Του Γιώργου Σπυριδάκη*
Κάθε χρόνο την 25η Μαρτίου στην επέτειο της επανάστασης του 1821 ακούμε και πολλές φορές επαναλαμβάνουμε κάποιες λέξεις σχετικές με το γεγονός. Για πόσες από αυτές όμως γνωρίζουμε την πραγματική σημασία τους; Αν και τις χρησιμοποιούμε στην καθημερινότητα, τις ακούμε σε ποιήματα, τραγούδια και σχολικά βιβλία, όχι μόνο δεν γνωρίζουμε την σημασία τους αλλά κάποιες από αυτές τις παρερμηνεύουμε αλλάζοντας εντελώς τη σημασία τους. Με αφορμή τον φετινό Μάρτιο που γιορτάζουμε τα διακόσια χρόνια από την επανάσταση ας γνωρίσουμε μερικές από αυτές που ακούμε συχνότερα.
ΡΑΓΙΑΔΕΣ: Με τον όρο ραγιάς, χαρακτηρίζονταν όλοι οι φορολογούμενοι υπήκοοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας άσχετα από το θρήσκευμα τους. Λανθασμένα έχει περάσει στην ελληνική συνείδηση πως ο όρος ήταν συνώνυμο του χριστιανού ή του υπόδουλου. Η αυτοκρατορία χωρίζονταν σε δυο κοινωνικές τάξεις, το «Ασκέρι» (Στρατός,διοίκηση) που ήταν η ανώτερη τάξη και τους «Ραγιάδες». Όταν λοιπόν οι Τούρκοι αξιωματούχοι αποκαλούσαν υποτιμητικά τους επαναστάτες «Ραγιάδες», ήθελαν να δείξουν την κοινωνική τους υπέροχη και όχι τη θρησκευτική διαφορά.
ΑΓΑΡΙΝΟΙ: Στην ελληνική λογοτεχνία βλέπουμε συχνά να αποκαλούν τους Τούρκους «αγαρινούς» π.χ. «Σκυλί αγαρινό», Αυτό συνέβαινε επειδή οι Άραβες πίστευαν πως κατάγονταν από την βιβλική Άγαρ, που ήταν δούλα της Σάρας γυναίκας του Αβραάμ και καθώς η τελευταία δεν μπορούσε να τεκνοποιήσει την προσέφερε στον σύζυγο της. ΜΟΡΙΑΣ: Ήταν η ονομασία της Πελοποννήσου καθώς όταν την κατέλαβαν οι Φράγκοι, εγκατέστησαν εκεί παραγωγούς μεταξιού και φύτεψαν παρα πολλές μουριές ώστε να τρέφονται από τα φύλα τους οι μεταξοσκώληκες, εξού και η ονομασία μουριά-μοριάς.
ΥΨΗΛΗ ΠΥΛΗ: Το Οθωμανικό παλάτι (Τοπ Καπι), διαθέτει τρεις πύλες. Στην Τρίτη πύλη, της ευτυχίας ή ευδαιμονίας όπως ονομάζονταν, ο Σουλτάνος δέχονταν τον λαό, απένειμε δικαιοσύνη, συντόνιζε τη διακυβέρνηση και συμμετείχε σε τελετές καθισμένος σε ένα θρόνο. Στα δεξιά της ήταν η αίθουσα του αυτοκρατορικού συμβουλίου και πίσω της η αίθουσα τους θρόνου, για τον λόγο αυτό έγινε συνώνυμο του Σουλτάνου.
ΚΑΡΙΟΦΙΛΙ: Το πιο διαδεδομένο τουφέκι των Ελλήνων επαναστατών. Ήταν λεπτόκανο εμπροσθογεμές και ανάλογα με την κοινωνική θέση και την οικονομική κατάσταση του κατόχου του διέθετε πλούσιο στολισμό. Ήταν βενετικής κατασκευής και πήρε το όνομα του από την στάμπα που είχαν βάλει οι κατασκευαστές “Carlo e filii”-καριοφίλι δηλαδή Κάρολος και ιοί. Οι τακτικοί στρατοί της Δύσης το θεωρούσαν απαρχαιωμένο, στα χέρια όμως των Ελλήνων επαναστατών ήταν πολύτιμο καθώς δεν υπήρχαν χρήματα για σύγχρονο εξοπλισμό, επιπλέων η μακριά κάνη του πρόσφερε μεγαλύτερη ευθυβολία.
ΚΟΤΖΑΜΠΑΣΗΔΕΣ: Ήταν οι χριστιανοί προεστοί διοικητές των κοινοτήτων οι οποίοι εκλέγονταν, συνήθως όμως κέρδιζαν οι πλουσιότεροι και δυνατότεροι. Διέφεραν από τους Μουσουλμάνους διοικητές τους λεγόμενους «Αγιάνηδες» ως προς το χρώμα της ενδυμασίας και φυσικά ντύνονταν πλουσιοπάροχα και όμοια με αυτούς για αν επιδείξουν τον πλούτο τους. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Κολοκοτρώνης τους αποκαλούσε γουνικά για αυτό τι λόγο. Το κύριο μέλημα τους ήταν η είσπραξη των φόρων στους οποίους πρόσθεταν ένα ποσοστό ώστε να κερδοσκοπούν. Αν και το ποσοστό προβλέπονταν από την οθωμανική διοίκηση και απαγορεύονταν αυστηρά η αυθαιρεσίες τα δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις που συνέβαιναν σε βάρος του λαού και δεν σταμάτησαν ακόμη και όταν η Υψηλή πύλη τους τιμωρούσε με θανατική ποινή καθώς ήταν εξαιρετικά δύσκολο να προσφύγει κάποιος σε αυτή για να παραπονεθεί. Εξαιτίας αυτού ο κοτζαμπάσης έγινε συνώνυμο της καταπίεσης πράγμα που δεν απέβαλαν ούτε όταν προσχώρησαν στην επανάσταση.
*Σπυριδάκης Γιώργος Ιστορικός