησαν πολύ πριν την ουκρανική κρίση.
Κάτω από τέτοιες συνθήκες προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι ο υπουργός Ενέργειας έσπευσε πριν μερικές μέρες να διαβεβαιώσει ότι δεν υπάρχει υπερκερδοφορία στον χώρο της ενέργειας όταν το ζήτημα αυτό απασχολεί την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Κομισιόν δίνει σχετικές κατευθύνσεις στα κράτη-μέλη και ο ίδιος ο πρωθυπουργός ζητά από το συμβούλιο κορυφής την επιβολή πλαφόν στα κέρδη.
Αλλά δημιουργεί ερωτήματα και η στάση του Κ. Μητσοτάκη, που ζητά μέτρα από την Ευρώπη την ώρα που άλλες κυβερνήσεις τα έχουν επιβάλει ήδη χωρίς να ρωτήσουν.
Η πραγματικότητα είναι ότι η κυβέρνηση είναι εξαιρετικά απρόθυμη να ελέγξει την αισχροκέρδεια των εταιρειών ενέργειας. Γι’ αυτό εφευρίσκει προσχήματα ή απλώς ψεύδεται ως προς τα πραγματικά δεδομένα.
Οι πολίτες πρέπει να απαιτήσουν καθαρές εξηγήσεις για το ζήτημα αυτό, γιατί το κερδοσκοπικό παιχνίδι που γίνεται στην πλάτη τους, με τη συνενοχή μάλιστα της κυβέρνησης Μητσοτάκη, είναι αυτή τη στιγμή ασύλληπτο.
Από το κύριο άρθρο της “Αυγής”