Ένα απόσπασμα από τη μαρτυρία του Ντέιβιντ Χαντ, βρετανού αξιωματικού που είχε πάρει μέρος στα γεγονότα
Της Ελευθερίας Μηλάκη
Ήταν 10 Μαΐου του 1991, όταν στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ στη Μεγάλη Βρετανία γιορτάστηκε η 50η επέτειος της Μάχης της Κρήτης με ένα συνέδριο, στο οποίο καθηγητές, ιστορικοί, διπλωμάτες και συγγραφείς, κάποιοι από τους οποίους ήταν και βετεράνοι της Μάχης της Κρήτης, συζητούν «γιατί χάθηκε η Κρήτη» και αν θα μπορούσε να είχε κρατηθεί, με ποιο κόστος και με ποιο όφελος. Τα πρακτικά αυτού του συνεδρίου έγιναν βιβλίο από τον καθηγητή Ντέιβιντ Χόλτον και αυτό το μικρό βιβλίο το πήρα μαζί μου στη Γερμανία το 2001, στο υποχρεωτικό «εξάμηνο εξωτερικού», με σκοπό να το μεταφράσω και να το μελετήσω.
Ήταν σε μια μικρή κωμόπολη στις όχθες του Ρήνου, με το όνομα Γκερμερσχάιμ. Ήταν και η μητέρα μου εκεί μαζί μου. Στην πρώτη μας βόλτα στο Ρήνο, κουραστήκαμε και αναζητήσαμε ένα παγκάκι. Μόνο που το παγκάκι έγραφε πάνω με σπρέι «raus die Ausländer aus Deutschland» (έξω οι ξένοι από τη Γερμανία). Τότε οι ρομαντικοί φιλέλληνες σύμμαχοί μας νίκησαν το ναζισμό και το φασισμό. Αυτό που τότε δεν ήξερα ήταν ότι στη συνέχεια συμπεριφέρθηκαν οι ίδιοι στην Ελλάδα σαν σε κατεχόμενη χώρα, οδηγώντας τη σε έναν αδελφοκτόνο εμφύλιο… Πάντα υπάρχουν τα αποβράσματα. Τότε όμως ήμουν και εγώ ρομαντική, με την έννοια αδαής και αφελής. Κανείς στο σχολείο ή στην οικογένεια δεν μας είχε διδάξει τι ακριβώς συνέβη τότε. Αυτά που γνώριζα ήταν μόνο από λογοτεχνικά βιβλία, αλλά τα θεωρούσα είτε ως μυθοπλασία, είτε δεν μπορούσα να τα συνδέσω με τη χώρα μας.
Ο θείος μου. ήταν ταγματασφαλίτης… Διηγιόταν με περισσή περηφάνεια εκείνη την εποχή ο Σ., ένας νέος της ηλικίας μου. Δεν εντυπωσιάστηκα. Δηλαδή, δεν είχα σαφή ιδέα τι είναι αυτό ή αν ήταν κάτι καλό ή κακό… Οι συνεργάτες των Γερμανών απλά μετά άλλαξαν αφεντικό… Δεν μπορούσα να ενώσω τα διάφορα κομμάτια ενός παζλ, για να αποκτήσω μια γενική άποψη για τη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας. Ούτε τότε που είχα αναλάβει να μελετήσω την ιστορία της Μάχης της Κρήτης στο πλαίσιο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ήχουσαν όμως πάντα στα αυτιά μου τα λόγια της καθηγήτριάς μου στο σχολείο στο μάθημα της ιστορίας: «Η Αγγλία είχε την πιο αδίστακτη, την πιο ανήθικη εξωτερική πολιτική διαχρονικά»… Η Κρήτη ήταν το τελευταίο κομμάτι της Ελλάδας που είχε μείνει ακόμη ελεύθερό. Μπορεί για τον άμαχο κρητικό πληθυσμό που αυθόρμητα πήρε μέρος στη μάχη να μην ήταν απλά μια συμβολική μάχη «για την τιμή των όπλων», όμως πόσοι από τους υπόλοιπους πίστευαν πραγματικά ότι μπορούσαν ή ότι έπρεπε να κερδίσουν την Κρήτη;
Η ιστορία κανονικά αναζητά την αλήθεια. Αυτοί που έζησαν τα γεγονότα, αυτοί που συμμετείχαν σε αυτά, είναι οι πιο αρμόδιοι να μιλήσουν γι’ αυτά, ακόμα και πενήντα χρόνια μετά. Ήταν σημαντικό για τους συμμάχους να στερήσουν την Κρήτη από τον εχθρό. Όχι όμως τόσο σημαντικό, ώστε να την κρατήσουν πάση θυσία… Στο συγκεκριμένο συνέδριο, έστω και δισταχτικά, αρθρώθηκε η αλήθεια από τους ίδιους που τότε πίστευαν ότι ήταν δική τους υπόθεση η νίκη του Χίτλερ στην Κρήτη.
(συντονιστής) Στάινμπεργκ: Τώρα, όπως μπορεί να συμπεράνει κανείς από τις παρατηρήσεις του κυρίου Μπίβορ, έχουμε ήδη καταπιαστεί με αμφιλεγόμενα ζητήματα. Ο τρόπος κατά τον οποίο ορισμένα στοιχεία, όπως η σύσκεψη των ταξιαρχών, έγιναν ήδη πόλοι γύρω από τους οποίους κινείται η συζήτηση, με φέρνει τώρα σε μια άλλη πλευρά της κρητικής τραγωδίας, την οποία εγώ ως άνθρωπος του κοινού, θεωρώ εξαιρετικά σημαντική και είναι το γεγονός ότι οι Βρετανοί συμμετέχοντες είναι ιδιαιτέρως ξεχωριστοί. Πιστεύω ότι αυτό έχει να κάνει με τη ρομαντική διάθεση που επικρατούσε από παλιά προς την Ελλάδα και την Κρήτη και με την εκπληκτική θέση που κατέχει η σπουδή της κλασικής φιλολογίας στην παραδοσιακή αγγλική εκπαίδευση. Ως εκ τούτου, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι αυτό που ενώνει τους τρεις διακεκριμένους μας συνεργάτες στα δεξιά μου είναι το γεγονός ότι όλοι ξεκίνησαν ως κλασικιστές και παρέμειναν κλασικιστές. Γι’ αυτό θα ήθελα να καλέσω τον Σερ Ντέιβιντ Χαντ, που ήταν εκεί με την ιδιότητά του τόσο ως κλασικιστής, όσο και ως αξιωματικός, για να ξεκινήσει η γενική συζήτηση με τις απόψεις των συμμετέχοντων. Σερ Ντέιβιντ:
Σερ Ντέιβιντ Χαντ (βρετανός αξιωματικός πεζικού στη Μάχη της Κρήτης): Ευχαριστώ, κύριε πρόεδρε, φοβάμαι ότι είμαι από εκείνους τους ανθρώπους που επηρεάζονται πάντα από το τελευταίο πρόσωπο που μου μίλησε και είμαι πραγματικά επηρεασμένος από την ανάγνωση του εξαίρετου βιβλίου του Άντονυ Μπίβορ και από τη συνοπτική έκθεση που έδωσε για ό,τι θεωρούσε ουσιαστικό λόγο για την απώλεια της Κρήτης. Θα προσθέσω την επιβεβαίωση μερικών από αυτά που είπε και έγραψε στο βιβλίο του.
Θυμάμαι καλά την απέραντη ευχαρίστηση του Μπέρναρντ Φράιμπεργκ* τη νύχτα της 21/22 Μαΐου, όταν ξαφνικά άκουσε πυροβολισμούς και είδε φωτιές να καίνε στη θάλασσα. Χοροπηδούσε πάνω κάτω και γύρισε και μου είπε: Κοίτα Ντέιβιντ, κοίτα! (πρώτη φορά με φώναζε με το μικρό μου όνομα) και πράγματι νόμιζε ότι όλα είχαν λίγο πολύ τελειώσει. Μπορεί να σκεφτείτε ότι αυτό επιβεβαιώνεται από μια άλλη ιστορία που αναφέρεται στο βιβλίο του Άντονυ Μπίβορ και την οποία μπορείτε να βρείτε και αλλού: Το πρωί της 20ης Μαΐου ένας νεαρός βρετανός αξιωματικός που ισχυριζόταν ότι είχε ένα μήνυμα για τον Φράιμπεργκ, έφτασε στις 9 π.μ. στο σπίτι του στρατηγού στο λόφο πάνω από τα Χανιά και καθώς ο Φράιμπεργκ έπαιρνε το πρωινό του, ο νεαρός αξιωματικός είδε αλεξιπτωτιστές να πέφτουν στον ουρανό. Και συνεχίζει λέγοντας: «Τι θα έπρεπε να κάνω; Θα ήταν αγένεια, για να μην πω έλλειψη απειθαρχίας, να διακόψω το πρόγευμα του στρατηγού, αλλά μετά σκέφτηκα πως δεν ήταν κακή ιδέα, όμως αυτός (ο Φράιμπεργκ) το μόνο που έκανε ήταν να σηκώσει το κεφάλι και να πει «είναι στην ώρα τους» και μετά προφανώς συνέχισε να απλώνει μαρμελάδα Οξφόρδης στη φρυγανιά του».
Αν αυτή η ιστορία γίνει δεκτή, δύο πράγματα θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε. Πρώτα απ’όλα ο Φράιμπεργκ δεν ήταν και τόσο κυριευμένος από το φόβο μήπως του ξεφύγει έστω και μια νύξη στις πληροφορίες ULTRA, με αποτέλεσμα να αποκαλύψει, χωρίς να υπάρχει λόγος κατά τη γνώμη μου, ότι γνώριζε πάρα πολύ καλά τα γερμανικά σχέδια, μέχρι και τη ρύθμιση του χρόνου τους. Το δεύτερο που ίσως θα μπορούσε κάποιος να συμπεράνει είναι ότι αντιμετώπισε την αεροπορική επίθεση πολύ ήρεμα, εννοώ τουλάχιστον σε σύγκριση με την εμμονή του για επίθεση από τη θάλασσα. Καλύτερα ίσως να αφήσω το ζήτημα ανοιχτό, γιατί υπάρχουν στο σημείο αυτό διαφορετικές αναμνήσεις. Εγώ θυμάμαι τον Φράιμπεργκ να είναι στο αρχηγείο του εκείνη την ώρα, όταν άρχισε η πρώτη πτώση αλεξιπτωτιστών. Για να είμαι ακριβής, στεκόταν έξω από το αρχηγείο του εκείνη την ώρα, μέσα σε κάτι που έμοιαζε με χαράκωμα ή εξοχικό δρόμο με αναχώματα, όχι και πολύ μακριά από το σημείο που στεκόμουν εγώ με τον Τζων Μπίμις και τους παρακολουθούσαμε να πέφτουν.
Βέβαια, μπορεί να κάνω λάθος γι’ αυτό, αλλά πάντως είμαι σίγουρος ότι είχε ήδη πάει εκεί, προφανώς με το πρώτο φως. Θα ισχυριστώ ωστόσο ότι η αναμονή μιας αποβίβασης από τη θάλασσα πράγματι επηρέασε σημαντικά τη διεξαγωγή της μάχης από τον Φράιμπεργκ, αλλά δεν νομίζω ότι ήταν ο πραγματικός και οπωσδήποτε δεν ήταν ο μοναδικός λόγος για την ήττα, η οποία ήταν οδυνηρή. Στην πραγματικότητα, κάποτε δεν άντεχα να διαβάσω το βιβλίο του παλιού μου φίλου Ίαν Στιούαρτ, παρόλο που ήταν πολύ καλογραμμένο, γιατί μου θύμιζε πόσο με είχε στενοχωρήσει το γεγονός αυτό καθαυτό.
Εγώ ο ίδιος πιστεύω ότι ο Άντονυ Μπίβορ εντόπισε σωστά το κύριο πρόβλημα, το οποίο είχε εντοπίσει και ο Ίαν Στιούαρτ: Ήταν η έλλειψη πρωτοβουλίας από την πλευρά των υφισταμένων στον Φράιμπεργκ διοικητών και του ίδιου θα έλεγα.
Όλοι λοιπόν ξέρουμε ότι έπρεπε να είχε γίνει άμεση αντεπίθεση κι όμως δεν έγινε τίποτα. Έχω συνείδηση των δυσκολιών. Κανείς δεν σκέφτηκε καν την εξαπόλυση μιας γρήγορης αντεπίθεσης τη νύχτα, αν εξαιρέσουμε ότι ο Χάργκεστ δημιούργησε δύο ομάδες πεζικού. Ήταν σχεδόν ξεκάθαρο ότι οι γερμανικές απώλειες στο Μάλεμε υπήρξαν τόσο τρομαχτικές, χάρη στη αξιοθαύμαστη κάλυψη που είχαν υιοθετήσει τα βρετανικά στρατεύματα – οι αλεξιπτωτιστές είχαν πέσει πραγματικά μέσα στο χάος και είχαν τόσο τρομαχτικές απώλειες, που ακόμα και μια μικρή αντεπίθεση θα είχε εξουδετερώσει τα απομεινάρια του Συντάγματος του Στουρμ. Ο Ουέιβελ ευθύνεται βέβαια για την έλλειψη έγκαιρης προετοιμασίας. Αλλά θα ήθελα να υπερασπιστώ τον Ουέιβελ** μέχρι κάποιο βαθμό και δεν νομίζω ότι παραποιώ την αλήθεια. Έδωσα μια διάλεξη πέρυσι στο Κολέγιο του Στρατιωτικού Επιτελείου των Η.Π.Α., με τον τίτλο «Θάλασσα Προβλημάτων» και μετά είπα ότι θα μπορούσα και να την είχα ονομάσει «Το ένα κακό μετά το άλλο», που είναι ο τίτλος ενός βιβλίου του Τζων Μέιζφιλντ, γιατί ήταν αφήγηση της χρονιάς του Ουέιβελ από τις 10 Ιουνίου 1940, όταν οι Ιταλοί κήρυξαν τον πόλεμο, μέχρι τις 21 Ιουνίου 1941, όταν υποχρεώθηκε να ανταλλάξει τη θέση του με οτν Ώκινλεκ. Αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα προερχόμενα από όλα τα σημεία του ορίζοντα και νοιαζόταν για την Κρήτη, όχι όμως τόσο, όσο για τα πολυάριθμα γεγονότα που εξελίσσονταν ταυτόχρονα, για παράδειγμα το πραξικόπημα στο Ιράκ, η πολιορκία της Χαμπάνια – έχω εδώ καταγράψει τις ημερομηνίες, αλλά σας λέω εγώ ότι όλα έγιναν λίγο πολύ ταυτόχρονα – η προοπτική να τον στείλει ο Τσώρτσιλ άμεσα στη Συρία, η επίθεση που δέχτηκε στο μέτωπο της Αιγύπτου, την οποία την ίδια στιγμή ο Τσώρτσιλ θεωρούσε ως κύριο και πρωταρχικό στόχο. Δηλαδή, περνούσε πραγματικά δύσκολες ώρες, όμως παρ’ όλο που η συνείδησή του τον ενοχλούσε, δεν μπορώ να πω με σιγουριά ότι αισθανόταν φοβερές τύψεις για τις παραλείψεις του στην Κρήτη.
Πιστεύω πως ο Ουέιβελ είχε πιθανότατα σοβαρές επιφυλάξεις για την αξία της Κρήτης ως ναυτική και αεροπορική βάση. Τώρα θα μπορούσαν όλοι να πουν ότι η Κρήτη είναι η καλύτερη ναυτική βάση – ένα δεύτερο Σκάπα Φλόου, που επιτρέπει τον έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου – όμως ο Ουέιβελ πιθανότατα είχε γνώση των εξής δύο παραγόντων: Με τη γερμανική αεροπορική δύναμη, η οποία ήταν πολύ αποτελεσματική και ικανή, εγκατεστημένη σε αεροδρόμια που απείχαν μόλις 40 μίλια, είναι πολύ αμφίβολο, αν θα μπορούσαν να διατηρηθούν πλοία στον κόλπο της Σούδας και θεωρώ σχεδόν βέβαιο ότι κανένα αεροπλάνο δεν θα μπορούσε να είχε διατηρηθεί – υπενθυμίζω ότι όλα τα αεροδρόμια βρίσκονταν στη βόρεια ακτή, στο Μάλεμε, στο Ρέθυμνο και στο Ηράκλειο. Νομίζω ότι είναι πολύ πιθανόν ο Ουέιβελ να αναρωτιόταν αν ο κόλπος της Σούδας, ο οποίος όπως είπα, ήταν άχρηστος για το στόλο, με εξαίρεση ίσως την περίπτωση να βρίσκεται υπό συνεχή κάλυψη καπνού, άξιζε ένα τόσο τρομαχτικό ρίσκο. Βέβαια, το σύνολο των στρατευμάτων που είχε στη Μέση Ανατολή ήταν πολύ μικρό και δεν του επέτρεπε να διακινδυνεύσει τη δέσμευση μιας αξιόλογης αμυντικής δύναμης στην Κρήτη, γιατί, αν υποθέσουμε πως είχαμε νικήσει, πράγμα στο οποίο φτάσαμε εξαιρετικά κοντά (πιο κοντά δεν γινόταν), νομίζω ότι είναι σχεδόν βέβαιο, γνωρίζοντας την ψυχολογία του Χίτλερ, ότι θα είχε προσπαθήσει να έρθει ξανά.
Πραγματικά πιστεύω ότι δεν θα ήταν λογικό να προσπαθήσουμε να κρατήσουμε την Κρήτη χωρίς καμία μεραρχία επιπλέον. Όσον αφορά το έμψυχο υλικό, είχαμε μια μεραρχία επιπλέον, όχι καλά οπλισμένη, συμφωνώ, όχι καλά εξοπλισμένη και πιθανώς είχαμε ανάγκη από μια μεραρχία ακόμη, συν πολύ πυροβολικό και έναν αρκετά μεγάλο αριθμό αρμάτων μάχης. Από που θα έρχονταν; Με τι θα υπερασπιζόμασταν το νησί; Και από που περίμενε η RAF να πάρει αρκετά αεροσκάφη για να υπερασπιστεί το νησί; Υπάρχουν πράγματα, τα οποία νομίζω ότι θα έπρεπε να τα λάβουν υπόψη τους οι στρατηγικοί σχεδιαστές στο Λονδίνο, ο Τσώρτσιλ ειδικά, και τα οποία ίσως να τα είχε λάβει υπόψη ο Ουέιβελ, όταν δεν έδωσε μεγαλύτερη βαρύτητα στην ενίσχυση και την υπεράσπιση της Κρήτης. Έχει ειπωθεί ότι η Μάχη της Κρήτης ήταν η σωτηρία της Μάλτας. Το πιστεύω αυτό, στην πραγματικότητα το γνωρίζω με σιγουριά. Είναι γεγονός ότι ο Χίτλερ απαγόρευσε τη χρήση μεγάλων δυνάμεων αλεξιπτωτιστών ξανά, όπως και έγινε. Θα πρότεινα ως θέμα προς συζήτηση ότι η προσπάθεια να κρατηθεί η Κρήτη μόνιμα μπορεί να σήμαινε την απώλεια της Μάλτας και της Αιγύπτου…
Είχε τελειώσει ο χειμώνας. Το «εξάμηνο του εξωτερικού» είχε τελειώσει, όμως δεν ήμουν ευχαριστημένη από τη μετάφραση της Μάχης της Κρήτης. Διαβάζοντάς τη δεν καταλάβαινα τίποτα. Θα ξεκινούσα από την αρχή τη μετάφραση με την επιστροφή στην Ελλάδα. Πρωί πρωί, πριν ακόμα ξημερώσει, ξεκινήσαμε για το αεροδρόμιο. Τότε εμφανίστηκε ξαφνικά το ζεύγος των γερμανών διαχειριστών της πολυκατοικίας, με ένα φορητό… προβολέα, για να κάνουν έναν έλεγχο πριν φύγουμε. Καρέκλα kaputt. Εξήντα ευρώ. Λάμπα kaputt. Τρία ευρώ… Λαμπάκι κουζίνας πενήντα σεντς. Η μητέρα μου τους κοιτούσε θυμωμένη, ώσπου είπε δυνατά: Μωρέ καλά σας κάνανε στο Μάλεμε! Ακούγοντας τη λέξη «Μάλεμε» ο κύριος «Μπλούμε» μας κοίταξε με κάτι μάτια… Κάτι θα είχε ακούσει… Αν και στη Γερμανία αυτό που μαθαίνει κυρίως ο κόσμος είναι ότι «νίκησαν το φασισμό του Χίτλερ», για τον οποίο «οι πολίτες δεν ήξεραν τίποτα» και ότι φυσικά «ναζί ή όχι» «πολεμούσαν για την πατρίδα μας»… Από τους παππούδες τους όμως κάτι μπορεί να είχαν ακούσει και αυτοί… Όπως λέει η παροιμία «δυο γάιδαροι μαλώνανε σε ξένο αχυρώνα». Η χώρα μας και ο λαός της έγινε θέατρο ενός πολέμου ανάμεσα στον Χίτλερ και στον κύριο Τσώρτσιλ, με την απελευθέρωση να φαντάζει ακόμα και σήμερα μακρινό όραμα.
*Νεοζηλανδός στρατηγός, διορίστηκε διοικητής συμμαχικών δυνάμεων της Κρήτης στις 30 Απριλίου 1941.
**Βρετανός αρχιστράτηγος Μέσης Ανατολής.***Μεγάλος κόλπος του βρετανικού αρχιπελάγους των Ορκάδων, στα βόρεια της Σκωτίας. Ήταν η κύρια πολεμική βάση του Βρετανικού Στόλου στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στις αρχές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Σκάπα ήταν ξανά αεροναυτική βάση.