Δήλωση των Δ. Βρύσαλη, μέλους του Γ.Σ της ΠΟΕΔΗΝ και της Ρ. Μπέτση, μέλους του ΔΣ της Ένωσης Νοσοκομειακών Γιατρών ΕΣΥ Ηρακλείου:
“Με αντιπερισπασμούς και επίκληση της ατομικής ευθύνης επιχειρεί η κυβέρνηση να αποποιηθεί τις δικές της ευθύνες για την ελλιπή ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας και για τα ανεπαρκή μέτρα προστασίας σε χώρους δουλειάς, ΜΜΜ και σχολεία, που συνέβαλαν στη νέα έκρηξη της πανδημίας και στην περιοχή μας -με 522 ενεργά κρούσματα στην Κρήτη (τις τελευταίες 14 μέρες), με εκτόξευση του ιικού φορτίου στα λύματα του Ηρακλείου κατά 200% περίπου (μετά τα μέσα Φλεβάρη), με τους νοσηλευόμενους με COVID-19 στα δημόσια νοσοκομεία του νησιού να ξεπερνούν τους 100 (εκ των οποίων τουλάχιστον το 70% σε ΠΑΓΝΗ-Βενιζέλειο).
Μεγαλύτερη πίεση δέχεται το Βενιζέλειο, με τις κλίνες (απλές και ΜΕΘ) που είχαν δεσμευτεί για τη νοσηλεία κρουσμάτων να έχουν γεμίσει, ενώ σοβαρή είναι και η ενδονοσοκομειακή διασπορά του ιού. Μετά τα κρούσματα σε ασθενείς της Ογκολογικής και της Ορθοπεδικής το Φλεβάρη, νέα κρούσματα εμφανίστηκαν τις τελευταίες μέρες σε 2 νοσηλεύτριες και 5 ασθενείς της Αιματολογικής Κλινικής, η οποία δεν θα δέχεται νέες εισαγωγές για 1 εβδομάδα (τις οποίες θα καλύπτει καθημερινά με γενική εφημερία η αιματολογική του ΠΑΓΝΗ).
Ενώ τα εμβόλια είναι σημαντικό μέσο προφύλαξης και όπλο για την αντιμετώπιση της πανδημίας, η ανεπάρκεια εμβολίων (λόγω του ανταγωνισμού κρατών και εταιριών) επιφέρει αργούς ρυθμούς εμβολιασμών σε εμβολιαστικά κέντρα ελλιπή σε αριθμό και στελέχωση. Ωστόσο, για τη διασπορά εντός των δομών υγείας στοχοποιούνται συχνά οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, εγκαλούμενοι είτε για καθυστέρηση εμβολιασμού (όπως οι νοσηλεύτριες του Βενιζελείου, υγειονομικοί νοσοκομείου της Πάτρας) είτε για χαλάρωση στην τήρηση των μέτρων (όπως τα κρούσματα εργαζομένων στο ΠΑΓΝΗ τον Οκτώβρη-Νοέμβρη). Την ίδια στιγμή, τα χρονικά περιθώρια για τη δήλωση υγειονομικών για εμβολιασμό ήταν εξαιρετικά ασφυκτικά (εντός μιας μέρας) χωρίς να προηγηθεί κάποια επίσημη έγκυρη ενημέρωση για τις ωφέλειες και την ασφάλεια των εμβολίων, ώστε να δοθούν απαντήσεις σε ερωτήματα και ενδοιασμούς, ενώ όσοι δεν δήλωσαν εγκαίρως έπρεπε να περιμένουν κάποια ακύρωση ή τη σειρά τους από την πλατφόρμα, που αυτή τη στιγμή έχει αναμονή άνω του ενός μήνα τουλάχιστον.
Με τη ενοχοποίηση των υγειονομικών επιχειρείται η συγκάλυψη των ευθυνών διοικήσεων και κυβέρνησης για τα ανεπαρκή μέσα και μέτρα προστασίας, για τις επισφαλείς συνθήκες νοσηλείας (π.χ. τα ράντζα στην αιματολογική του Βενιζελείου, στην ψυχιατρική του ΠΑΓΝΗ κ.α.), για τις μετακινήσεις προσωπικού μεταξύ COVID και non-COVID τμημάτων, για τα λειψά υγειονομικά πρωτόκολλα (π.χ. τις μειωμένες ή και ανύπαρκτες μέρες καραντίνας υγειονομικών που έχουν εκτεθεί), για την απουσία προληπτικών μαζικών τακτικά επαναλαμβανόμενων τεστ, για την ελλιπή ενημέρωση και την καθυστέρηση των εμβολιασμών.
Αντί η κυβέρνηση να απολογηθεί και να λάβει άμεσα μέτρα, επιρρίπτει ευθύνες για τα προβλήματα (τα κρούσματα στις δομές υγείας, τους θανάτους εκτός ΜΕΘ κοκ) ακόμη και στους υγειονομικούς, που δίνουν εδώ και ένα χρόνο τη μάχη με την πανδημία σε συνθήκες σοβαρής υποστελέχωσης, με εξαντλητικά ωράρια, ελάχιστα ρεπό και αναστολή αδειών, μετακινούμενοι συνεχώς για να «μπαλώσουν» κενά.
Οι υγειονομικοί αναγνωρίζουμε την αναγκαιότητα και τις ωφέλειες των εμβολίων, γι’ αυτό ζητάμε προμήθεια όλων των διαθέσιμων αποτελεσματικών και ασφαλών εμβολίων και ανάπτυξη και στελέχωση (με νέες προσλήψεις) ικανού αριθμού εμβολιαστικών κέντρων στα πλαίσια της ΠΦΥ.
Οι μαχόμενοι υγειονομικοί θα συνεχίσουμε να δίνουμε τον καλύτερό μας εαυτό, παρόλη τη σωματική και ψυχολογική κόπωση, αλλά δεν θα σταματήσουμε και να αναδεικνύουμε τις ελλείψεις, να αποκαλύπτουμε τους υπαίτιους για αυτές, να διεκδικούμε ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας με μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού με επείγουσες διαδικασίες, μονιμοποίηση όλων των εργαζομένων με ελαστικές εργασιακές σχέσεις, επίταξη των ιδιωτικών μονάδων υγείας και ένταξη στο εθνικό σχέδιο αντιμετώπισης της πανδημίας”.