Την ανάγκη δημιουργίας «ενός δημοκρατικού ρεύματος μέσα στην κοινωνία» που θα οδηγήσει στην ανατροπή της σημερινής επικίνδυνης κυβέρνησης, τονίζει ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Νάσος Ηλιόπουλος, σε άρθρο του στην εφημερίδα «Documento».
Η πανδημία, όπως ήταν φυσιολογικό, πάγωσε τον πολιτικό χρόνο. Ειδικά στην πρώτη φάση της δημιούργησε ένα αίσθημα συσπείρωσης γύρω από την εκτελεστική εξουσία. Σύνηθες φαινόμενο σε κρίσεις που οι κοινωνίες αντιλαμβάνονται ως εξωγενείς. Αυτή η περίοδος όμως έχει πια ολοκληρωθεί. Ο πολιτικός χρόνος τρέχει ξανά με μεγαλύτερη ταχύτητα και η ασυλία που είχε αποκτήσει η κυβέρνηση εξαντλείται.
Η κοινωνία έρχεται αντιμέτωπη με μια σειρά από νομοθετικές πρωτοβουλίες οι οποίες δεν μπορούν να δικαιολογηθούν από την έκτακτη συνθήκη της πανδημίας. Η ψήφιση του νέου πτωχευτικού κώδικα, το κόψιμο 25.000 μαθητών από τα ΑΕΙ, ο εργασιακός νόμος και το τζογάρισμα που έρχεται για συντάξεις και ασφαλιστικές εισφορές.
Με την συμπλήρωση δύο ετών από τις προηγούμενες εκλογές και με το ρευστό κλίμα που έχει δημιουργηθεί είναι φανερό ότι σταδιακά εισερχόμαστε σε μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο. Ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία αυτή τη μάχη οφείλει να τη δώσει με το βάρος της ευθύνης που έχει απέναντι στον κόσμο της δουλειάς και στην νεολαία. Οφείλει δηλαδή να νικήσει.
Ας προσπαθήσουμε όμως πρώτα να κάνουμε έναν σύντομο απολογισμό της διαχείρισης της πανδημίας. Η Ελλάδα μπήκε στο δεύτερο κύμα εντελώς απροετοίμαστη. Ας αναλογιστούμε απλά ότι στο πρώτο κύμα, μέχρι τέλος Σεπτεμβρίου, είχαμε 391 απώλειες συμπολιτών μας και από τον Οκτώβρη μέχρι σήμερα περισσότερες από 12.300. Ταυτόχρονα η κοινωνία μετράει τις πληγές της από τη μονοθεματική λειτουργία του ΕΣΥ. Μόνο για το 2020 καταγράφεται υπερβολική θνησιμότητα που περνάει τις 9.000 απώλειες συμπολιτών μας.
Μέσα σε χρονιά πανδημίας ο προϋπολογισμός για την υγεία μειώνεται 600 εκ. και οι μόνιμοι εργαζόμενοι στο σύστημα υγείας είναι 1.680 λιγότεροι. Με μία φράση η ΝΔ ποτέ δεν πίστεψε σε ένα δημόσιο σύστημα υγείας. Το αποτέλεσμα είναι σήμερα αντί να συζητάμε για την ενίσχυση που απαιτείται στο ΕΣΥ, η κυβερνητική πολιτική να είναι η ιδιωτικοποίησή του.
Κάπως έτσι φτάνουμε και στον εμβολιασμό. Βρισκόμαστε στην καρδιά του καλοκαιριού και το ποσοστό των πλήρως εμβολιασμένων είναι στο 40%. Η αποτυχία της κυβέρνησης – αστοχία 30% σε σχέση με τον δημόσια διακηρυγμένο στόχο – προφανώς πρέπει να φορτωθεί στην κοινωνία. Εδώ και επτά μήνες δεν έχουν λυθεί βασικά θέματα όπως ο εμβολιασμός των συμπολιτών μας με προβλήματα μετακίνησης ενώ ποτέ δεν ενισχύθηκε ουσιαστικά η πρωτοβάθμια περίθαλψη. Το πρωί θα είμαστε όλοι μαζί ο ένας πάνω στον άλλο στα ασφυκτικά γεμάτα μέσα μεταφοράς αλλά στην εστίαση θα διαχωρίσουμε εμβολιασμένους και μη.
Η πολιτική της ΝΔ σε εργασία και κοινωνική ασφάλιση συμπυκνώνει με τον πιο εμφατικό τρόπο την αντίληψή της για το παραγωγικό μοντέλο. Ευέλικτη και κακοπληρωμένη εργασία, εργοδοτική ασυδοσία και απουσία ελεγκτικών μηχανισμών, ιδιωτικοποίηση κοινωνικών πόρων και κοινωνικοποίηση της ζημίας. Ένα μοντέλο βγαλμένο από το παρελθόν το οποίο έχει αποδειχθεί κοινωνικά άδικο και οικονομικά αναποτελεσματικό.
Ο βασικός στόχος του εργασιακού νόμου είναι να γίνει ακόμα πιο φθηνή η εργασία. Αυτό συμβαίνει με τα εξής εργαλεία: ενίσχυση των ατομικών σε βάρος των συλλογικών συμβάσεων, πιο πολλές και πιο φθηνές υπερωρίες, πιο εύκολες απολύσεις, υποβάθμιση των ελεγκτικών μηχανισμών και κατάργηση βασικών συνδικαλιστικών ελευθεριών.
Ο εργασιακός νόμος σχετίζεται άμεσα με τις εξελίξεις στην κοινωνική ασφάλιση. Η μείωση των μισθών και η αύξηση της απλήρωτης εργασίας που θα φέρει αυτός ο νόμος θα έχουν αρνητικά αποτελέσματα και στα ασφαλιστικά έσοδα. Το ασφαλιστικό νομοσχέδιο έρχεται να ολοκληρώσει τον κύκλο πολιτικών κοινωνικής λεηλασίας ενάντια στον κόσμο της δουλειάς. Η μετατροπή των νέων εργαζομένων σε «επενδυτές με το ζόρι» θα στερήσει από το σύστημα πολύτιμους πόρους με βάση τους οποίους πληρώνονται οι σημερινές συντάξεις. Ταυτόχρονα το τζογάρισμα ή αλλιώς το «επενδυτικό ρίσκο» εισφορών και συντάξεων θα έχει κινδύνους όχι για τις ιδιωτικές ασφαλιστικές αλλά για την κοινωνία. Για άλλη μια φορά τα κέρδη θα είναι ιδιωτικά και οι ζημιές δημόσιες.
Οι μάχες οπισθοφυλακών και οι καλές εκλογικές καταγραφές δεν αλλάζουν τη ζωή των ανθρώπων στις λαϊκές γειτονιές του Πειραιά και της Αθήνας. Οφείλουμε λοιπόν ξανά να αναλάβουμε την ευθύνη να αλλάξουμε αυτή τη χώρα. Να αναλάβουμε την ευθύνη και να συσπειρώσουμε όλους και όλες που μπορούν να δημιουργήσουν μια πιο ανθρώπινη χώρα με δικαιοσύνη και αλληλεγγύη.
Για να υπερασπίσουμε το δικαίωμα στην υγεία και την μόρφωση. Για να στηρίξουμε τους εργαζόμενους με αύξηση μισθού, ισχυρές συλλογικές συμβάσεις και αποτελεσματικούς ελεγκτικούς μηχανισμούς. Για να ρυθμίσουμε με βιώσιμο τρόπο το ιδιωτικό χρέος. Για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε με δημοκρατικό τρόπο τις προκλήσεις της πράσινης μετάβασης. Για να ανασάνει ξανά η δημοκρατία και οι δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας. Αυτή η ευθύνη περιλαμβάνει τη δημιουργία ενός δημοκρατικού ρεύματος μέσα στην κοινωνία. Την δημιουργία και την ενίσχυση συλλογικοτήτων που καθημερινά με την οργάνωση και την δράση τους θα υπερασπίζονται τα συμφέροντα της κοινωνίας και θα δώσουν τη μάχη για την ανατροπή της σημερινής κυβέρνησης και της πολιτικής της. Με αυτό τον τρόπο θα μπορέσουμε να δώσουμε τη μάχη ενάντια σε μια επικίνδυνη κυβέρνηση και να την κερδίσουμε.