Σε μία συνέντευξη που με τη βοήθεια του δημοσιογράφου έλαβε τις διαστάσεις αποτίμησης της κυβερνητικής διαχείρισης της πανδημίας ωσάν αυτή να έφτασε το τέλος της, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέμεινε στο αφήγημα της πλήρους επιτυχίας αντιμετώπισης της υγειονομικής κρίσης, τόσο στα πεδία του ΕΣΥ, του εμβολιαστικού προγράμματος, την στρατηγική του testing, τα lockdown, αλλά και το άνοιγμα των σχολείων. Με έντονο προεκλογικό άρωμα η υπόσχεση για τον κατώτατο μισθό και η ρητορική του για άλλα ζητήματα, παρότι ο ίδιος επέμεινε πως οι εκλογές θα γίνουν το 2023.
Με «καλοκαιρινό μπουρίνι» παρομοίασε τη μετάλλαξη Όμικρον ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τη συνέντευξη που παραχώρησε στον Νίκο Χατζηνικολάου το βράδυ της Πέμπτης, στο πλαίσιο μίας εμφάνισης που έμοιαζε περισσότερο με πρωθυπουργό που «κάνει ταμείο» μετά το πέρας της πολλαπλής κρίσης, παρά με εκείνον μίας χώρας όπου τα νοσοκομεία εξακολουθούν να είναι γεμάτα και οι καθημερινοί θάνατοι δεκάδες, η αγορά βυθίζεται στον αντίκτυπο της υγειονομικής κρίσης, και μαζί με τα νοικοκυριά δέχονται τα αυξανόμενα χτυπήματα της ενεργειακής κρίσης που τροφοδοτεί το ράλι ακρίβειας.
Με την έκκληση «να πάρουμε μία απόσταση από τα γεγονότα» και με την εξωφρενική παραδοχή πως το 2021 «ως προς τους νεκρούς, βεβαίως είμαστε χειρότερα», ο πρωθυπουργός περιέγραψε μία απολύτως ικανοποιητική για τον ίδιο διαχείριση της πανδημίας, δίχως ίχνος αυτοκριτικής, παρά μόνο για το «φραστικό λάθος» της ανεκδιήγητης αναφοράς του για τους θανάτους εκτός ΜΕΘ. Μάλιστα, για το ζήτημα υποστήριξε πως «δεν έχω δυσκολία όταν διαπράττω κάποιο φραστικό λάθος να το δεχθώ», ενώ στη συνέχεια παρέμεινε αμετανόητος για την πλημμελή υποστήριξη του ΕΣΥ, την επί μακρόν εξαίρεση του ιδιωτικού τομέα από τη συνεισφορά στην υγειονομική κρίση. Για τη δε μελέτη Τσιόδρα, παρότι του δόθηκε η ευκαιρία να αποκαλύψει ποια ήταν η τύχη της, συνέχισε να την κρατά ως επτασφράγιστο μυστικό.
Χαρακτηριστικό της επιμονής του σε όλες του τις επιλογές ήταν και το σημείο που ερωτήθηκε για την περιβόητη δήλωση του περσινού Φεβρουαρίου για το «τελευταίο μίλι», με τον ίδιο να δικαιολογείται πως «ήταν μια εκτίμηση πως βλέπουμε το τέλος της πανδημίας, ειπώθηκε πριν τη μετάλλαξη Δέλτα». Ωστόσο, σε άλλο σημείο της κυβέρνησης, κομπάζοντας για τη «δέσμευσή» του πως δεν θα γίνει lockdown και το γεγονός πως το τήρησε, αποσιώπησε το γεγονός πως αυτό συνέβη μόνο επειδή η μετάλλαξη Όμικρον εμφάνισε πολύ πιο ήπια νοσηρότητα, η οποία ξέσπασε πολύ αργότερα από τις δεσμεύσεις του. Σημάδια αυτοκριτικής δεν επεφύλαξε ούτε και για το περσινό πολύμηνο lockdown και την έλλειψη σοβαρότητας που επέδειξαν μία σειρά κρατικών παραγόντων, με αποτέλεσμα τα τεράστια έξοδα του κράτους αλλά και την αστυνομική βία κατά πολιτών.
Το πάνθεον της επιτυχίας του πρωθυπουργού είχε ακόμα μία «άψογη διαδικασία» της επιχείρησης εμβολιασμού, τόσο ως προς τη διοργάνωση όσο και ως προς την πειθώ του κόσμου, ενώ ταυτόχρονα υπερασπίστηκε την επιλογή επιβολής υποχρεωτικότητας στους πολίτες άνω των 60 ετών, υποστηρίζοντας πως αυτό κρίθηκε αναγκαίο «επειδή αυτοί επιβαρύνουν το ΕΣΥ» και απέρριψε την πιθανότητα να επιβληθεί σε άλλον πληθυσμό. Διαβεβαίωσε πως την προσεχή Δευτέρα θα βεβαιωθούν τα πρώτα πρόστιμα, και υποστήριξε πως το ποσοστό των εμβολιασμένων ενηλίκων φτάνει το 82%.
Από τα πλέον προκλητικά σημεία της συζήτησης ήταν η συζήτηση για το testing του πληθυσμού και τη στρατηγική της κυβέρνησης, κατά την οποία εκτέθηκαν έτεροι οι συνομιλητές. Ο μεν πρωθυπουργός εμφανίστηκε ψευδόμενος να υποστηρίζει πως καμία χώρα δεν συνταγογραφεί PCR σε πολίτες, παρότι ακόμα και συστημικά μέσα ενημέρωσης έχουν δημοσιεύσει σχετικά ρεπορτάζ που αποδεικνύουν το αντίθετο. Ο δε δημοσιογράφος καθώς τον άκουγε να υποστηρίζει πως δεν συμβαίνει αυτό σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες εμφανίστηκε να ελλιπώς προετοιμασμένος, αρκούμενος να του απαντά «νομίζω η Αυστρία», με τον Κ. Μητσοτάκη να αναγκάζεται να παραδεχτεί πως αυτό ισχύει και τον δημοσιογράφο να αλλάζει θέμα. Μάλιστα, ο Ν. Χατζηνικολάου αποκάλυψε και την άγνοιά του για εάν πληρώνει ένας ασθενής όταν κάνει τεστ σε νοσοκομείο.
Ο Κ. Μητσοτάκης έσπευσε ακόμα να υποστηρίξει πως «δικαιώθηκε η απόφασή μας για τα σχολεία», παρότι ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί ούτε μία εβδομάδα από το ριψοκίνδυνο άνοιγμά τους. Στο ζήτημα των σχολείων πιάστηκε για ακόμα μία φορά ψευδόμενος, καθώς ανέφερε πως το πρωτόκολλο του «50%+1» για το κλείσιμο μίας τάξης επιβλήθηκε κατόπιν απόφασης της Επιτροπής των Ειδικών, ενώ τουλάχιστον δύο μέλη της Επιτροπής (Παπαευαγγέλου, Βατόπουλος) έχουν ξεκαθαρίσει πως η εν λόγω απόφαση ανήκει στην κυβέρνηση και όχι στους επιστήμονες.
Προεκλογική ρητορική, αλλά… εκλογές στην τετραετία
Εκτός του μεγάλου μέρους της συνέντευξης που αφορούσε την πανδημία, υπήρξαν ενδιαφέρουσες δηλώσεις του Κ. Μητσοτάκη και για άλλα θέματα, με κύριο αυτό της «ανακοίνωσης» και δεύτερης αύξησης του κατώτατου μισθού που το Μέγαρο Μαξίμου είχε σπεύσει να διαρρεύσει από νωρίς το απόγευμα της Πέμπτης. Παρά τον ενθουσιασμό που προκάλεσε η είδηση, ο πρωθυπουργός υποσχέθηκε πως κάτι τέτοιο θα γίνει την 1η Μαΐου, δίχως να είναι σε θέση να πει ποιο θα είναι το μέγεθος της αύξησης, προκαλώντας ερωτήματα για την επιλογή της πρόχειρης και πρόωρης ανακοίνωσης.
Κατά τα λοιπά, για την οικονομία αρκέστηκε να τονίσει πως η ενεργειακή κρίση και το ράλι τιμών είναι «εισαγόμενο» και πως «δεν μπορούμε να καλύψουμε όλη την αύξηση» στους λογαριασμούς του ρεύματος, τονίζοντας ωστόσο τις παροχές που έχει κάνει έως σήμερα. Εντύπωση προκάλεσε η αναφορά του πως επιθυμεί «η έκπτωση να φαίνεται στους λογαριασμούς, θέλω να ξέρει πως θα πλήρωνε πολλά περισσότερα εάν δεν είχε κρατική παρέμβαση».
Υποσχέσεις επεφύλαξε και για νέες φοροελαφρύνσεις, και πάλι δίχως να είναι σε θέση να ανακοινώσει κάτι, παρά μόνο να αναφέρει πως «η πολιτική μείωσης των φόρων δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί». Απέρριψε ωστόσο μειώσεις στον ΦΠΑ, ενώ άφησε γενικόλογα παράθυρο να μειωθεί ο ΕΝΦΙΑ για κάποιους πολίτες.
Παρότι το μεγαλύτερο μέρος της συνέντευξης είχε την αίσθηση του απολογισμού, ο Κ. Μητσοτάκης υποστήριξε πως εκλογές θα γίνουν το 2023, καθώς «πιστεύω πως τότε η κατάσταση θα είναι καλύτερη». Μάλιστα, προκάλεσε εντύπωση η φρασεολογία του στο σημείο που ανέφερε πως «θα μπορούσα να το είχα κάνει και δεν το έκανα, αν έψαχνα παράθυρο για εκλογές, υπήρχε», υποστηρίζοντας πως το προηγούμενο διάστημα η δημοτικότητα της κυβέρνησης «ουδέποτε δεν ήταν ψηλότερη». Παράλληλα όμως, απέρριψε και τις συζητήσεις για ενδεχόμενο νέο ανασχηματισμό, απαντώντας πως δεν του «ταιριάζει» η λογική του εκλογικού ανασχηματισμού.
Σε ερώτηση πάντως για το ενδεχόμενος αυτοδύναμης κυβέρνησης ή συνεργασίας, παρότι μπροστά βρίσκονται εκλογές απλής αναλογικής και θα είναι δύσκολο να επαναλάβει αυτοδύναμα ποσοστά, επέμεινε στην αυτοδύναμη κυβέρνηση. Σημειώνεται πως σε αυτό το σημείο έριξε για πρώτη φορά βέλη προς το ΚΙΝΑΛ και τον νέο ηγέτη του, Νίκο Ανδρουλάκη, δηλώνοντας με περισπούδαστο ύφος πως «δεν έχω πολλά να πω γιατί δεν έχω ακούσει πολλά, γενικόλογες τοποθετήσεις». Αναφέρθηκε στη δήλωση του νέου αρχηγού του ΚΙΝΑΛ για μία σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση, υπογραμμίζοντας πως υπάρχει «πολύς χρόνος για τις εκλογές».
Η προεκλογική ατζέντα του Κ. Μητσοτάκη πάντως δεν εξαντλήθηκε στα παραπάνω. Ο πρωθυπουργός εμφανίστηκε και πάλι με τη στολή του Μακεδονομάχου για τη Συμφωνία των Πρεσπών, υπενθυμίζοντας πως «εγώ δεν θα την ψήφιζα», επιχείρησε να μειώσει τη σημασία της ματαίωσης του EastMed αναφερόμενος σε άλλα project, χρησιμοποίησε αρκετά προκλητική ρητορική κατά της Τουρκίας και του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ενώ κατέληξε στα ζητήματα της βίας στα πανεπιστήμια και την πανεπιστημιακή αστυνομία, λίγο πριν κλείσει τη συνέντευξη με την εκτίμηση πως «έχουμε βελτίωση αστυνόμευσης σε κάποιες γειτονιές».