Ηπιότερη σε σχέση με τις προβλέψεις είναι η ύφεση του ΑΕΠ το α’ τρίμηνο εφέτος σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο πέρυσι. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ μειώθηκε κατά 2,3% και ανήλθε σε 44,425 δισ. ευρώ. Σε σύγκριση με το δ’ τρίμηνο του 2020 υπήρξε ανάπτυξη της τάξης του 4,4%.
Σύμφωνα με τους τριμηνιαίους εθνικούς λογαριασμούς η μείωση του ΑΕΠ κατά 2,3% οφείλεται στα εξής:
Η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη παρουσίασε μείωση 2,4%. Η κατανάλωση των νοικοκυριών μειώθηκε 4,9%, ενώ αυτή της Γενικής Κυβέρνησης, λόγω και των μέτρων στήριξης, αυξήθηκε 4,9%.
Οι ιδιωτικές επενδύσεις (ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου) αυξήθηκαν 8,6%.
Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν μείωση 13,4% (οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν 8,2%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών μειώθηκαν 38,7%).
Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν μείωση κατά 5% (οι εισαγωγές αγαθών μειώθηκαν 3% και οι εισαγωγές υπηρεσιών μειώθηκαν 9,2%).
Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας σχολιάζοντας τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η ΕΛΣΤΑΤ, τόνισε ότι «η ελληνική οικονομία, παρά το υψηλό κόστος που υπέστη εξαιτίας της αντιμετώπισης της υγειονομικής κρίσης, επέδειξε ανθεκτικότητα και αντοχή. Και φαίνεται να ξεπερνά με απώλειες, αλλά όρθια και σε λειτουργικό επίπεδο, αυτή την πρωτοφανή καταιγίδα».
Σε πανηγυρικούς τόνους, αν και δεν έχουμε βγει ακόμα από το ξέφωτο, ο υπουργός πρόσθεσε ότι «η εξέλιξη αυτή αποκαλύπτει την ορθότητα των επιλογών, τη σύνεση, τα γρήγορα αντανακλαστικά, το ορθολογικό σχέδιο και τη συστηματική δράση της κυβέρνησης, την αντοχή νοικοκυριών και επιχειρήσεων και, βεβαίως, την προσαρμοστικότητα κλάδων της οικονομίας στις έκτακτες συνθήκες και στα νέα δεδομένα».
Να σημειώσουμε πως οι προβλέψεις του ΔΝΤ και της Κομισιόν, συνολικά για το έτος, τοποθετούν την ανάπτυξη στο 3,3 και στο 4,1% αντίστοιχα. Ιδιαίτερα κρίσιμο θεωρείται το τρίμηνο που περιλαμβάνει τα έσοδα από τον τουρισμό καθώς αυτό θα καθορίσει τον τελικό αριθμό.