Η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας (International Women’s Day) γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 8 Μαρτίου. Θεσπίστηκε για πρώτη φορά το 1977 με απόφαση της γενικής συνέλευσης του ΟΗΕ για να αναδείξει τα προβλήματα και να προωθήσει τα δικαιώματα της γυναίκας.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αφιερώνει τη φετινή Ημέρα της Γυναίκας στον παγκόσμιο αγώνα των γυναικών κατά της κρίσης του COVID-19. Οι γυναίκες βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του αγώνα κατά της πανδημίας του κορονοϊού, καθώς αποτελούν την πλειονότητα των εργαζομένων που απασχολούνται στις υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης. Πολλές έχουν επίσης πληγεί σοβαρά από την κρίση λόγω της απώλειας θέσεων εργασίας ή της απασχόλησής τους σε επισφαλείς θέσεις εργασίας. Επιπλέον, οι συνεχόμενοι εγκλεισμοί έχουν οδηγήσει σε αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας. Το Κοινοβούλιο έχει ζητήσει την καταπολέμηση αυτών των ανισοτήτων.
Η ιστορική διαδρομή
Η ιστορική διαδρομή της Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας δεν ξεκινά με την υιοθέτησή από τον ΟΗΕ το 1977. Πρωτογιορτάστηκε στις 28 Φεβρουαρίου 1909 στην Νέα Υόρκη, ως Εθνική Ημέρα της Γυναίκας, με πρωτοβουλία του Σοσιαλιστικού Κόμματος των ΗΠΑ, σε ανάμνηση μιας μεγάλης εκδήλωσης διαμαρτυρίας που έγινε στις 8 Μαρτίου 1857 από εργάτριες κλωστοϋφαντουργίας στη Νέα Υόρκη, οι οποίες ζητούσαν καλύτερες συνθήκες εργασίας. Το περιστατικό αυτό αμφισβητείται σήμερα από μερίδα αμερικανών ιστορικών και χαρακτηρίζεται μύθος.
Με αφετηρία τις ΗΠΑ, ο εορτασμός διεθνοποιήθηκε τον επόμενο χρόνο, κατά την διάρκεια δευτέρου συνεδρίου του γυναικείου τμήματος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς (2η Διεθνής), που έγινε στην Κοπεγχάγη (26-27 Αυγούστου 1910). Οι 100 σύνεδροι από 17 χώρες υιοθέτησαν την πρόταση τριών γερμανίδων (Λουίζ Τσιτς, Κλάρα Τσέτκιν και Κέτε Ντούνκερ) να γιορτάζεται κάθε χρόνο η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας,ως ένα βήμα για την προώθηση της ισότητας των δύο φύλων, που θα περιλάμβανε και το εκλογικό δικαίωμα, που ήταν τότε το καθολικό ζητούμενο για τις γυναίκες όλου του κόσμου.
Στις 19 Μαρτίου 1911 γιορτάστηκε για πρώτη φορά η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας στην Αυστρία, την Γερμανία, την Ελβετία και την Δανία. Κοινός τόπος και στις τέσσερις χώρες ήταν η ψήφος στις γυναίκες και η ανάδειξη των γυναικών σε δημόσια αξιώματα. Οι αμερικανίδες συνέχιζαν να γιορτάζουν την δική τους εθνική ημέρα την τελευταία Κυριακή του Φεβρουαρίου. Το 1914, η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας γιορτάστηκε στην Γερμανία στις 8 Μαρτίου – είτε επειδή ήταν Κυριακή είτε σε ανάμνηση της απεργίας του 1857 στην Νέα Υόρκη- και έκτοτε καθιερώθηκε η ημερομηνία αυτή για τον εορτασμό και υιοθετήθηκε αρκετά χρόνια αργότερα από τον ΟΗΕ.
Μετά την επικράτηση της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία (1917), η φεμινίστρια Αλεξάνδρα Κολοντάι έπεισε τον Λένιν να καθιερώσει την 8η Μαρτίου ως επίσημη αργία. Αργία μόνο για τις γυναίκες καθιερώθηκε στην Κίνα μετά την επικράτηση των κομμουνιστών του Μάο Τσε Τουνγκ. Γρήγορα, όμως, η Διεθνής Ημέρα της Γυναίκας έχασε το πολιτικό και διεκδικητικό της υπόβαθρο και εορτάζεται ως έκφραση συμπάθειας και αγάπης των ανδρών προς τις γυναίκες, με προσφορά λουλουδιών και δώρων.
Η άνοδος του φεμινιστικού κινήματος στη Δύση τη δεκαετία του ’60 αναζωογόνησε τη Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, η οποίας από το 1977 διεξάγεται υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, με αιχμή του δόρατος την ανάδειξη των γυναικείων προβλημάτων και δικαιωμάτων.
Διεθνής Αμνηστία: Τα δικαιώματα των γυναικών «υπέστησαν επίθεση» το 2021
Τα δικαιώματα των γυναικών και των κοριτσιών υπέστησαν «επίθεση» την περασμένη χρονιά, που συνεχίζεται φέτος, καταγγέλλει με ανακοίνωση που δίνει στη δημοσιότητα σήμερα η μη κυβερνητική οργάνωση Διεθνής Αμνηστία.
«Τα γεγονότα του 2021 και των πρώτων μηνών του 2022 συνωμότησαν για να συντρίψουν τα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια εκατομμυρίων γυναικών και κοριτσιών», στηλιτεύει η Ανιές Καλαμάρ, γενική γραμματέας της Αμνηστίας.
«Οι κρίσεις στον κόσμο» που πλήττουν τα δικαιώματα των γυναικών δεν καταλαβαίνουν «από ισότητα, πόσο μάλλον από δικαιοσύνη», προσθέτει.
Στην ανακοίνωση, που η οργάνωση δημοσιοποιεί τη διεθνή Ημέρα της Γυναίκας, η κυρία Καλαμάρ επισημαίνει ότι η πανδημία του νέου κορονοϊού και η περιστολή των δικαιωμάτων των γυναικών και των κοριτσιών στο Αφγανιστάν, όπου την εξουσία κατέλαβαν τον περασμένο Αύγουστο οι ισλαμιστές φονταμενταλιστές Ταλιμπάν έπειτα από 20 χρόνια πολέμου, ήταν ανάμεσα στα κυριότερα γεγονότα που έπληξαν τα δικαιώματα των γυναικών.
Καθεμιά από τις εξελίξεις αυτές τα υπονόμευσε σοβαρά, πόσο μάλλον αν «εξεταστούν όλες μαζί», κρίνει συμπληρώνοντας πως επείγει «να υψώσουμε το ανάστημά μας» για να αντιμετωπιστεί «αυτή η παγκόσμια επίθεση εναντίον της αξιοπρέπειας των γυναικών και των κοριτσιών».
Κατέταξε ακόμη «την ευρεία σεξουαλική βία που χαρακτήρισε την ένοπλη σύρραξη στην Αιθιοπία», «την επίθεση εναντίον του δικαιώματος της άμβλωσης και της πρόσβασης σε αυτή στις ΗΠΑ», καθώς και την απόφαση της Τουρκίας «να αποσυρθεί από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας» στις αρνητικές εξελίξεις, καλώντας κυβερνήσεις που έλαβαν αποφάσεις οι οποίες πλήττουν τα δικαιώματα των γυναικών να τις ανακαλέσουν.
Τα δύο χρόνια πανδημίας επιδείνωσαν τις συνθήκες ζωής των γυναικών παγκοσμίως
Αύξηση της έμφυλης βίας, δύσκολη επιστροφή στην εργασία, πλήγμα στην ψυχική υγεία: τα δύο χρόνια της πανδημίας covid-19 επιδείνωσαν τις συνθήκες ζωής των γυναικών στον κόσμο. Μελέτες κρούουν και πάλι τον κώδωνα του κινδύνου με αφορμή την αυριανή Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας. Όλα αυτά τη στιγμή που στην Ελλάδα ο αριθμός των γυναικοκτονιών μέσα σε ένα έτος προκαλεί σοκ.
Αύξηση της έμφυλης βίας
Ο ΟΗΕ Γυναίκες δημοσίευσε τον Νοέμβριο του 2021 έρευνα που πραγματοποίησε μεταξύ 16.154 γυναικών σε 13 χώρες με μέσο εισόδημα (Κολομβία, Ουκρανία, Μαρόκο, Μπανγκλαντές κ.ά.). Περίπου το 45% αυτών των γυναικών δήλωσε ότι έχει πέσει θύμα ή γνωρίζει μία γυναίκα θύμα βίας από την αρχή της πανδημίας.
«Η οικονομική ανασφάλεια, το κλείσιμο των σχολείων ή ακόμη και το ψυχολογικό φορτίο λόγω των οικιακών εργασιών δημιούργησαν ένα περιβάλλον που ευνοούσε την ενδοοικογενειακή βία», εξήγησαν η ΛινΜαρί Σαρντίνχα και η Άβνι Αμίν ερευνήτριες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Και όπως και πριν την πανδημία οι γυναίκες είναι περισσότερο θύματα σε σχέση με τους άνδρες της διαδικτυακής βίας.
«Η ‘εκδικητική πορνογραφία’ και οι κίνδυνοι από τα εγκλήματα των παιδεραστών αυξήθηκαν με ανησυχητικό τρόπο», πρόσθεσε η Μούριελ Σαλμόνα ψυχίατρος.
Φορτισμένη ψυχική υγεία
Δύο στις πέντε γυναίκες δήλωσαν στην έρευνα του ΟΗΕ ότι η πανδημία επηρέασε αρνητικά την ψυχική τους υγεία.
Αιτία κυρίως το ψυχολογικό φορτίο από τη διαχείριση των οικιακών εργασιών «το οποίο συνδέεται με πιο υψηλό κίνδυνο εμφάνισης στρες και κατάθλιψης στις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες», επεσήμαναν οι Σαρντίνχα και Αμίν.
Το ψυχολογικό φορτίο των γυναικών αυξήθηκε από την τηλεργασία, τη συνεχή παρουσία των παιδιών στο σπίτι και τον περιορισμό των εξόδων.
Άλλος δείκτης, οι έρευνες για τις μετακινήσεις των γυναικών στη διάρκεια και μετά την πανδημία, οι οποίες δείχνουν επίσης την επιδείνωση της ψυχικής υγείας των γυναικών.
Στη διάρκεια των lockdown οι γυναίκες ήταν υποχρεωμένες, όπως και οι άνδρες, να λογοδοτούν στο κράτος για τις εξόδους τους, όμως συχνά αυτές αναγκάζονταν να το κάνουν και απέναντι στους συζύγους τους, υπενθύμισε η Μαριόν Τιλούς, καθηγήτρια σπουδών Φύλου στο πανεπιστήμιο Paris VIII.
Αυτό το ιδιαίτερο πλαίσιο ενδέχεται να έπληξε «την εμπιστοσύνη των γυναικών, οι οποίες πλέον δεν τολμούν να απομακρύνονται τόσο πολύ» από το σπίτι τους και κλείνονται στον εαυτό τους, σύμφωνα με την Τιλούς.
Η δυσκολία της τηλεργασίας
Η Σανρίνχα και η Αμίν επεσήμαναν εξάλλου τη δυσκολία να συνδυαστούν η τηλεργασία και οι οικιακές εργασίες, λόγω της αυστηρότητας των εργοδοτών.
«Ένας μεγαλύτερος αριθμός γυναικών αναγκάστηκε να παραιτηθεί διότι δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν το διπλό στρες της εργασίας τους και του ψυχολογικού φόρτου του σπιτιού τους», εξήγησαν οι ερευνήτριες.
Εξάλλου έρευνα στη διάρκεια της πανδημίας κατέδειξε ότι οι γυναίκες αφιέρωσαν περισσότερο χρόνο στις οικιακές εργασίες απ’ ό,τι στην εργασία τους σε σχέση με τους άνδρες αλλά και σε σχέση με πριν την πανδημία. Οι έρευνες αυτές αποκαλύπτουν ότι «οι ανισότητες αυξήθηκαν και μας πήγαν είκοσι χρόνια πίσω», κατήγγειλε η Τιλούς.
Ο λόγος των γυναικών
«Μπορούμε να μιλήσουμε για μια πραγματική προσπάθεια (των ενώσεων και των κρατικών μηχανισμών) να αντιδρούν περισσότερο και να αντιμετωπίζουν την ενδοοικογενειακή βία» μετά την πανδημία, επεσήμανε η δρ. Σαλμόνα.
Όμως η Τιλούς εξέφρασε την απογοήτευσή της που τα μέσα παροχής βοήθειας στα θύματα έμφυλης ή ενδοοικογενειακής βίας παραμένουν ίδια από την αρχή της πανδημίας.
«Ακούμε περισσότερες γυναίκες θύματα βίας, αλλά μιλούν στο κενό», κατήγγειλε.
Για τις Σαρντίχνα και Αμίν η υγειονομική κρίση κατέδειξε τις επιπτώσεις του άνισου καταμερισμού των οικιακών εργασιών, κάτι που έχει σοβαρές επιπτώσεις στην ψυχική υγεία των γυναικών.
«Η πανδημία μάς έδωσε την ευκαιρία να φανταστούμε ένα διαφορετικό και πιο ίσο μέλλον για τις γυναίκες, κυρίως για αυτές που είναι περισσότερο αντιμέτωπες με τον αποκλεισμό ή την περιθωριοποίηση», πρότειναν.
Με πληροφορίες από sansimera.gr