Οι ΗΠΑ «εστιάζουν» στην πιθανότητα τρομοκρατικής ενέργειας αντιπάλων των Ταλιμπάν – Παρέμβαση Μπάιντεν απόψε το βράδυ – Εκκλήσεις από ΟΗΕ για το επισιτιστικό ζήτημα και τους εγκλωβισμένους
18.000 άτομα έχουν φύγει από τη χώρα – 3000 Αμερικάνοι έχουν αποχωρήσει – Σε 5 μέρες η τελευταία αναχώρηση Βρετανών
Πάνω από 18.000 άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει το Αφγανιστάν μέσω του διεθνούς αεροδρομίου της Καμπούλ αφότου κατέλαβαν την πρωτεύουσα οι Ταλιμπάν, δήλωσε σήμερα στο πρακτορείο ειδήσεων Ρόιτερς αξιωματούχος του Οργανισμού του Συμφώνου του Βόρειου Ατλαντικού.
Πλήθη συνεχίζουν όμως να είναι συγκεντρωμένα έξω από το αεροδρόμιο καθώς θέλουν απεγνωσμένα να εγκαταλείψουν τη χώρα, πρόσθεσε ο ίδιος νατοϊκός αξιωματούχος, που δεν κατονομάζεται.
Οι ΗΠΑ απομάκρυναν περίπου 3.000 ανθρώπους χθες, Πέμπτη, από το αεροδρόμιο της Καμπούλ, δήλωσε αξιωματούχος του Λευκού Οίκου.
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες απομάκρυναν περίπου 3.000 ανθρώπους από το Διεθνές Αεροδρόμιο Χαμίντ Καρζάι με 16 πτήσεις C-17», δήλωσε σήμερα ο αξιωματούχος σε δημοσιογράφους, προσθέτοντας ότι σχεδόν 350 ήταν αμερικανοί πολίτες.
«Στους ανθρώπους που απομακρύνονται περιλαμβάνονται επίσης μέλη οικογενειών αμερικανών πολιτών, αιτούντες την Ειδική Μεταναστευτικη Βίζα και οι οικογένειές τους και ευάλωτοι Αφγανοί», δήλωσε ο αξιωματούχος.
Στο μεταξύ, οι «Times» του Λονδίνου αναφέρουν σήμερα πως η Βρετανία θα πραγματοποιήσει σε πέντε ημέρες την τελευταία πτήση αποχώρησης από την Καμπούλ βάσει ενός επιταχυμένου χρονοδιαγράμματος για την έξοδο από το Αφγανιστάν.
Αυτή την εβδομάδα γνωστοποιήθηκε στους υπουργούς πως η τελευταία πτήση απομάκρυνσης ανθρώπων μπορεί να χρειαστεί να αναχωρήσει την Τρίτη, πριν από την προγραμματισμένη αναχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων στις 31 Αυγούστου, ανέφερε η εφημερίδα επικαλούμενη πηγές.
Άλλη κυβερνητική πηγή φέρεται ότι δήλωσε πως η ημερομηνία της 24ης Αυγούστου δεν έχει ακομη συμφωνηθεί επισήμως.
ΟΗΕ: Οι Αφγανοί που βρίσκονται σε κίνδυνο δεν έχουν “σαφή τρόπο διαφυγής”
Οι περισσότεροι Αφγανοί δεν μπορούν να φύγουν από την πατρίδα τους και εκείνοι που μπορεί να κινδυνεύουν “δεν έχουν σαφή τρόπο διαφυγής”, δήλωσε σήμερα η υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες.
Η Σαμπία Μαντού, εκπρόσωπος της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR), επανέλαβε την έκκληση της υπηρεσίας στις γειτονικές χώρες να κρατήσουν ανοικτά τα σύνορά τους ώστε οι άνθρωποι να μπορέσουν να ζητήσουν άσυλο υπό το φως αυτού που αποκάλεσε “κρίση σε εξέλιξη”.
“Η συντριπτική πλειονότητα των Αφγανών δεν μπορεί να φύγει από τη χώρα μέσω συνηθισμένων διαύλων”, δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου στη Γενεύη. “Μέχρι σήμερα, εκείνοι που μπορεί να κινδυνεύουν δεν έχουν σαφή τρόπο διαφυγής”.
Υπήρξαν μόνο “μικρής κλίμακας κινήσεις” Αφγανών που διασχίζουν τα σύνορα προς το Πακιστάν και το Ιράν, είπε η Μαντού. Οι δύο χώρες φιλοξενούν ήδη το 90% των 2,6 εκατ. Αφγανών προσφύγων που έχουν καταγραφεί αφότου έφυγαν από την πατρίδα τους τις τελευταίες δεκαετίες.
Τουλάχιστον 18.000 άνθρωποι έχουν αναχωρήσει από την Καμπούλ αφότου οι Ταλιμπάν κατέλαβαν την πρωτεύουσα του Αφγανιστάν, δήλωσε σήμερα αξιωματούχος του ΝΑΤΟ, το οποίο δεσμεύθηκε να διπλασιάσει τις προσπάθειες απομάκρυνσης καθώς αυξάνονται οι επικρίσεις για τη διαχείριση της κρίσης από τη Δύση.
Η Μαντού καλωσόρισε την απομάκρυνση Αφγανών υπηκόων μέσω ξεχωριστών διμερών προγραμμάτων, αλλά τόνισε πως δεν πρέπει να υποκαταστήσουν μια “επείγουσα και ευρύτερη διεθνή ανθρωπιστική απόκριση”.
“Η Ύπατη Αρμοστεία παραμένει ανήσυχη για τον κίνδυνο παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε βάρος αμάχων σε αυτό το εξελισσόμενο πλαίσιο, περιλαμβανομένων γυναικών και παιδιών”, πρόσθεσε.
Παρέμβαση Μπάιντεν το βράδυ για την επιχείρηση εκκένωσης
Ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν θα μιλήσει σήμερα Παρασκευή στις 13:00 (ώρα ανατολικής ακτής των ΗΠΑ· 20:00 ώρα Ελλάδας) για την πορεία της επιχείρησης εκκένωσης που βρίσκεται σε εξέλιξη στο Αφγανιστάν, ανακοίνωσε ο Λευκός Οίκος πριν από λίγο.
Πιθανότητα τρομοκρατικών ενεργειών από αντιπάλους των Ταλιμπάν
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ «εστιάζει» στην πιθανότητα να διαπραχθεί τρομοκρατική ενέργεια στο Αφγανιστάν από κάποια οργάνωση όπως το Ισλαμικό Κράτος στο Χορασάν (ΙΚΧ), που είναι «ορκισμένος εχθρός» των Ταλιμπάν, δήλωσε ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας της αμερικανικής προεδρίας, ο Τζέικ Σάλιβαν, στο τηλεοπτικό δίκτυο NBC News χθες Πέμπτη.
Ο κ. Σάλιβαν δήλωσε εμφανιζόμενος στην εκπομπή Nightly News ότι η απομάκρυνση των Αμερικανών από το Αφγανιστάν είναι «επιχείρηση που ενέχει κίνδυνο», καθώς εγείρονται ερωτήματα για το εάν και κατά πόσον οι Ταλιμπάν θα συνεχίσουν να επιτρέπουν ασφαλή διέλευση προσώπων που κατευθύνονται στο διεθνές αεροδρόμιο της Καμπούλ και άλλα απρόοπτα, όπως ενδεχόμενη επίθεση οργανώσεων από το ΙΚΧ.
«Ένα από τα ενδεχόμενο στα οποία εστιάζουμε (…) είναι η πιθανότητα να διαπραχθεί τρομοκρατική ενέργεια από κάποια οργάνωση όπως το ΙΚΧ, το οποίο φυσικά είναι ορκισμένος εχθρός των Ταλιμπάν» και «θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για να ελαχιστοποιήσουμε τους κινδύνους και να μεγιστοποιήσουμε τον αριθμό των ανθρώπων στα αεροπλάνα», τόνισε ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του προέδρου Τζο Μπάιντεν.
Η επιχείρηση εκκένωσης Αμερικανών και Αφγανών που βοήθησαν τις ένοπλες δυνάμεις ή την κυβέρνηση των ΗΠΑ συνεχίζεται 24 ώρες το 24ωρο, αλλά η κατάσταση στο πεδίο παρουσιάζει προκλήσεις με δεδομένη την παρουσία οργανώσεων όπως το ΙΚΧ.
Ο κ. Σάλιβαν είπε πως δεν είναι σαφές πόσοι ακόμη Αμερικανοί βρίσκονται ακόμη στο Αφγανιστάν, αλλά η κυβέρνηση Μπάιντεν δεσμεύεται να επιβιβάσει κάθε πολίτη της χώρας που θέλει να εγκαταλείψει τη χώρα σε αεροσκάφος.
Προειδοποίησε ωστόσο πως η κατάσταση είναι ρευστή.
«Αυτή τη στιγμή έχουμε αποκαταστήσει επαφή με τους Ταλιμπάν ώστε να επιτρέπουν την ασφαλή διέλευση του κόσμου προς το αεροδρόμιο και αυτό έχει αποτέλεσμα προς το παρόν, Αμερικανοί και Αφγανοί που κινδυνεύουν φθάνουν στο αεροδρόμιο», ανέφερε, αλλά «δεν μπορούμε να βασιζόμαστε σε τίποτα».
Το ΙΚΧ παραμένει ενεργό, τρία χρόνια αφού σχηματίστηκε, σύμφωνα με το ινστιτούτο μελετών Center for Strategic and International Studies. Είχε λάβει υποστήριξη από το ΙΚ, κατά την ίδια πηγή.
Πάντα σύμφωνα με το CSIS, η τζιχαντιστική οργάνωση αυτή ευθύνεται για κάπου 100 επιθέσεις εναντίον αμάχων στο Αφγανιστάν και στο Πακιστάν, ενώ ενεπλάκη σε περίπου 250 μάχες με δυνάμεις των ΗΠΑ, του Αφγανιστάν και του Πακιστάν από τον Ιανουάριο του 2017.
Ο Καναδάς επανεκκινεί τις πτήσεις προς την Καμπούλ για απομάκρυνση πολιτών
Δύο γιγαντιαία καναδικά στρατιωτικά μεταγωγικά αεροσκάφη θα κάνουν πτήσεις προς και από την Καμπούλ για να μεταφέρουν στον Καναδά πολίτες της χώρας, μόνιμους κατοίκους και Αφγανούς, ανακοίνωσε χθες Πέμπτη το βράδυ το υπουργείο Εθνικής Άμυνας.
«Τα Globemasters» (σ.σ. μεγάλα μεταγωγικά που κατασκευάζει η αμερικανική Boeing, η βασιλική πολεμική αεροπορία του Καναδά διαθέτει 5) «αναδιαμορφώνονται αυτή τη στιγμή για να μεταφέρουν τον μέγιστο δυνατό αριθμό ανθρώπων με τον πιο ασφαλή τρόπο», εξήγησε εκπρόσωπος του υπουργείου.
Η καναδική κυβέρνηση επιβεβαίωσε ότι μέλη των ένοπλων δυνάμεων έφθασαν στην Καμπούλ για να συντονίσουν την επιχείρηση εκκένωσης σε συνεργασία με τις ΗΠΑ και τους άλλους συμμάχους.
Για όσο «το αεροδρόμιο τελεί υπό αμερικανικό και διεθνή έλεγχο» ο Καναδάς θα είναι σε θέση να στέλνει «στρατιωτικά αεροσκάφη για να μεταφέρουν κόσμο εκτός» του Αφγανιστάν, είπε ο πρωθυπουργός Τζάστιν Τριντό, εφιστώντας όμως την προσοχή ότι θα υπάρξουν «τεράστιες δυσκολίες» στην προσπάθεια «να απομακρυνθούν όλοι».
«Η πρόκληση δεν είναι η χωρητικότητα των καναδικών αεροσκαφών και αυτών των εταίρων μας», αλλά «οι τεράστια δυσκολία που έχει ο κόσμος να πάει στο αεροδρόμιο, διότι οι Ταλιμπάν έχουν αρχίσει να εμποδίζουν την πρόσβαση», εξήγησε ο κ. Τριντό κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου.
Επέμεινε στο ότι θα γίνει κάθε προσπάθεια για «να μεταφερθεί στον Καναδά ο μεγαλύτερος δυνατός αριθμός» ανθρώπων από την Καμπούλ.
Τα δύο καναδικά μεταγωγικά θα συνεχίσουν τις πτήσεις για «όσο το επιτρέπει η κατάσταση ασφαλείας», πρόσθεσε ο καναδός πρωθυπουργός.
Η κυβέρνησή του δεσμεύθηκε την περασμένη εβδομάδα ότι θα υποδεχθεί 20.000 αφγανούς πρόσφυγες στο πλαίσιο νέου ειδικού προγράμματος.
«Ένας άνθρωπος στους τρεις» αντιμέτωπος με την επισιτιστική ανασφάλεια
«Ένας άνθρωπος στους τρεις» βρίσκεται σε κατάσταση επισιτιστικής ανασφάλειας στο Αφγανιστάν, εξαιτίας των συνδυασμένων επιπτώσεων του πολέμου και των συνεπειών της κλιματικής απορρύθμισης, σύμφωνα με την αντιπρόσωπο του Παγκόσμιου Επισιτιστικού Προγράμματος στο Αφγανιστάν Μέρι-Έλεν Μακγκρόαρτι.
Σε τηλεφωνική συνομιλία της με το Γαλλικό Πρακτορείο από την Καμπούλ, η αξιωματούχος εξήγησε πως θέλει να παραμείνει στη χώρα και να συνεχίσει όσο περισσότερο είναι δυνατόν τη δράση του Παγκόσμιου Επισιτιστικού Προγράμματος για τη στήριξη των πληθυσμών που έχουν καταστεί περισσότερο ευάλωτοι από τη νικηφόρα εξέγερση των Ταλιμπάν και τις μετακινήσεις πληθυσμών που αυτή έχει προκαλέσει.
Πέρα από τη σύγκρουση, ο αφγανικός πληθυσμός αντιμετώπιζε ήδη σοβαρή επισιτιστική κρίση και το 2021 επρόκειτο ήδη να είναι «μια εξαιρετικά δύσκολη χρονιά» στο επίπεδο αυτό, υπογράμμισε η Μακγκρόαρτι.
Εκτός από τις οικονομικές συνέπειες της πανδημίας, «η χώρα αντιμετωπίζει ένα δεύτερο, μέσα σε τρία χρόνια, επεισόδιο σοβαρής ξηρασίας. Οι άνθρωποι δυσκολεύονται να ανακάμψουν από την ξηρασία του 2017/2018», δήλωσε.
«Υπάρχει μείωση 40% στη συγκομιδή σίτου, αποτέλεσμα ενός από τους πιο ξηρούς χειμώνες των 30 τελευταίων ετών. Είχαμε πολύ λίγο χιόνι φέτος στην Καμπούλ», συνεπώς το νερό ήταν πολύ λίγο όταν το χιόνι έλιωσε, πρόσθεσε, κάνοντας επίσης λόγο για «καταστροφικό αντίκτυπο στα ζώα κτηνοτροφίας».
Η κατάσταση αυτή επιδεινώνεται από τη σύγκρουση στη χώρα, καθώς οι «αγρότες δεν μπορούν να κάνουν συγκομιδή» και «έχουν διαφύγει από τα σπίτια τους», ενώ τα «περιβόλια είναι κατεστραμμένα». Σε καιρούς ειρήνης, η χώρα φημιζόταν για «τους πολύ ωραίους ξηρούς και σαρκώδεις καρπούς της», ιδιαίτερα για τις περίφημες ροδιές της.
Η καταστροφή υποδομών, όπως οι γέφυρες, τα φράγματα, οι δρόμοι, έθεσαν επίσης σε κίνδυνο την πρόσβαση στην τροφή, παρατηρεί ακόμη η σύμβουλος του προγράμματος του ΟΗΕ.
Δράση πριν τον χειμώνα
Ο συνδυασμένος αντίκτυπος της σύγκρουσης και της ξηρασίας προκάλεσε πληθωρισμό στις τιμές των βασικών τροφίμων: το σιτάρι είναι πλέον 24% πιο ακριβό αυτή τη στιγμή από το μέσο όρο των πέντε τελευταίων ετών.
«Η κατάσταση είναι καταστροφική. Οι τελευταίες αναλύσεις δείχνουν πως 14 εκατομμύρια άνθρωποι αντιμετωπίζουν ήδη σοβαρό ή οξύ κίνδυνο λιμού, πρόκειται για έναν στους τρεις. Και δύο εκατομμύρια παιδιά είναι αντιμέτωπα με τον κίνδυνο του υποσιτισμού», προειδοποιεί η Μακγκρόαρτι.
Επικεφαλής ομάδας 480 ανθρώπων, από τους οποίους οι 440 είναι Αφγανοί, εννοεί να συνεχίσει τη δουλειά της και υπογραμμίζει πως το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα επιχειρεί εδώ και χρόνια σε ζώνες που ελέγχονται από τους Ταλιμπάν.
«Το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα , τα Ηνωμένα Έθνη και το ανθρωπιστικό σύστημα είναι αποφασισμένα να παραμείνουν και να παράσχουν την ανθρωπιστική απάντηση που είναι τόσο απαραίτητη», δηλώνει αναφέροντας ότι το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα έχει στόχο να παράσχει βοήθεια μέχρι το τέλος της χρονιάς σε 9 εκατομμύρια Αφγανούς. Ο οργανισμός εκτιμά πως, για να το κάνει αυτό, έχει επείγουσα ανάγκη 200 εκατομμυρίων δολαρίων.
Η βοήθεια αυτή έχει ακόμη πιο κρίσιμη σημασία επειδή η κατάσταση μπορεί να επιδεινωθεί τους ερχόμενους μήνες: «Έχουμε σκληρούς χειμώνες στο Αφγανιστάν. Όταν έρχεται το χιόνι, πολυάριθμες κοινότητες, σε πολυάριθμες ζώνες, βρίσκονται απομονωμένες. Οφείλουμε συνεπώς να μεταφέρουμε αποθέματα τροφίμων στις ζώνες αυτές πριν από την έλευση του χειμώνα».
Κέντρο υποδοχής 1.000 αφγανών προσφύγων θα λειτουργήσει στην Ισπανία
Το κέντρο που θα στεγάσει αφγανούς πρόσφυγες, που εργάσθηκαν για τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, στην Ισπανία θα είναι δυναμικότητας 1.000 ατόμων, ανακοίνωσε ο ισπανός υπουργός Εξωτερικών.
Ο Χοσέ Μανουέλ Αλβάρες δήλωσε στο ισπανικό δίκτυο RTVE ότι το κέντρο θα αποτελέσει πύλη εισόδου για την Ευρωπαϊκή Ενωση για τέτοιου είδους πρόσφυγες και τις οικογένειές τους.
Οι άνθρωποι που θα γίνονται δεκτοί στο κέντρο, το οποίο θα περιλαμβάνει και ζώνη τεστ για Covid, θα κατευθύνονται στην συνέχεια προς διάφορες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, διευκρίνισε ο υπουργός Μετανάστευσης της Ισπανίας Χοσέ Λουίς Εσκρίβα.