Συνέντευξη στο Κρατικό Πρακτορείο Ειδήσεων της Βόρειας Μακεδονίας έδωσε ο Αλέξης Τσίπρας, με αφορμή τη συμπλήρωση τριών χρόνων από την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ -Προοδευτική Συμμαχία εκτιμά ότι στο διάστημα αυτό έχουν αλλάξει πολλά προς το καλύτερο και μπορούν να αλλάξουν περισσότερα στη σχέση των δύο χωρών. Τονίζει ότι οι προοδευτικοί πολιτικοί είναι για να δίνουν λύσεις ακόμη και αν έχουν πολιτικό κόστος και σημειώνει ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ακόμη κυβέρνηση θα είχε προχωρήσει πιο αποφασιστικά στην υλοποίηση της Συμφωνίας των Πρεσπών, λύνοντας έγκαιρα και θέματα όπως αυτό με τις φανέλες της εθνικής.
Τέλος, ενόψει του πρώτου Prespa Forum, στο οποίο θα συμμετάσχει, ο Αλέξης Τσίπρας στέλνει μήνυμα ότι Ελλάδα και Βόρεια Μακεδονία έχουν φτάσει μακριά αλλά μπορούν να πάνε και πολύ πιο μπροστά μαζί.
Ολόκληρη η συνέντευξη του Αλέξη Τσίπρα:
Κύριε Πρόεδρε, συμπληρώνονται ακριβώς τρία χρόνια από την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών. Βλέποντας τα πράγματα από τη θέση πλέον της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, τι έχει αλλάξει για τις δύο χώρες;
Άλλαξαν πάρα πολλά προς το καλύτερο και μπορούν να αλλάξουν ακόμα περισσότερα. Την περίοδο 2014-2017 η ΕΕ είχε ανακοινώσει το πάγωμα της ενταξιακής διαδικασίας, η επιρροή της μειωνόταν δραστικά προς όφελος άλλων δυνάμεων με δικούς τους σχεδιασμούς και τα Δυτικά Βαλκάνια βυθίζονταν στη μία κρίση μετά την άλλη. Με τη Συμφωνία των Πρεσπών υποχρεώσαμε την ΕΕ να ξεπαγώσει τη διαδικασία διεύρυνσης, να ενισχύσει τον ρόλο της στην περιοχή και να δώσει πράσινο φως όχι μόνο στην Βόρεια Μακεδονία, αλλά και στην Αλβανία. Σκεφτείτε σε τι κατάσταση θα βρίσκονταν τώρα τα Δυτικά Βαλκάνια αν δεν είχε υπάρχει αυτή η εξέλιξη και πώς θα είχαν συμπαρασυρθεί αρνητικά και οι εξελίξεις αλλού πχ σε σχέση με τις συνομιλίες Βελιγράδι-Πριστινα. Κυρίως, καθιερώσαμε μια στρατηγική σχέση συνεργασίας και φιλίας. Μια σχέση που επιτρέπει στην Ελλάδα να στηρίζει ενεργά την ευρωπαϊκή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας, να αναπτύσσει ραγδαία την περιφερειακή οικονομική και ενεργειακή συνεργασία και να αστυνομεύει τον εναέριο χώρο της ως συμμαχική χώρα.
Αποδείξαμε ότι η Ελλάδα είναι όντως πυλώνας ειρήνης, σταθερότητας και ασφάλειας στην περιοχή. Αποδείξαμε πώς οι προοδευτικές δυνάμεις μπορούν πραγματικά να αλλάξουν τον κόσμο και ότι είναι εφικτό να βρίσκουμε αμοιβαία αποδεκτές συμφωνίες εάν υπάρχει σεβασμός. Αμοιβαίος σεβασμός και σεβασμός του διεθνούς δικαίου. Δεν ήταν εύκολο για εμένα και τον Ζόραν, ούτε για τον Νίκο Κοτζιά και τον Νίκολα Ντιμιτρώφ. Και διαφωνούσαμε και συγκρουστήκαμε στις διαπραγματεύσεις. Αλλά υπήρχε μεταξύ μας σεβασμός και η πολιτική βούληση ότι πρέπει να αλλάξουν τα πράγματα προς το καλύτερο όσο δύσκολο και αν είναι. Εκεί χτίζεται η φιλία και στην πολιτική και σε ανθρώπινο επίπεδο.
Δυστυχώς, εδώ και καιρό βλέπουμε τάσεις επιστροφής στο παρελθόν με το πάγωμα της Διακυβερνητικής Διάσκεψης από την Βουλγαρία. Καταλαβαίνω την απογοήτευση του λαού της Βόρειας Μακεδονίας. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι όσο δύσκολο και αν είναι, η φίλη Βουλγαρία πρέπει να βρει – όπως βρήκαμε εμείς- την πολιτική βούληση για αμοιβαία αποδεκτές λύσεις που μας πάνε μπροστά αντί να μας φυλακίζουν στο παρελθόν. https://01dc67deaca46b648af31b1f133ed6dc.safeframe.googlesyndication.com/safeframe/1-0-38/html/container.html
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε τις εκλογές το 2019. Ενδεχομένως να έπαιξε ρόλο και η υπογραφή της Συμφωνίας. Άξιζε τελικά αυτό το πολιτικό κόστος; Αν μπορούσατε να γυρίσετε τον χρόνο πίσω, θα αλλάζατε κάτι;
Ως προοδευτικοί πολιτικοί είμαστε εδώ για να προωθούμε λύσεις ακόμα και αν έχουν πολιτικό κόστος. Ίσως αν γύριζα τον χρόνο πίσω θα έκανα ακόμα μεγαλύτερη προσπάθεια για να κοινοποιηθούν σε όλο τον ελληνικό λαό τα οφέλη της Συμφωνίας που τώρα όλο και περισσότεροι αναγνωρίζουν σύμφωνα με σχετικές έρευνες. Πάντως η Ελλάδα άλλαξε, η Βόρεια Μακεδονία άλλαξε και κανείς δεν μπορεί να μας γυρίσει πίσω. Κάθε φορά που ακούω τον Ζόραν Ζάεφ να λέει ότι ο Πρωθυπουργός κ Μητσοτάκης δίνει μάχες για την τήρηση της Συμφωνίας και το ευρωπαϊκό μέλλον της Βόρειας Μακεδονίας χαμογελάω και σκέφτομαι: Κανείς δεν μπορεί να μας γυρίσει πίσω.
Αν ήσασταν Κυβέρνηση, θα κάνατε κάτι διαφορετικό σε ό,τι αφορά τη πολιτική έναντι της Βόρειας Μακεδονίας και συγκριτικά με όσα κάνει η τωρινή ελληνική Κυβέρνηση;
Αν ήμασταν κυβέρνηση θα είχαμε προχωρήσει ακόμη πιο αποφασιστικά στην υλοποίηση της Συμφωνίας και στην προώθηση της στρατηγικής μας σχέσης με τη Βόρεια Μακεδονία. Θα είχαμε προχωρήσει στο 2ο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας, θα είχαμε ήδη κυρώσει τα μνημόνια συνεργασίας που είναι προς όφελος και την δύο πλευρών, θα είχαν προωθηθεί οι εργασίες για τα εμπορικά σήματα και θα είχε υλοποιηθεί η απόφαση του Ιούνη του 2019 για τα σχολικά βιβλία στη Βόρεια Μακεδονία, όπως υλοποιήθηκε από την Ελλάδα.
Κυρίως, θεωρώ πάρα πολύ σημαντική την καθημερινή συνεργασία των δύο χωρών για την παρακολούθηση και υλοποίηση της συμφωνίας στη βάση συγκεκριμένου οδικού χάρτη. Η υλοποίηση της Συμφωνίας δεν γίνεται σε συνθήκες εργαστηρίου. Μόνο με σταθερή επικοινωνία, σεβασμό, επιμονή και χτίζοντας εμπιστοσύνη μπορούμε να απαντήσουμε μαζί σε όσους θέλουν να υπονομεύσουν την Συμφωνία. Οπότε θα βάζαμε ψηλά τον πήχη της υλοποίησης της Συμφωνίας από την Ελλάδα και θα ζητούσαμε το ίδιο από τους φίλους μας. Στο πλαίσιο αυτό – και όπως έγινε και με πολλές άλλες δημόσιες οντότητες στη Βόρεια Μακεδονία ιδίως την περίοδο διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – θα είχε λυθεί εγκαίρως και το θέμα με τις φανέλες της εθνικής ομάδας, με τρόπο που προβλέπεται στη Συμφωνία των Πρεσπών.
Σε δύο εβδομάδες θα βρεθείτε και πάλι στην άλλη πλευρά των συνόρων και μάλιστα για να μετάσχετε στο πρώτο Prespa Forum. Ποιο μήνυμα στέλνετε και πώς βλέπετε τη συμμετοχή σας σε αυτό;
Το μήνυμα είναι ότι φτάσαμε μακριά αλλά μπορούμε να πάμε και πολύ πιο μπροστά μαζί. Εννοώ ασφαλώς τις δύο χώρες μας αλλά όχι μόνο. Θεωρώ ότι το Prespa Forum είναι μια πολύ θετική πρωτοβουλία και διότι το πνεύμα των Πρεσπών αφορά όλη την περιοχή μας, την Ευρώπη και πολύ πέρα από αυτήν – κάθε περιφερειακή διένεξη και διαφορά. Πρέπει να συνεχίσουμε να αναδεικνύουμε τη σημασία και τα οφέλη που έχει η επίλυση διαφορών στη βάση του διεθνούς δικαίου – για την ειρήνη, η σταθερότητα και τη συνανάπτυξη. Και πρέπει να εμπνεύσουμε – και να πιέσουμε – για μια ακόμη φορά την Ευρωπαϊκή Ένωση, να ενισχύσει τον ρόλο της σε αυτήν την κατεύθυνση. Στα Βαλκάνια και πέρα από αυτά.