Σύμβαση με προϋπολογισμό 790.000 ευρώ για την «Συντήρηση και αποκατάσταση του Ιερού Ναού Αγ. Τίτου Τυμπακίου Δήμου Φαιστού» υπέγραψε σήμερα ο Περιφερειάρχης Κρήτης
Την σύμβαση με προϋπολογισμό 790.000 ευρώ για την «Συντήρηση και αποκατάσταση του Ιερού Ναού Αγ. Τίτου Τυμπακίου Δήμου Φαιστού» υπέγραψε σήμερα ο Περιφερειάρχης Κρήτης Σταύρος Αρναουτάκης.
Στην σημερινή υπογραφή της σύμβασης από τον Σταύρο Αρναουτάκη παρόντες ήταν επίσης ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Γορτύνης και Αρκαδίας κ. Μακάριος, ο Δήμαρχος Φαιστού Γρηγόρης Νικολιδάκης, ο Αντιδήμαρχος τεχνικών έργων του δήμου Γιάννης Φασομυτάκης, ο εφημέριος του Αγ. Τίτου π. Γεώργιος Ντισπυράκης, ο διευθυντής Τεχνικών Έργων Περιφέρειας Κρήτης Μιχάλης Ψαρουδάκης, τα στελέχη της υπηρεσίας Γιώργος Κανδεράκης, Δήμητρα Τζανάκη, και η εκπρόσωπος της κατασκευαστικής εταιρείας Ανδρούλα Σουρουλά.
Το αντικείμενο του έργου αφορά τη συντήρηση και αποκατάσταση του ιστορικού, παλαιού Ιερού Ναού Αγ. Τίτου, που βρίσκεται εντός της πόλης του Τυμπακίου του Δήμου Φαιστού.
Ο ναός παρουσιάζει σοβαρές βλάβες λόγω της κακής συντήρησής του και προβλέπεται να πραγματοποιηθούν εξειδικευμένες οικοδομικές εργασίες συντήρησης αρχαιοτήτων και ηλεκτρομηχανολογικές εργασίες. Οι εργασίες θα γίνουν υπό την επίβλεψη προσωπικού της 13ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Ηρακλείου.
Ο Δήμαρχος Φαιστού Γρηγόρης Νικολιδάκης ανέφερε, ότι, «πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό έργο που τιμά τον τόπο μας και την ιστορία μας. Πρέπει να ευχαριστήσουμε θερμά τον Περιφερειάρχη Σταύρο Αρναουτάκη για τη συμβολή του και όλη την προσπάθεια που έχει καταβάλει. Είμαστε βέβαιοι πως το έργο θα αναβαθμίσει συνολικά την περιοχή».
Από την πλευρά του ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Γορτύνης και Αρκαδίας κ. Μακάριος ευχαρίστησε τον Περιφερειάρχη Κρήτης για την υλοποίηση του σημαντικής για το τόπο παρέμβασης όπως επίσης τα στελέχη της αρμόδιας υπηρεσίας της Περιφέρειας.
Ο Περιφερειάρχης Σταύρος Αρναουτάκης επεσήμανε, ότι, πρόκειται για έργο που αφορά σε ένα σημαντικό χριστιανικό μνημείο που είναι ταυτισμένο με την ιστορία της περιοχής.
Ιστορικά στοιχεία παλαιού Ι. Ν. Αγ. Τίτου Τυμπακίου
Η παλαιότερη αναφορά που υπάρχει για τον παραπάνω Ι. Ναό είναι της 28ης/9/1866, ημέρα βεβήλωσης του, κατά τις ωμότητες των οθωμανών στο Τυμπάκι.
Παρατίθεται αποσπάσματα από έκθεση του 1866-67 περί των ωμοτήτων των οθωμανών που έχει δημοσιευθεί στην επιστημονική σειρά «ΚΡΗΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ», τ. Η ́, σελ. 26-27, τό οποίο αναφέρει και περί της βεβηλώσεως του Ι. Ναού Αγ. Τίτου Τυμπακίου: «Όγδοήκοντα οικίας έκαυσαν, ο στρατός διαμείνας εκεί επί πέντε μήνας έπραξε τα αίσχιστα, διετάχθη νά κατοική με τας υποτεταγμένας οικογενείας αίτινες θέλουσαι νά απέλθωσιν εμποδίζονται. Το θυγάτριον του Γεωργίου Φανουργάκη δεκαετές διεφθάρη παρ αυτών και απέθανε. Την εκκλησίαν Άγιος Τίτος βεβηλώσαντες κατεσύντριψαν τας εικόνας, τας οποίας έπειτα υπεχρέωσεν ο Ρεσίτης και ηγόρασαν δια 1200 γρόσια. Τά ερείπια δε αυτής μεταποίησαν εις σταύλους αλόγων και μαγηρεία. Τας εκκλησίας Άγιον Πνεῦμα, Ζωοδόχος Πηγή, Άγιος Νικόλαος, βεβηλώσαντες έκαυσαν, τας δε εικόνας, τέμπλα και πολυελαίους μετεκόμισαν εις Ηράκλειον και επώλησαν. Τας οικίας ας δεν έκαυσαν εξεστέγιασαν, τα δε ξύλα έκαυσαν, 2 χιλ. ελαιόδενδρα έκαυσαν. Φονευθέντες ο Μιχαήλ Μαράκης 28 Σεπτεμβρίου/66 ορφ. 5, ο Κωνστ. Ζυγιράκης 28 Σεπτεμβρίου/66 ορφ. 1».
Κατά τη γερμανική κατοχή αποφασίστηκε από τους Γερμανούς, η κατεδάφιση του παλαιού Ι. Ν. Αγ. Τίτου Τυμπακίου, για να χρησιμοποιήσουν τις λαξευμένες πέτρες του στα κατασκευαστικά έργα τους στο αεροδρόμιο Τυμπακίου. Έβαλαν, λοιπόν, αγγαρία ντόπιους κατοίκους και πήγαν για να αρχίσουν το καταστροφικό έργο τους. Όμως, έσπευσε ο π. Γεώργιος Μαρκαντωνάκης, Εφημέριος Τυμπακίου και απαγόρευσε την κατεδάφιση, λέγοντας πρός τον Γερμανό αξιωματικό: «Εμείς οι χριστιανοί χτίζουμε εκκλησίες, δεν γκρεμίζουμε!». Τότε ο αξιωματικός θύμωσε και έδωσε εντολή σε γερμανό στρατιώτη νά ανεβει στήν οροφή του Ι. Ναου και να ξεκινήσει την κατεδάφιση απο τη νοτιοδυτική γωνία της. Μόλις ο στρατιώτης έριξε την πρώτη γωνιακή πέτρα, γκρεμίστηκε από την οροφή του Ι. Ναού και έπεσε κάτω νεκρός! Έγινε τότε ταραχή και προκλήθηκε φόβος στούς στρατιώτες, οι οποίοι έφυγαν βιαστικά.