“Είναι η λύση που εξασφαλίζει την νομιμότητα των Δασικών Χαρτών”
Την πρόταση του πρώην αναπληρωτή υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Βαγγέλη Αποστόλου, για επαναφορά της έννοιας της δασικής έκτισης σε εκείνη που καθόρισε ο νόμος 998/79, χαιρετίζει η Ένωση Ιδιοκτητών Αγροτικών Ακινήτων, η οποία τον συγχαίρει, χαρακτηρίζοντας την άποψή του ως “φωνή της λογικής”.
Στην ανακοίνωση η Ένωση αναφέρει:
Η Ένωση Ιδιοκτητών Αγροτικών Ακινήτων με ανακοίνωσή της χαιρετίζει τη φωνή της λογικής που ύψωσε ο πρώην υπουργός Γεωργίας και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, κ. Βαγγέλης Αποστόλου, για την επίλυση του Δασικού Προβλήματος, που βασανίζει εδώ και σαράντα χρόνια τον Αγροτικό Κόσμο.
Τον συγχαίρουμε και τον ευχαριστούμε.
Η λύση που προτείνει είναι :
η επαναφορά της έννοιας της δασικής έκτισης σε εκείνη που καθόρισε ο νόμος 998/79.
Είναι η λύση που εξασφαλίζει την νομιμότητα των Δασικών Χαρτών, επειδή όσα επακολούθησαν με τις τροποποιήσεις του νόμου 998/79, επέτρεψαν να χαρακτηρίζεται η αγροτική περιουσία ως δασική έκταση, με συνέπεια να εφαρμόζεται επ΄ αυτής Τεκμήριο ιδιοκτησίας υπέρ του Δημοσίου, που έχει ως συνέπεια τη δήμευση της,
Τεκμήριο που δεν ίσχυε ούτε επεβλήθη ποτέ επί της αγροτικής περιουσίας, παρά μόνο για τα Δάση και τις δασικές εκτάσεις και συνεπώς η διάταξη αυτή είναι αντίθετη προς το άρθρο 17 του Συντάγματος, που απαγορεύει τη δήμευση της ιδιωτικής περιουσίας των Ελλήνων.
Γεγονός που συνεπάγεται την ακύρωση των Δασικών Χαρτών !
Και κατά τούτο η φωνή του κ. Αποστόλου προσφέρει σημαντικές υπηρεσίες όχι μόνο στον Αγροτικό Κόσμο και στην ολοκλήρωση του Κτηματολογίου, αλλά και στην ΑΝΑΠΤΥΞΗ της ΧΩΡΑΣ, που διατηρείται καθηλωμένη απ΄την τεράστια γραφειοκρατία, που υφίσταται επειδή . λογω της απαράδεκτης έκτασης που, λογω αυτού του παραλογισμού, καταλαμβάνουν τα δάση, έχει καταστεί αδύνατη η θέσπιση του Χωροταξικού Χάρτη, ο οποίος καταργεί όλο αυτό το συνονθύλευμα της γραφειοκρατίας.
Ελπίζουμε οι αρμόδιοι υπουργοί να αντιληφθούν την ορθότητα της προτάσεως του και να προχωρήσουν άμεσα στην τροποποίηση της δασικής νομοθεσίας , που πλέον είναι προφανής.
Πολύ σωστή είναι εξάλλου και η πρόταση του κ. Αποστόλου και για επαναφορά της αρμοδιότητας επί αυτών εκτάσεων στη Γεωργική Διεύθυνση, όπως πάντοτε υπήρχε.
Πιστεύουμε τέλος ότι θα συμφωνήσει, ο κ. Αποστόλου, διότι η λογική δεν χάνεται, ότι η πρόταση του για την αναγνώριση της ιδιοκτησίας των ανωτέρω εκτάσεων σε απώτερο χρόνο, καθώς και δέσμευση της χρήσης τους ως γεωργικής ή κτηνοτροφικής, δεν εξασφαλίζει το Κράτος από τους καταπατητές.
Για την εξασφάλιση της κρατικής περιουσίας αρκεί η εφαρμογή του Αστικού Κώδικα, όπως πάντοτε ίσχυε.
Αν κάποιες από αυτές τις εκτάσεις μπορούν να αξιοποιηθούν με την αλλαγή της χρήσης τους, αυτή πρέπει να είναι ελεύθερη.
Άλλωστε η ΑΝΑΠΤΥΞΗ της Χώρας έχει ανάγκη εκτάσεων και η αλλαγή της χρήσης τους ακόμη και ΔΑΣΏΝ, δεν μπορεί να αποτελεί αντικείμενο της δασικής νομοθεσίας. Αυτό είναι αντικείμενο των Αναπτυξιακών Αναγκών της Χώρας της Χωροταξίας και της Πολεοδομίας και φυσικά υπό της δεσμεύσεις της αρχής της Βιώσιμου Ανάπτυξη και της αειφορίας.
Το Φυσικό Περιβάλλον προστατεύεται με το αμετάβλητο των δασών των πραγματικών δασικών εκτάσεων και για να ακριβολογούμε με την διατήρηση του ισοζυγίου τους και δόξα το Θεό στην Ελλάδα αυτό υπερβαίνει το 45% της επιφάνειας της, το οποίο είναι μεγαλύτερο από τον Μέσο Όρο δασοκάλυψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά 35%, όπως απέδειξαν οι δασικοί χάρτες που συνέταξε η Ευρωπαϊκή Ένωση για όλα τα κράτη της.
Σε όσο αφορά τον ισχυρισμό του συλλόγου των δασολόγων με την ανακήρυξη της αγροτικής περιουσίας θα διαφυλαχθεί η Κρατική Περιουσία από τους καταπατητές, πέραν που ότι δεν είναι οι κατάλληλοι να εισηγούνται επ΄ αυτού , δεν είδαμε να έχουν αναδείξει και κάποια καταπάτηση εδώ και 40 χρόνια απ΄ τη στιγμή που θεσπίστηκε ο δασικός νόμος 998/79. Ούτε μία !
Αντιθέτως ο γνωστός δασολόγος κ. Χλύκας κάνει λόγο για πολλές δικογραφίες κατά στελεχών των δασικών υπηρεσιών για την καταπάτηση εκτάσεων του δημοσίου, πιστεύουμε μέσω της αλλαγής του χαρακτηρισμού τους, στην προσπάθεια του να στηρίξει τη ανάγκη των Δασικών χαρτών.
Οφείλουμε επίσης να συγχαρούμε διπλά τον κ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ για αυτή τη θέση του, αφού ως δασολόγος που είναι, μπορούσε και αυτός να οδηγείται από επιστημονικές εμμονές, διασταυρώσεις και κυρίως υπερβολές, που δεν έχουν θέση κατά τον καθορισμό των κανόνων για την προστασία του Περιβάλλοντος.
Η ανακοίνωση
Σαράντα χρόνια περίμενε ο αγροτικός κόσμος να ακούσει μία λογική φωνή για το Δασικό πρόβλημα, που ενδημούσε μεν, αλλά μεγιστοποιήθηκε με τις αλλεπάλληλες και αλλοπρόσαλλες τροποποιήσεις του νόμου 998/79, οι οποίες κατέστησαν τη δασική νομοθεσία ένα συνονθύλευμα διατάξεων στο οποίο και ο καλύτερος νομικός δυσκολεύεται να βρει αρχή και τέλος.
Αυτή είναι η φωνή του κ. Ευαγγέλου Αποστόλου, δασολόγου και πρώην υπουργού Γεωργίας, ο οποίος με το άρθρο του στην εφημερίδα τα ΝΕΑ της 28/4/2021 προτείνει την επαναφορά του ορισμού των χορτολιβαδικών εκτάσεων – γράφε βοσκοτόπων – σε αυτόν που είχε καθορίσει νόμος 998/1979.
Τον συγχαίρουμε και τον ευχαριστούμε !
Ο ορισμός αυτός δεν είναι άλλος από τον ορισμό για τους βοσκοτόπους και τη λοιπή αγροτική περιουσία που καθόρισε ο Δασικός Κώδικας του 1929, τον οποίο καθιέρωσε ο Ελευθέριος Βενιζέλος ( ν. 41../1929). Ο οποίος πρέπει να επαναθεσπιστεί αυτούσιος και αυτόματα θα λυθούν όλα τα προβλήματα και θα καταστεί δυνατή και άμεση η θέσπιση των Δασικών Χαρτών, αλλά και του κτηματολογίου.
Πολύ σωστή είναι και η πρόταση του κ. Αποστόλου και για επαναφορά της αρμοδιότητας επί αυτών στη Γεωργική Διεύθυνση, όπως πάντοτε υπήρχε.
Πιστεύουμε ότι θα συμφωνήσει, ο κ. Αποστόλου, διότι η λογική δεν χάνεται, ότι η πρόταση του για την αναγνώριση της ιδιοκτησίας των ανωτέρω εκτάσεων υπό την προϋπόθεση διατήρησης της γεωργικής ή κτηνοτροφικής χρήσης, δεν εξασφαλίζει το Κράτος από τους καταπατητές.
Δεν μπορούμε να θεωρούμε όλους του Έλληνες καταπατητές και να απαξιώνουμε την αγροτική τους περιουσία δεσμεύοντας την χρήση της, προκειμένου να μην μεγιστοποιούν τα κέρδη τους οι καταπατητές.
Οι καταπατητές πρέπει να διώκονται με τις αυστηρές ποινές περί καταχραστών δημοσίου χρήματος. Υπάρχουν πολύ τρόποι.
Ένας θα ήταν η αμοιβή του καταγγέλλοντος και προσκομίζοντος στοιχεία για την καταπάτηση με το 15% πραγματικής αξίας της έκτασης και αφορολόγητα.
Εξάλλου αν κάποιες από αυτές τις εκτάσεις μπορούν να αξιοποιηθούν με την αλλαγή της χρήσης τους, αυτή πρέπει να είναι ελεύθερη. Άλλωστε η ΑΝΑΠΤΥΞΗ της Χώρας έχει ανάγκη εκτάσεων και η αλλαγή της χρήσης τους ακόμη και ΔΑΣΏΝ, δεν μπορεί να αποτελεί αντικείμενο της δασικής νομοθεσίας.
Αυτό είναι αντικείμενο των Αναπτυξιακών Αναγκών της Χώρας της Χωροταξίας και της Πολεοδομίας και φυσικά υπό της δεσμεύσεις της αρχής της Βιώσιμου Ανάπτυξη και της αειφορίας.
Το Φυσικό Περιβάλλον προστατεύεται με το αμετάβλητο των δασών και των πραγματικών δασικών εκτάσεων και δόξα το Θεό στην Ελλάδα αυτό υπερβαίνει το 45% της επιφάνειας της, το οποίο είναι μεγαλύτερο από τον Μέσο Όρο δασοκάλυψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά 35%, όπως απέδειξαν οι δασικοί χάρτες που συνέταξε η Ευρωπαϊκή Ένωση για όλα τα κράτη της.
Ένας όρος που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τους καταπατητές θα ήταν η εφαρμογή του εφαρμοστικού νόμου του Αστικού Κώδικα, κατά τον οποίο αναγνωρίζεται η ιδιοκτησία για όσους κατέχουν μεταγραμμένα συμβόλαια ή άλλα επίσημα έγγραφα μέχρι την 23 Μαρτίου του 1946, αφού εκείνη την εποχή δεν υπήρχε το για φαινόμενο της οικοπεδοποίησής των εκτός σχεδίου εκτάσεων, στο οποίο ειδικεύτηκαν οι καταπατητές.
Με την εφαρμογή όμως αυτής της διάταξης, ( που είχε τεθεί με τον εισαγωγικό νόμο του Αστικού Κώδικα το 1946 ! ), θα υπάρξει πρόβλημα με την αγροτική περιουσία πολλών οικογενειών οι οποίες πότε δεν πούλησαν τη ιδιοκτησία τους ή δεν έκαναν διαθήκες ( σημειώνουμε ότι ακόμη και σήμερα σε πολλές πόλεις, αλλά και στην πλειονότητα των ορεινών οικισμών, υπάρχουν ιδιοκτησίες χωρίς συμβόλαια και αρκεί για την εγγραφή τους στο Κτηματολόγιο απλή δήλωση ).
Το δρόμο για τη λύση αυτής της κατάστασης τον έχει δώσει το Ελληνικό Κράτος από το 1885 όταν παραχώρησε στους ιδιώτες το δικαίωμα να αποδείξουν την ιδιοκτησία την ιδιοκτησία τους με χρησικτησία η οποία ίσχυσε μέχρι το 1915 ακόμη και για τα Δάση. Που φυσικά άφησε ακάλυπτη όλο το μέρος της Ελλάδος που απελευθερώθηκε μετά το 1912. Λύση στην οποία δεν προσήλθαν οι Έλληνες λόγω των δύσκολων καταστάσεων που υπήρχαν εκείνη την εποχή και λόγω της γνωστής αμέλειας, εκτός φυσικά των κατόχων μεγάλων εκτάσεων δασών και πάντως όχι αγροτικής περιουσίας.
Από την άλλη μεριά είναι προφανές ότι όσοι διατηρούσαν μεγάλη περιουσία εκείνη την εποχή είναι βέβαιον ότι κατέφυγαν σε αυτή τη λύση και συνεπώς έχουν τίτλους που δημιουργήθηκαν με τη χρησιμοποίηση της χρησικτησίας. Κατά συνέπεια και δεδομένου ότι όση αγροτική περιουσία υπάρχει στην παλιά Ελλάδα – όπου κυρίως έδρασαν οι καταπατητές -, χωρίς επίσημα στοιχεία δεν μπορεί να είναι μεγάλης εκτάσεως.
Είναι συνεπώς λογικό το Κράτος να επιτρέψει την αναγνώριση της με κάποιον τρόπο εύκολο, γρήγορο και όχι δαπανηρό για την αναγνώρισή της και φυσικά χωρίς τις διαδικασίες περί χρησικτησίας.
Προτείνουμε ότι προκειμένου για τους ορεινούς οικισμούς η αναγνώριση της περιουσίας των κατοίκων να γίνεται με τελεσίδικη απόφαση του πρωτοδικείου μετά από την κατάθεση δύο μαρτύρων και τη βεβαίωση της Κοινότητας για την ιδιοκτησία και πάντως όχι για περιουσία μεγαλύτερη από 50 στρέμματα.
Σε ότι αφορά τους πεδινούς οικισμούς και φυσικά τους παραλιακούς το ζήτημα είναι δυσχερές και δεν θα προτείνουμε λύση.
Απλώς θα εκφράσουμε την άποψη ότι και για αυτούς πρέπει να βρεθεί λύση απλή και ευχερή, που όμως να εξασφαλίζει τα συμφέροντα του Κράτους.
Εξαίρεση απ΄ τα ανωτέρω πρέπει να υπάρξει, λογω των ιδιαιτέρων συνθηκών στην Κρήτη, Κυκλάδες, Δωδεκάνησα, Ιόνια νησιά, Μάνη και φυσικά για την Θεσπρωτία, καθώς και της λοιπής Ηπείρου, αφού η αγροτική περιουσία αγοράστηκε από τους Τσάμηδες, την ιδιοκτησία των οποίων ποτέ δεν αμφισβήτησε του Ελληνικό Κράτος και η οποία αγοράστηκε μετά από την χορήγηση τριών υπουργείων, του υπουργείου Γεωργίας συμπεριλαμβανομένου.