Η κυβέρνηση «εργαλειοποιεί» τη δωρεά του «Νιάρχος» για να προωθήσει τις ΣΔΙΤ
Με μια σκληρή δήλωση ο τομεάρχης Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ βάζει τα πράγματα στη θέση τους για το Νοσοκομείο Παίδων Θεσσαλονίκης και επιτίθεται στο υπουργείο Υγείας που για μια ακόμα φορά προσπαθεί να κάνει πολιτική με χυδαία και αήθη παραπληροφόρηση κατά του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Ανδρέας Ξανθός, με δήλωσή του επισημαίνει ότι είναι αήθης παραπληροφόρηση η «διαρροή» του Υπουργείου Υγείας, που διακινείται στα ΜΜΕ, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ καταψηφίζει τη δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (IΣΝ) για την κατασκευή παιδιατρικού νοσοκομείου στη Θεσσαλονίκη.
Όπως επισημαίνει, ο πολιτικός σχεδιασμός για να γίνουν δυο νέα νοσοκομεία του ΕΣΥ με χρηματοδότηση από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (Γενικό Νοσοκομείο Κομοτηνής και Νοσοκομείο Παίδων Θεσσαλονίκης) ήταν της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
«Η κριτική λοιπόν εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ότι καταψηφίζει το ν/σ της κυβέρνησης και άρα δεν θέλει το έργο, δεν είναι απλώς παραπειστική, είναι ευθεία προσβολή στη νοημοσύνη των πολιτών», σημειώνει ο Ανδρέας Ξανθός. Ο ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ ξεκαθάρισε χθες στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής ότι προφανώς στηρίζει τη δωρεά και την ανέγερση του νέου νοσοκομείου, δήλωσε όμως ότι ψηφίζει “παρών” ( και όχι “κατά”) στο νομοσχέδιο, γιατί «η κυβέρνηση υπονομεύοντας το δημόσιο χαρακτήρα του, εισηγείται το Νοσοκομείο Παίδων Θεσσαλονίκης να είναι ΝΠΙΔ και όχι ΝΠΔΔ όπως όλα τα νοσοκομεία του ΕΣΥ».
Η κυβέρνηση της ΝΔ «εργαλειοποιεί» τη δωρεά του ΙΣΝ για να προωθήσει το πολιτικό της σχέδιο για Συμπράξεις Δημόσιου Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) και ιδιωτικοποιήσεις στην Υγεία, σημειώνει ο τομεάρχης Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς η αλλαγή νομικού καθεστώτος στα νοσοκομεία είναι το πρώτο βήμα.
«Και σ’αυτή τη στρατηγική δεν συναινεί ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, ούτε οι εργαζόμενοι στο ΕΣΥ, ούτε οι περισσότερες δυνάμεις της αντιπολίτευσης. Ας αφήσει λοιπόν το Υπουργείο Υγείας την τοξική αντιπαράθεση και τη στρεψοδικία και ας ασχοληθεί σοβαρά με την αντιμετώπιση της ντροπιαστικής για τη χώρα μας θνησιμότητας από COVID-19. Για την οποία έχει ακέραια την πολιτική ευθύνη», καταλήγει ο Ανδρέας Ξανθός.