Σχετικά με την ευθύνη για την πάταξη του οργανωμένου εγκλήματος
Στο κενό έπεσε το επικοινωνιακό σόου του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, που σε μια κίνηση πανικού και με την ελπίδα ότι έτσι θα «δραπετεύσει» από τις ευθύνες του εμφανίστηκε στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και του παρέδωσε – όπως υποστήριξε – στοιχεία για το οργανωμένο έγκλημα στην Ελλάδα. Με έγγραφη απάντησή του στον υπουργό Προστασίας του Πολίτη, ο Βασίλης Πλιώτας βάζει τα πράγματα στην θέση τους και του επιστρέφει το «μπαλάκι» θυμίζοντάς του τα αυτονόητα.
«Οι εισαγγελείς, ως ισόβιοι δικαστικοί λειτουργοί, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, εφαρμόζουν το Σύνταγμα και τους νόμους και δεν εμπλέκουν τη δικαστική εξουσία στις αρμοδιότητες των άλλων λειτουργών της Πολιτείας (του άρθρου 26 του Συντάγματος), ούτε, πράγμα αδιανόητο άλλωστε, μπορούν να αξιώνουν υποκατάσταση της νομοθετικής ή εκτελεστικής εξουσίας με υπόδειξη ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο προώθηση είτε νομοθετικών ρυθμίσεων είτε διοικητικών επιλογών της σκοπιμότερης λύσης» αναφέρει συγκεκριμένα ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου.
Παράλληλα, ο Β. Πλιώτας υπενθυμίζει στον υπουργό ότι υπάρχουν οι «Εισαγγελείς Ειδικών Καθηκόντων», υπογραμμίζοντας την αναγκαιότητα αξιοποίησης τους από την πλευρά των αστυνομικών αρχών. Αναφέρεται δε συγκεκριμένα στον Εισαγγελέα Εφετών που έχει οριστεί να εποπτεύει και να καθοδηγεί στη Διεύθυνση Ασφαλείας Αττικής το έργο των αρχών ασφαλείας στη δίωξη του οργανωμένου εγκλήματος, αλλά και του Επιστημονικού Συμβουλίου Ανάλυσης, Έρευνας και Προγραμματισμού που έχει συσταθεί στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, του οποίου προεδρεύει Εισαγγελέας Εφετών. Η αποστολή του τελευταίου αυτού συμβουλίου εντάσσεται στο πλαίσιο καταπολέμησης του οργανωμένου εγκλήματος και μπορεί να συνεργάζεται με όλες τις αστυνομικές υπηρεσίες, την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ), το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Άμυνας και το Λιμενικό Σώμα, ενώ παράλληλα έχει τη δυνατότητα να αντλεί πληροφορίες από τις δημόσιες αρχές.
Σε ό,τι αφορά το ρόλο της αστυνομίας ο Β. Πλιώτας ξεκαθαρίζει ότι οι αστυνομικοί δρώντας ως όργανα του κράτους δραστηριοποιούνται προφανώς, και μόνο, υπό την ευθύνη της πολιτικής τους ηγεσίας, με άλλα λόγια αυτή τη στιγμή υπό την ευθύνη του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη. «Οι αστυνομικοί μόνον ως γενικοί ανακριτικοί υπάλληλοι υπόκεινται στην Εισαγγελική αρχή, κατ’ εξοχήν εποπτική του ανακριτικού έργου τους, ενώ ως έμμεσα διοικητικά όργανα του κράτους, προκειμένου να εξασφαλίσουν τη δημόσια ειρήνη, ευταξία και απρόσκοπτη κοινωνική διαβίωση των πολιτών δραστηριοποιούνται υπό την ευθύνη της πολιτικής τους ηγεσίας (εκτελεστικής εξουσίας)» αναφέρει με νόημα.
Ο ανώτατος εισαγγελέας της χώρας επισημαίνει την αναγκαιότητα εγρήγορσης των προανακριτικών, ανακριτικών και εισαγγελικών αρχών για σε βάθος, ταχύτερη και πληρέστερη έρευνα στις υποθέσεις του οργανωμένου εγκλήματος, με τήρηση βεβαίως των νομίμων δικονομικών διαδικασιών. Διευκρινίζοντας ακόμη ότι για την καταπολέμηση του εγκλήματος στο πεδίο διακίνησης ναρκωτικών, η προκαταρκτική εξέταση και η προανάκριση τελεί σε καθεστώς ειδικής νομοθετικής ρύθμισης (άρθρο 44 ν. 4139/2013), υπό την άμεση εποπτεία και καθοδήγηση του κατά νόμο αρμόδιου Εισαγγελέα Εφετών.
Τέλος, ο Β. Πλιώτας επισημάνει στον υπουργό ότι «γίνεται ιδιαίτερη μέριμνα και ζητείται η υποβολή από τις Εθνικές Αρχές Ασφαλείας, που υποβάλλουν αυτεπαγγέλτως σχηματισθείσες ποινικές δικογραφίες, να κοινοποιούν αντίγραφο της υποβλητικής αναφοράς και στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, για να αξιολογείται κάθε φορά από εισαγγελικό λειτουργό της υπηρεσίας μας και να διατάσσεται, εξαιρετικώς, υπό τους όρους του άρθρου 32 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, η άμεση επίσπευση της προδικασίας και η κατά προτεραιότητα εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο και να εξετάζεται, ακόμη, η δυνατότητα να επιληφθεί η Ολομέλεια του Εφετείου σε Συμβούλιο για την κίνηση της ποινικής δίωξης και την ανάθεση της ανάκρισης σε έμπειρο εφέτη ανακριτή, όπως εσχάτως πολλές φορές έχει επισυμβεί».
Σημειώνεται ότι ο Β. Πλιώτας διαβίβασε το περιεχόμενο της απάντησής του προς τον Μ. Χρυσοχοΐδη, σε όλους τους συναδέλφους του, οι οποίοι διευθύνουν ανά την επικράτεια Εισαγγελίες Εφετών, με την εντολή οι τελευταίοι να ενημερώσουν τις Εισαγγελίες Πρωτοδικών της χώρας.