Μετά το ξέσπασμα της πανδημίας πριν από ένα χρόνο, η κυβέρνηση κόμπαζε για το «πόσο καλά τα πήγαμε». Σήμερα, παρά το γεγονός ότι υπήρχε συσσωρευμένη παγκόσμια εμπειρία τόσο για τον κορονοϊό όσο και για τους τρόπους αντιμετώπισής του, βρισκόμαστε σε ένα τοπίο τρομακτικό και μαύρο. Ποιες είναι οι αιτίες του κακού; Τι μπορεί και πρέπει να γίνει σήμερα; Προσπαθούμε να βρούμε απαντήσεις μέσα από μια συζήτηση με τον Ανδρέα Ξανθό, τομεάρχη Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ
Ερωτήσεις-βίντεο: Άγγελος Καλοδούκας
Με τον Ανδρέα Ξανθό, βουλευτή Ρεθύμνου, τομεάρχη Υγείας ΚΟ ΣΥΡΙΖΑ συζητάμε το καυτό θέμα της τρέχουσας επικαιρότητας. Μετά το ξέσπασμα της πανδημίας πριν από ένα χρόνο, η κυβέρνηση κόμπαζε για το «πόσο καλά τα πήγαμε». Σήμερα, παρά το γεγονός ότι υπήρχε συσσωρευμένη παγκόσμια εμπειρία τόσο για τον κορονοϊό όσο και για τους τρόπους αντιμετώπισής του, βρισκόμαστε σε ένα τοπίο τρομακτικό και μαύρο.
Το ΕΣΥ έχει καταρρεύσει ουσιαστικά, στα νοσοκομεία τα ράντζα και οι πρόχειροι αναπνευστήρες έχουν αντικαταστήσει τις ΜΕΘ. Το κονβόι των ασθενοφόρων ανάγλυφα περιγράφει την εκτίναξη του αριθμού των κρουσμάτων. Και η κατάσταση αναμένουμε το αμέσως επόμενο διάστημα να πάει ακόμα χειρότερα. Ποιες είναι οι αιτίες αυτού του κακού; Τι μπορεί και πρέπει να γίνει σήμερα; Αυτά προσπαθούμε να ανιχνεύσουμε με τον Ανδρέα Ξανθό.
Σταχυολογούμε από αυτήν την 19λεπτη συνέντευξη κάποιες απαντήσεις του Ανδρέα Ξανθού σε κρίσιμα ζητήματα. Όσον αφορά το ζήτημα της επίταξης του ιδιωτικού τομέα υγείας:
«Προειδοποιούσαμε έγκαιρα ότι πρέπει και ο ιδιωτικός τομέας να αναλάβει ένα σημαντικό κομμάτι από τα περιστατικά covid. Η κυβέρνηση έχει εμπλέξει κάποιες ιδιωτικές δομές υγείας στη φροντίδα κυρίως μη covid περιστατικών. Από τις χιλιάδες ιδιωτικές κλίνες που διαθέτει το λεκανοπέδιο μόνο 250 έχουν διατεθεί μέχρι στιγμής για περιστατικά covid. Κανένα από τα μεγάλα θεραπευτήρια της Αθήνας δεν έχει εμπλακεί στη νοσήλια περιστατικών covid. Στη Γαλλία, για να έχουμε μια εικόνα, το 30% των συνολικών ασθενειών με κορονοϊό τα έχει αναλάβει ο ιδιωτικός τομέας. Και επίσης ούτε τα στρατιωτικά νοσοκομεία, τα οποία έχουν υψηλού επίπεδου εξοπλισμό και στελέχωση, κανένα δεν αναλαμβάνει περιστατικά covid.
Το μόνο που έχει κάνει η κυβέρνηση είναι η επιστράτευση των 200 περίπου γιατρών η οποία έγινε καθυστερημένα, δεν εντάσσεται σε ένα σχέδιο συνολικής αξιοποίησης και επίταξης του ιδιωτικού τομέα και δεν μπορεί να αποτελέσει την απάντηση σε αυτήν τη μεγάλη κρίση και τη λειτουργική κατάρρευση των δημόσιων νοσοκομείων».
Για τα ατομικά τεστ (self test) ο Ανδρέας Ξανθός είναι ξεκάθαρος. Η κυβέρνηση θα έπρεπε να είχε ένα πρόγραμμα μαζικών ελέγχων μέσω τεστ οργανωμένων από τις δημόσιες ιατρικές υπηρεσίες και όχι να ρίχνει στις πλάτες των πολιτών τις ευθύνες:
«Πρόκειται για επικοινωνιακή φούσκα. Η κυβέρνηση σε μια φάση δυσφορίας της κοινωνίας, έμμεσα αναγνωρίζει ότι ήταν πρόβλημα που δεν υπήρχε ένα ευρύτερο σύστημα εργαστηριακών ελέγχων την προηγούμενη φάση. Αντί να υπάρχει ένα αναβαθμισμένο σχέδιο επιτήρησης από τις υπηρεσίες δημόσιας υγείας της χώρας, το μεταθέτει στην ατομική ευθύνη των πολιτών και υπάρχει σκεπτικισμός όσον αφορά την αξιοπιστία. Τα rapid test έχουν 70% αξιοπιστία, τα self test δεν έχουμε εικόνα ποιος είναι ο βαθμός αξιοπιστίας τους. Επομένως, η πιθανότητα ενός ψευδώς αρνητικού αποτελέσματος και άρα η πιθανότητα ενός εφησυχασμού είναι πολύ αυξημένη».
Σε σχέση με τον αργό εμβολιασμό του γενικού πληθυσμού λόγω καθυστερήσεων στην παροχή από τις εταιρείες που παράγουν τα εμβόλια:
«Έπρεπε η ελληνική κυβέρνηση μαζί με άλλες κυβερνήσεις να πιέσουν τα όργανα της Ευρώπης να κινηθούν στη γραμμή της απελευθέρωσης των πατεντών που είναι το κομβικό ζήτημα. Γιατί δεν έχουμε εμβόλια; Διότι οι κατασκευάστριες εταιρείες αδυνατούν να ανταποκριθούν στην παγκόσμια ζήτηση. Αδυνατούν γιατί το προνομιακό καθεστώς των πνευματικών δικαιωμάτων και των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας τους δίνει το δικαίωμα να μην εκχωρούν την πατέντα σε άλλες κατασκευάστριες βιομηχανίες για να έχουν τη δυνατότητα υπερκέρδους».