(έκθεση του 10χρονου Μιχάλη, μαθητή από το Ηράκλειο)
Μια φορά πριν πολλά χρόνια στην Αγγλία ήταν ένα παιδί, ο Νικόλαος που ήταν πολύ καλό παιδί με όλους και φερόταν σωστά. Είχε όνειρο να γίνει βασιλιάς. Μια μέρα το σχολείο του ανακοίνωσε ότι όποιος είχε τους καλύτερους βαθμούς θα βγει στις ειδήσεις να μιλήσει για ό,τι θέλει και θα πάρει και μια συλλεκτική φιγούρα του μεσαίωνα. Το παιχνίδι είχε μια εξαίρεση, ότι σε περίπτωση που ένα παιδί έχει άψογη συμπεριφορά νικάει αυτός. Έτσι κέρδισε με την εξαίρεση.
Χάρηκε πολύ και στα μόλις 12 χρόνια του πήγε στις ειδήσεις και είπει γιατί ήθελε να γίνει βασιλιάς και άρχισε μια συζήτηση με έναν δημοσιογράφο και πήγε άψογα. Τότε έγινε αρκετά γνωστός. Οι υπόλοιποι που τον είδαν ενθουσιάστηκαν μαζί του, ώστε να αποφασίσουν να τον κάνουν βασιλιά. Το παιδί συνέχισε να είναι από τους καλύτερους ανθρώπους για χρόνια. Όταν έγινε ενήλικας πλέον και είχε μάθει ο κόσμος πόσο καλός ήταν, τον επέλεξαν για βασιλιά. Ο βασιλιάς ήταν πολύ εργατικός και κάθε απόγευμα άκουγε τα αιτήματα του κόσμου, ήταν πολύ συνεπής στη δουλειά του.
Ώσπου μια νύχτα ο βασιλιάς κοιμήθηκε μαζί με την παλιά του φιγούρα. Την επόμενη μέρα άρχισε να είναι πολύ κακός για μια βδομάδα και σιγά σιγά δεν ήταν όπως είναι κανονικά. Άρχισε να φέρεται άσχημα στους πάντες, να τους έχει να εργάζονται για ώρες και να νοιάζεται μόνο για τον εαυτό του. Φυσικά απέκτησε πολλούς αντιπάλους.
Την Παρασκευή βράδυ προσπάθησε να λογικευτεί και να γυρίσει πίσω στη θέση του. Άρχισε να παρατηρεί το τι έχει γίνει και άλλαξε έτσι. Μετά από ώρα σκέφτηκε ότι η φιγούρα είναι καταραμένη. Το είπε στους υπηκόους του και όλοι γέλασαν. Αφού δεν είχε άλλες ελπίδες πούλησε τη φιγούρα σε δημοπρασία για 50.000 ευρώ, εφόσον ήταν σπάνια, επίσης έβαλε μία κλεψύδρα, δηλαδή κάτι σαν χρονόμετρο, για να δει πότε θα πουληθεί.
Το επόμενο πρωί άλλαξαν πολλά, πουλήθηκε η φιγούρα και την αγόρασε ένας ειδικός. Ο βασιλιάς έγινε και πάλι καλός όπως παλιά, για να επανορθώσει μοίρασε τα λεφτά της κούκλας και άλλα τόσα δικά του και έδωσε τα περισσότερα σε φιλανθρωπικούς σκοπούς και φτωχούς ανθρώπους που πλέον δεν είναι (φτωχοί), χάρη σ’ αυτόν. Βέβαια έδωσε και στους υπόλοιπους πολίτες για να είναι καλά. Οι αντίπαλοί του τον συγχώρεσαν και διάφοροι παίκτες μουσικής έφτιαξαν ύμνο προς τιμήν του από τη θέλησή τους.
Χρόνια αργότερα είχε κάνει οικογένεια και έναν μεγάλο γιο, τον Τζορτζ, που του έδωσε την εξουσία του, επειδή ο ίδιος ήταν κουρασμένος, αλλά του ανέφερε να προσέχει τις κινήσεις του.
Στο μέλλον ο γιος του μεγάλωσε και έγινε εξίσου καλός βασιλιάς με τον πατέρα του. Ο πατέρας του έγινε παπάς, ευλόγησε πολλά σπίτια, γιάτρεψε πολλούς από θαύμα και φανέρωσε το μυστήριο της φιγούρας. Λίγο πριν την τελευταία του πνοή μετά από όλα είχε ζήσει, γύρισε σπίτι του για να συναντήσει το γιο του και μόλις τον είδε χάρηκε που είχε ένα καλό γιο και του είπε περήφανος: Τώρα αντράκι μου μου επιτρέπω να πεθάνω, χαίρομαι για εσένα…