Της Ελευθερίας Μηλάκη
Είχα γνωρίσει ένα παιδί, το Σ., ο οποίος είναι συνομήλικός μου και η οικογένειά του ασχολείται με τον τουρισμό εδώ στην Κρήτη. Ο Σ. είχε κάποιο πρόβλημα με τα τυχερά παιχνίδια, για την ακρίβεια είχε σοβαρότατο πρόβλημα εθισμού. Ό,τι και να συζητούσες μαζί του, η κουβέντα θα γύριζε πάντα στο αγαπημένο του θέμα. Μια μέρα είχαμε πάει για καφέ, ήταν και η μαμά του και η αδερφή του. «Όταν κερδίσω το τζόκερ, θα τα δώσω στη μητέρα μου να τα διαχειρίζεται. Εμένα θα μου δίνει 500 ευρώ τη μέρα για τα τσιγάρα μου και τα έξοδά μου και τα υπόλοιπα θα τα διαχειρίζεται εκείνη». Κανείς δεν του είπε κάτι. Μια άλλη μέρα είχα πάει εκδρομή στον Άγιο Νικόλαο και χτύπησε το κινητό μου. Όταν του είπα πού είμαι, αμέσως με προέτρεψε να πάω να παίξω ένα δελτίο για χάρη του! Είναι ενά δρομάκι… Εκεί που είσαι, δεξιά… Δεν πήγα, όμως μια άλλη μέρα, ανυποψίαστη, του διηγήθηκα μια ιστορία που διάβασα σε ένα περιοδικό, για κάτι Γερμανούς στην Κατοχή που πήγαν σε ένα σπίτι και ζήτησαν να φάνε. Η νοικοκυρά τους έφτιαξε τηγανήτες και εκείνοι αφού έφαγαν όσο ήθελαν, έσβησαν τα τσιγάρα τους μέσα στα πιάτα… Ο Σ. άκουγε προσεχτικά και στο τέλος παρατήρησε: «Κ….γερμανοί, όταν κερδίσω το τζόκερ θα σας πω έξω από το μαγαζί μου!».
Λοιπόν έτσι ένιωσα, σαν τον Σ., όταν διάβασα σε ένα γερμανικό περιοδικό ένα θέμα με τίτλο «Τόπος λαχτάρας: Ελευθερία». Είναι η ιστορία μιας 41χρονης Γερμανίδας, η οποία ζούσε στο Μόναχο σε ένα διαμέρισμα με μπαλκόνι σε ένα ωραίο προάστειο, αλλά δεν είχε σύντροφο και παιδιά. Έτσι της ήταν εύκολο όταν ξεκίνησε η πανδημία, να αφήσει τη ζωή της και να έρθει στην Ελλάδα, για να εγκατασταθεί ως «ψηφιακή νομάς». Είχε και κίνητρο γι’ αυτό. Για εφτά χρόνια έχει το δικαίωμα να πληρώνει τους μισούς φόρους. Δηλαδή η πατρίδα της δίνει κίνητρο σε ανθρώπους που θέλουν να εγκατασταθούν στο Νότο. Στο δικό μας Νότο. Και εμείς λογικά πρέπει να χαιρόμαστε να προσελκύουμε τέτοιου είδους «τουρίστες»… «Στην Ελλάδα είμαστε καλοδεχούμενοι και πληρώνουμε και τη μισή φορολογία (στη Γερμανία φυσικά, στην Ελλάδα δεν πληρώνουν τίποτα). Μέχρι εδώ όλα καλά. Υποτίθεται ότι οι άνθρωποι αυτοί ζουν στην Ελλάδα, μένουν, καταναλώνουν, άρα οφελούν την οικονομία. Προσωπικά έχω ιδιαίτερη αγάπη για τις ξένες γλώσσες, τις ξένες κουλτούρες, μου αρέσει να μαθαίνω και πιστεύω ακράδαντα ότι «μια ξένη γλώσσα είναι μια δεύτερη ζωή». Γι’ αυτό και είμαι ευγνώμων που έχω μάθει γερμανικά. Ειδικά αυτοί που έρχονται στη χώρα μας λόγω πολέμων ή λόγω βίας, ή απλά ως οικονομικοί μετανάστες για μια καλύτερη ζωή και για μια πιο ελεύθερη κοινωνία, είναι για μένα κάτι παραπάνω από καλοδεχούμενοι. Πραγματικά πιστεύω ότι οι μετανάστες και τα παιδιά τους μπορούν να συμβάλλουν στην επίλυση του λεγόμενου «δημογραφικού» και δεν βάζω ως προϋπόθεση αυτό που λένε κάποιοι κρυφά ή φανερά ακροδεξιοί, ότι δηλαδή πρέπει να ενσωματωθούν στην «ελληνική κουλτούρα», γιατί απλά δεν πιστεύω ότι εμείς έχουμε κάποια ανώτερη κουλτούρα σε σύγκριση π.χ. με τους ασιάτες ή και τους βαλκάνιους. Αντίθετα ακαλλιέργητους και απολίτιστους ανθρώπους, όπως επίσης και καλλιεργημένους και πολιτισμένους έχουν όλα αυτά που ονομάζουμε έθνη.
Αυτός όμως που έρχεται στην Ελλάδα με τον αέρα του «ανώτερου», του κατακτητή ουσιαστικά, του «νικητή», αυτός όχι μόνο δεν είναι καλοδεχούμενος, αλλά τον βλέπω όπως είδαν οι παππούδες μας τους Γερμανούς στη Μάχη της Κρήτης και στην Κατοχή. Ναι, τους βλέπω εχθρικά και με το δίκιο μου νομίζω. Μεταφράζω μερικά αποσπάσματα από την αφήγηση της γερμανίδας ψηφιακής νομάδος. «Μένω εδώ και μερικούς μήνες στη Βουλιαγμένη, το Μαλιμπού της Αθήνας». «Δυσκολεύομαι στις συναλλαγές μου με τους δημοσίους υπαλλήλους και μαθαίνω να αποδέχομαι ότι οι Έλληνες δεν σταματάνε στις διαβάσεις, δεν μαζεύουν τα περιττώματα των σκύλων τους και με τις μηχανές τους μετατρέπουν τους δρόμους σε πίστες ταχύτητας». «Ξέρω πως κάτω από τα περισσότερα γερμανικά χειμωνιάτικα παλτό, καίει η λαχτάρα για το Νότο. Για αυτή τη (φαινομενική) ελαφρότητα και αυτό το φως. Εκατομμύρια φορές ονειρεύομαστε αυτό το όνειρο, της ζωής στο Νότο. Τι μας κρατάει άραγε πίσω; Και σε τι διαφέρουν οι τρελοί από τους λογικούς, που παραμένουν στη Γερμανία και σε ένα ασφαλές σύστημα υγείας; Αυτοί δεν είναι φοβητσιάρηδες. Γιατί το θάρρος και μόνο δεν αρκεί. Πρέπει και το πεπρωμένο να σε σπρώξει. Τουλάχιστον έτσι έγινε με μένα. Πριν από ένα χρόνο οι προοπτικές μου δεν ήταν τόσο ηλιόλουστες, όσο η θέα από το μπαλκόνι μου. Με το πρώτο λοκντάουν έχασα μέσα σε λίγες μέρες πολλές δουλειές – άρα και την ικανότητα να πληρώνω όλα εκείνα από τα οποία αποτελείται μια ενήλικη ζωή: Ενοίκιο, ασφάλειες, συμβόλαιο κινητού. Μέχρι τότε νόμιζα πάντα ότι τα είχα όλα, εκτός από έναν άντρα και παιδιά. Τώρα κατάλαβα, όπως τόσοι άλλοι σε αυτούς τους πανδημικούς καιρούς, ότι αυτά ήταν μία ψευδαίσθηση που διαλύθηκε στον αέρα, όταν το χρήμα έπαψε να ρέει. Ζούσα στο ωραιότερο μέρος του Μονάχου, με μπαλκόνι, αν και χωρίς ήλιο. Όσο τα πράγματα πήγαιναν καλά, έμενα απελπισμένα προσκολλησμένη σε αυτό το καθεστώς, δηλαδή, όλα σούπερ, λείπει μόνο ένας άντρας». «Έπρεπε να αφήσω το διαμέρισμα. Μάζεψα τα πράγματά μου και πήγα στην καλύτερή μου φίλη. Εκείνο το κρύο βράδυ του Νοέμβρη, ενώ κατευθυνόμουν με το σκύλο μου προς το Σάλτσμπουργκ, αισθάνθηκα ξαφνικά τόσο ζωντανή όσο στα 25. Είχα ξανά επιλογές! Θα μπορούσα να πάω, αν έστριβα, Ιταλία. Ή να φτάσω μέχρι την Αγκόνα και να πάρω το πλοίο, ας πούμε, για Αθήνα; Όπου τώρα ζω ως ψηφιακή νομάς και γλυτώνω τους μισούς φόρους για 7 χρόνια; Δεν είναι ότι δεν μου αρέσει η πατρίδα μου. Αλλά η ζωή με παλτό είναι καταθλιπτική, ενώ η ζωή με μπικίνι είναι ευτυχισμένη».
«Οι άνθρωποι σε αυτές τις χώρες καταλαβαίνουν καλύτερα την τάση μου να φτάνω καθυστερημένη και την απέχθειά μου για τους κανόνες. Τα τελευταία χρόνια της ζωής μου περίμενα όλο το χρόνο μέχρι να έρθει η ευτυχία του καλοκαιριού, στο Νότο. Λίγη εμπειρία από Ελλάδα είχα ήδη, επειδή πέρασα τους τελευταίους καλοκαιρινούς μήνες στο αγαπημένο μου νησί. Το πώς είναι όμως αλήθεια μια χώρα, το μαθαίνες όταν ζεις εκεί. Έκλεισα λοιπόν ένα διαμέρισμα με Airbnb στην αθηναϊκή ριβιέρα. Και πήγα το Μάρτη, με το fiat 500 φορτωμένο και με το σκύλο μου. Περάσαμε το Τιρόλο, περιοχή υψηλού κινδύνου, κάναμε ένα τεστ στην Ιταλία, μπήκαμε στο πλοίο και φτάσαμε στην Πελοπόννησο. Όταν φτάσαμε ήταν λοκντάουν. Δεν μπορούσα να επισκεφθώ τους φίλους μου στην Αθήνα. Έτσι πήγαινα κάθε μέρα, με κάθε καιρό, με μία νέα παρέα στην παραλία εν μέσω λοκντάουν. Κολυμπούσαμε πολύ στα κρύα νερα, παίζαμε beach volley και πίναμε κρασί. Μιλούσαμε για την κρίση στις σχέσεις, αυτή τη σουρεαλιστική αναβολή των προτεραιοτήτων λόγω του κορωνοϊού, για την ελευθερία και για σχέδια ζωής. Έμαθα γρήγορα ότι με τους Έλληνες γίνεται κανείς «στωικός». Μου ήρθε η σκέψη ότι ήμουν ήδη στωική. Στο έτος του κορωνοϊού έπαψα να αξιολογώ τις καταστάσεις και άρχισα να τις αξιοποιώ όσο καλύτερα μπορώ. Τώρα καθόμουν, ελαφρώς πτωχευμένη, με μπικίνι στον ήλιο, ενώ στο Μόναχο στη γειτονιά μου έπεφτε χιονόνερο. Τότε έβρεχε και δουλειές, για μένα. Σίγουρα οι αποφάσεις λαμβάνονται εύκολα, όταν δεν έχουν μεγάλες συνέπειες». «Κανείς από την παρέα των στωικών της παραλίας δεν το έβρισκε παράξενο, που μία 41-χρονη σινγκλ γυναίκα από τη Γερμανία περνάει έτσι τη ζωή της. Λένε ότι υπάρχει ένας τύπος ανθρώπου που δεν είναι ούτε έλληνας ούτε γερμανός ούτε τίποτα. Τον λένε «μεσογειακό». Νομίζω ότι αυτή η μεσογειακή προσωπικότητα όντως υπάρχει και σιγοκαίει μέσα σε πολλούς από μας. Αρκεί να την αφήσει να εκδηλωθεί. Μεσογειακός σημαίνει να εγκαταλείπεις την ανάγκη να τα έχεις όλα υπό έλεγχο, με όλες τις συνέπειες που επακολουθούν. Περίπου έτσι: Να τρέχεις μέσα στη νύχτα στη Βουλιαγμένη, να βλέπεις ξαφνικά ένα διαμέρισμα με την επιγραφή «ενοικιάζεται» και κρυμμένο πίσω από λεμονιές. Το σπίτι είναι διπλάσιο από το διαμέρισμά μου στο Μόναχο και κοστίζει το ένα τρίτο.» «Τώρα έχουν φτάσει τα πράγματά μου από το Μόναχο και λέω σε όλους ότι μετακόμισα». Πολλοί με ρωτάνε μήπως βρήκα κάποιον, λες και μια γυναίκα έχει ανάγκη να βρει κάποιον, για να μετακομίσει. Οι άλλοι μου λένε μπράβο και εγώ αν μπορούσα το ίδιο θα έκανα. Αλλά οι καλοπληρωμένες δουλειές, τα παιδιά και οι συζύγοι, εμποδίζουν πολλούς από το να διαμορφώσουν εκ νέου τις ζωές τους». «Ευτυχώς που δεν είχα παιδιά, άντρα και διαμέρισμα. Έτσι στην πανδημία ήταν εύκολο να ξυπνήσει μέσα μου ξανά η περιπετειώδης φύση μου».
Είμαι στην ίδια ακριβώς ηλικία με την κοπέλα αυτή. Είχα φτιάξει μια υπέροχη ζωή στο Ηράκλειο, αλλά μου έλειπε ένας σύντροφος. Την ακροδεξιά αθλιότητα «να τους πάρεις σπίτι σου», εγώ την πραγματοποίησα κυριολεκτικά. Τότε ξέσπασε η κρίση του 2009 και η υπέροχη ζωή μας μετατράπηκε σε αληθινό εφιάλτη. Σε αυτό βοήθησε και η «βοήθεια» των Ευρωπαίων προς τη χώρα μας. Πήγαμε και εμείς στη Γερμανία, όμως το σπίτι μας ήταν πέντε φορές μικρότερο και δυο φορές ακριβότερο… Αν δεν είχες μια περιζήτητη ειδικότητα, όπως π.χ. γιατρός, κανείς δεν το θεωρούσε σημαντικό που μιλούσες γερμανικά σαν μητρική γλώσσα. Τι να τις κάνουν στην Αθήνα τις γλαύκες; Ακόμα και μέσα στην κρίση, η ποιότητα ζωής στο Ηράκλειο ήταν ασύγκριτα ανώτερη σε σχέση με τη ζωή στο Άαχεν, ή στην Κολωνία, ή στο Βερολίνο. Τη νοοτροπία του παππού τους φαίνεται πως πολλοί δεν την έχουν αποβάλλει και νομίζουν πως είναι πολιτισμικά ανώτεροι από τους μεσογειακούς λαούς. Αυτό που τους αρέσει στην Ελλάδα είναι μάλλον ο ήλιος, η θάλασσα, οι φυσικές ομορφιές, χωρίς εμάς… Ή μάλλον, με όσους από μας είμαστε δυνατοί, υγιείς και πρόθυμοι να τους χρησιμεύσουμε στο να κάνουμε τις άχαρες δουλειές. Δηλαδή αν δεν υπηρχαν στη Γερμανία «καλοπληρωμένες δουλειές», θα έρχονταν όλοι; Τώρα προς το παρόν έρχονται οι αποτυχημένοι τυχοδιώκτες που δεν έχουν τίποτα να χάσουν; Απλά εδώ βρίσκουν πιο φτηνή ζωή και πιο χαμηλή φορολογία που έτσι και αλλιώς οι φόροι δεν πάνε στο ελληνικό δημόσιο, αλλά στο γερμανικό; Θα έρθουν να μας κουνήσουν το δάχτυλο «ότι δεν μαζεύουμε τα περιττώματα του σκύλου»; Αρέσκονται μάλλον στην ιδέα ότι αυτοί είναι πιο πολιτισμένοι από μάς. Κάτι τέτοιοι τύποι να ξέρουν πως δεν είναι καθόλου καλοδεχούμενοι, γιατί πρώτον δεν είμαστε κάφροι όπως νομίζουν και δεύτερον είμαστε περήφανοι. Γιατί επιβιώσαμε παρ’ όλη τη «βοήθεια» των Ευρωπαίων. Δεν έχουμε καμία διάθεση να έρθουν τα πτωχοκομεία της Ευρώπης να παριστάνουν εδώ τα έξυπνα. Ούτε τα πτωχοκομεία ούτε τις πλούσιες παρέες, σαν αυτή του πρωθυπουργού στο Δεσποτικό. Ούτε τους κροίσους και τις καλλονές που έχουν αγοράζει όλη τη Μύκονο και όλη τη χώρα γενικά και καίνε και χαρτονομίσματα.Οι δικοί μας γονείς έκαναν οικονομία για να κάνουν ένα σπίτι, δεν πήγαιναν Urlaub (=διακοπές). Και όμως η κυβέρνηση προσπαθεί να δώσει σε όλους αυτούς τους Άθλιους τις περιουσίες του ελληνικού λαού. Θέλουμε και εμείς να ζήσουμε ευτυχισμένοι εδώ. Εμείς που ξέρουμε ελληνικά και δεν χρειάζεται να μάθουμε… Είναι και δύσκολα τα ελληνικά να τα μάθεις… Εδώ μπορούμε όσοι θέλουμε να ζήσουμε απλά και χαρούμενα, αρκεί να υπάρξει και μια ηγεσία που θα νοιαστεί για τα νοσοκομεία, τα σχολεία, τις οικογένειες, τους νέους… Η ζωή είναι απλή στην Ελλάδα, κάποιοι μας την κάνουν δύσκολη. Κατεβήκαμε μια βόλτα στο κέντρο και καθίσαμε σε ένα παγκάκι στη Δικαιοσύνης, ανάμεσα στα «έργα», να ξεκουραστούμε λίγο. Ήταν ένας μουσικός με σκισμένο τζην, που έπαιζε κιθάρα και τραγουδούσε. Έδινε κανονικό ρεσιτάλ. Πλησίασε ο Α. να βάλει ένα κέρμα και αυτός μετά έπαιξε το μαύρο γάτο του Παπακωνσταντίνου. Δίκιο έχεις, σκέφτηκα. Κάλλιο μ’ ένα γάτο… Μετά πήγε και ο μικρός και ο μουσικός του έδωσε το άλμπουμ με το ρεπερτόριο, να διαλέξει κάτι. Διάλεξε Μάνο Ελευθερίου και έτσι ακούσαμε τη δίκοπη ζωή… Και όμως μια απλή βόλτα στο κέντρο του Ηρακλείου και λίγη μουσική ήταν σαν ένα κανονικό ταξίδι! Σε μια στιγμή που η Ελλάδα έχει γίνει υπόθεση των ξένων και των εχόντων, ας τους υπενθυμίσουμε ότι είμαστε και εμείς εδώ. Και δεν είμαστε ούτε «αγράμματοι», ούτε «φτωχοί», ούτε «δούλοι» και κυρίως δεν είμαστε βλάκες. Περισσότερα σχόλια για τη συγκεκριμένη νοοτροπία που κουβαλάει η συγκεκριμένη Γερμανίδα, δεν μπορώ να προσθέσω. Δεν θέλω ούτε να φανταστώ τι θα έλεγε ο Σ. αν του τα διηγιόμουν όλα αυτά… Επίσης, αυτό που λένε κάποιοι ότι οι μεσογειακοί τύποι είναι πιο αυθόρμητοι, δεν ισχύει. Υπάρχουν συμπατριώτες μας που δεν αφήνουν τίποτα στην τύχη, που υπολογίζουν τα πάντα σαν ψυχροί λογιστές. Ακόμα και αν όμως οι Έλληνες έχουν μεσογειακό ταμπεραμέντο, αυτό δεν σημαίνει ότι «για να έρθει να ζήσει κανείς στην Ελλάδα πρέπει να είναι τρελός»… Εκτός και αν το ακροδεξιό παραλήρημα μιας γερμανίδας κρύβει και κάποιες πικρές αλήθειες…
Ζω στον πραγματικο νοτο τη Μεσαρα και για πολλα χρονια αισθανομαι αυτο που περιγραφει η Ελευθερια καποιοι απ αυτους ειδικα τους δυτικοευροπαιους που χτιζουν δευτερη και πρωτη κατοικια στην περιοχη και σε χωρια που υπηρξαν παραδοσιακα και ομορφα παραβιαζοντας καθε ορο αισθητικης πολαιοδομιας και υποδομων πανω σε κερυφες βουνων λοφων διανοιγοντας δρομους αυθαιρετα απαιτοντας φως νερο τηλεφωνο και πανω απ ολα πισινα σ εναν τοπο που διψαει και απειληται με ερημοποιηση με την ανοχη των αρχων εχουν αυτη την αποκιοκρατικη νοοτροπια και σου κουνουν το δακτυλο. Αναρωτιεμαι θα τα καναν ποτε αυτα στη χωρα τους οι κατα τ αλλα νομοταγης και πολιτισμενοι δυτικοι αλλα το φταιξιμο ειναι περσσοτερο δικο μας που ενω οι δικοι μας προγονοι εδωσαν τη ζωη τους για να μην καταχτηθουν και να υποταχθουν με τη βια τωρα οι απογονοι τους προσφερουν γη και υδωρ για τους νεους επενδητες καταχτητες ανευ ορων στο βωμο της λεγομενης αναπτηξης. Που ειναι οι δημοι που ειναι οι περιφερεις που ειναι οι πολεοδομοιες που ειναι οι αρχες που ειναι το κρατος ποιοι οι λογοι που δεν εφαρμοζεται η νομιμοτητα οι λογοι ευνοητοι και γνωστοι γι αυτοι και αυτοι γραφουν αυτα που γραφουν γιατι νομιζουν οτι εχουν να κανουν με ραγιαδρς Ελευθερια αλλα θα πρεπει να μαθουν οτι δεν ειναι ολοι.
Όπως σχεδόν παραδέχεται και η ίδια η συγκεκριμένη γερμανιδούλα, θέλει να είναι πετυχημένη και ανεξάρτητη γυναίκα, όμως αυτό που πραγματικά λαχταρά είναι να γίνει “σύζυγος τρόπαιο που δεν κάνει τίποτα όλη μέρα”… Ε, νέα είναι ακόμα, στην Ελλάδα κάτι θα βρεθεί.