Της Ελευθερίας Μηλάκη
Υπάρχουν λέξεις ή φράσεις που δεν ξέχασα ποτέ, είτε επειδή βγήκαν αληθινές, είτε επειδή είχαν πλάκα, είτε επειδή τις έχω βάλει στο κουτί με τις όμορφες στιγμές, τις όμορφες αναμνήσεις, τα αγαπημένα πρόσωπα, τις σωστές συμβουλές. Αυτό το κουτί είναι πάντα εκεί, για να το ανοίγουμε και να μας δίνει θάρρος στις δύσκολες ώρες. Ένας Εβραίος μου είπε κάποτε πως το μότο της ζωής του είναι save for a rainy day… Αποταμίευσε για ώρα ανάγκης. Αποταμιεύω λέξεις και εικόνες…
Ήταν αρχές του 2002 και είχαμε επιστρέψει στα μαθήματα από τις διακοπές, στο πανεπιστήμιο Johannes Gutenberg στο τμήμα Γλωσσολογίας. Μια νέα εποχή είχε ανατείλει για την Ελλάδα. Είχαν έρθει τα πρώτα ευρώ! Φαίνεται πως ο γερμανός καθηγητής στενοχωρήθηκε που τέλειωσαν τα Χριστούγεννα, γιατί το πρώτο πράγμα που είπε στο αμφιθέατρο ήταν «σε δώδεκα μήνες έχουμε πάλι Χριστούγεννα» και γελούσε μόνος του! Ο χρόνος περνάει, άλλοτε αργά, άλλοτε γοργά, σε κάθε περίπτωση ισχύει «χρόνου φείδου», όπως έλεγε η Μ.Χ., καθηγήτρια αγγλικών στα Χανιά. Φείδομαι σημαίνει εκμεταλλεύομαι σωστά. Έχουμε ένα ολοκαίνουριο έτος, για να το διαμορφώσουμε όσο το δυνατόν καλύτερα και κυρίως για να μην επιτρέψουμε σε κανέναν και σε τίποτα να μας εκφοβίσει.
Μια άλλη αγαπημένη μου καθηγήτρια από τα Χανιά έλεγε «αν θέλετε κάτι καλό για τον εαυτό σας, να διαβάζετε». Η πνευματική καλλιέργεια που κερδίζει κανείς με τη μελέτη, με το διάβασμα, με την έρευνα, είναι ένα δώρο στον εαυτό μας που δεν αγοράζεται. Στις δυσκολότερες στιγμές με έσωσε το διάβασμα. Διαβάζοντας και γράφοντας μπόρεσα να γνωρίσω τον εαυτό μου. Γνώθι σαυτόν. Αυτοπεποίθηση και ανοησίες. Η αυτοπεποίθηση είναι μια απάτη, γιατί εξαρτάται από εξωτερικές συνθήκες. Η αυτογνωσία είναι το ζητούμενο. Η ίδια αυτή καθηγήτρια μας υπενθύμιζε ότι «μια ωραία φατσούλα δεν οδηγεί πουθενά, αν δεν μελετήσεις, τα καλλιστεία είναι τα χαρέμια του Σουλεϊμάν»… Έλεγε μια φίλη ότι η ομορφιά είναι κάτι το αντικειμενικό και ότι αφορά συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και αναλογίες (ανθρωπολογία του Χίτλερ) και ακόμα ότι μια ωραία γυναίκα τη βλέπουμε ακόμα και εμείς οι γυναίκες ευχάριστα! Ναι, αλλά τι να την κάνεις τη φαντασμαγορική εμφάνιση, όταν ανοίγει το στόμα και λέει από μαργαριτάρια μέχρι χυδαιότητες; Θα συμφωνήσω όμως ότι η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο. Η τέχνη. Η φύση είναι η δασκάλα της τέχνης. Φυσιολογικό είναι οτιδήποτε υπάρχει στη φύση.
Μια άλλη φιλόλογος μας είχε τονίσει ότι η νοσταλγία είναι ένα συναίσθημα αναξιόπιστο, ότι ωραιοποιούμε το παρελθόν. Η θεία Κ. μια μέρα που την επισκέφθηκα μου έλεγε παλιές ιστορίες, λυπητερές ιστορίες από το παρελθόν, από τα δύσκολα χρόνια, τον πόλεμο. Και ξαφνικά μονολόγησε σιγανά «τα παντέρμα χρόνια και να ξαναγύριζαν»… Γιατί τότε ήταν νέα και όλα ήταν ελπιδοφόρα, γιατί το μόνο αγαθό που δεν μπορείς να ξανακερδίσεις είναι ο χρόνος. Η τρίτη φιλόλογος, μια λεπτοκαμωμένη νεαρή γυναίκα με καταγωγή από τα Επτάνησα, μας έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για το θέμα της ευγένειας. Η πολλή ευγένεια καταντάει υποκρισία. Η ευγένεια είναι η πιο αποδεκτή μορφή υποκρισίας… Και επίσης, κόλακας είναι ένας «φίλος» που (παριστάνει ότι) είναι υποτακτικός σου! «Η αλεπού θολώνει την όραση του ζωντανού, για να μη βλέπει την αλήθεια και με αυτή την έννοια, ξεπερνά σε απαξία το κοράκι, που το πολύ πολύ να επιτεθεί σε κανένα κουφάρι», έγραψε ο Σιγιμούνδος του Λουξεμβούργου, ένας αυτοκράτορας του Μεσαίωνα. Ακόμα και ένας αυτοκράτορας του Μεσαίωνα είχε κάποια σοφία και κάποια αγάπη για την αλήθεια και τη δικαιοσύνη.
Όπως άνοιγα τα κουτιά με τα στολίδια – μια συλλογή φορτωμένη με αναμνήσεις δεκαετιών – στο πατρικό μου σπίτι, με συνεπήρε ένα συναίσθημα, όπως τότε που ανέβηκα στο τρενάκι του τρόμου με τη μικρή μου φίλη Φ.Μ. στο λούνα παρκ στην Κέρκυρα. Με έπιασε πανικός, ήθελα να κατέβω και φώναζα, φέρνοντας σε δύσκολη θέση τη μικρή μου φίλη, καθώς ήταν και κάτι συμμαθητές της εκεί. Η εμπειρία γινόταν ακόμα πιο τρομακτική, γιατί μια υπόκωφη φωνή, ο βάτραχος, επαναλάμβανε μονότονα «πάμε όλοι μαζί, πάνω, κάτω, δεξιά, αριστερά»! Από τότε η μικρή κάθε μέρα με πείραζε λέγοντας «Ελευθερία, μία λέξη θα σου πω, ΒΑΤΡΑΧΟΣ». Και γελούσαμε. Η ζωή είναι φτιαγμένη από μικρές χαρές και πολλές δυσκολίες, διάβαζα στο αγαπημένο μου παιδικό περιοδικό, σαν μαθήτρια δημοτικού.
ΠΟΤΕ ΜΗΝ ΛΕΣ ΠΟΤΕ ήταν ο τίτλος των γραμμάτων που μου έστελνε η φίλη μου στο ξενοδοχείο Αρίων. Στο γυμνάσιο διαδήλωνε για τη Μακεδονία τυλιγμένη με ελληνική σημαία. Κυκλοφορούσε τότε στο σχολείο και η εφημερίδα ΣΤΟΧΟΣ, με περιεχόμενο καθαρά ξενοφοβικό, όμως μετά η φίλη μου έλεγε ψέματα ότι πήγε διακοπές στα Ζαγοροχώρια, ενώ στην πραγματικότητα πήγαινε στην Κωνσταντινούπολη. Σε εκείνο το δωμάτιο, που έβλεπε κατευθείαν στο διάδρομο του αεροδρομίου, είδα ένα βράδυ που δεν είχα ύπνο μια περίεργη σκηνή, κάτι κυρίους με ζεστά χειμωνιάτικα παλτά, ο ένας πιο παχύς από τους άλλους. Ήταν ξημερώματα της 1ης Φεβρουαρίου 1999. Αναζητώντας μια πατρίδα. Στο απέναντι δωμάτιο φαινόταν στον τοίχο η σημαία του Τσε Γκεβάρα, από το δωμάτιο του γείτονα – φοιτητή, Στέλιο τον έλεγαν. Ένιωθε ευγνώμων που τον φιλοξενήσαμε στο σπίτι μας, στο Ηράκλειο. «Με έκανες να θυμηθώ τις καλές μέρες, όταν μπορούσα να θυμηθώ μόνο τις κακές», μου έγραψε καιρό αργότερα σε μία κάρτα από την Ευρώπη ο Κ. από το ιρακινό Κουρδιστάν. Θυμήθηκε πώς είναι να είσαι σε ένα σπίτι, σε μια αγαπημένη οικογένεια, σε μία χώρα με ειρήνη. Ήταν 1997.
Δεν υπάρχει κακός καιρός, υπάρχουν άνθρωποι που δεν ντύνονται σωστά, έλεγε η Λουίζα από τη Γερμανία. Αυτή βέβαια το εννοούσε κυριολεκτικά, όμως αν το καλοσκεφτεί κανείς, έχει και άλλες προεκτάσεις. Όσο σκληρή και αν είναι η μοίρα «των φτωχών ανθρώπων», όσο αδίστακτη και αν είναι η εξουσία και το κεφάλαιο, όσο και αν βγήκε η απόφαση ότι η παραγωγικότητα (εργασία) επιβαρύνει τον πλανήτη, ότι ο (φτωχός βιοπαλαιστής) άνθρωπος αποτελεί απειλή για το περιβάλλον, επιδεινώνοντας το φαινόμενο του θερμοκηπίου και άρα πρέπει να μην δουλεύει για να μην (έχει να) καταναλώνει ή κατά προτίμηση να μην ζει γενικά, ο κακός καιρός μπορεί να αλλάξει… Εξάλλου σε δώδεκα μήνες έχουμε πάλι Χριστούγεννα! Και επειδή όλοι μπορούμε να συμβάλλουμε στην προστασία του περιβάλλοντος, προμηθεύτηκα ήδη ένα ωραίο χρυσό κυπελάκι για την ξενόφερτη συνήθεια του «καφέ στο χέρι». Αυτή τη μικρή δέσμευση ελπίζω να μπορέσω να την τηρήσω!