Για τον συνήγορο του προσωρινά κρατούμενου για βιασμό κατά συρροή, Δημήτρη Λιγνάδη, οι δικαστικοί λειτουργοί οι οποίοι έχουν μέχρι σήμερα ασχοληθεί με την δυσώδη αυτή υπόθεση, ευθύνονται για την δυσχερή (για τον εντολέα του) δικαστική εξέλιξη της υπόθεσης.
Σύμφωνα με τον κ.Κούγια, εισαγγελείς και δικαστές δεν έκαναν σωστά την δουλειά τους τους και γι αυτό τον λόγο θα προσφύγει με αναφορές σε βάρος τους στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Όπως αναφέρει η νέα ανακοίνωση του δικηγορικού του γραφείου, ο Αλέξης Κούγιας θα επισκεφθεί τον Άρειο Πάγο το πρωί της Τετάρτης, προκειμένου να καταθέσει τρεις αναφορές: Η πρώτη αναφορά θα στρέφεται κατά των δύο Εισαγγελέων που διενήργησαν την προκαταρκτική εξέταση μετά από τις καταγγελίες των δύο φερομένων ως βιασθέντων από τον Δημήτρη Λιγνάδη, καθώς κατά τον κ.Κούγια «ο ένας που τον κατήγγειλε για βιασμό δήθεν τελεσθέντα τον Αύγουστο του 2010, ουδέποτε έχει εμφανισθεί ενώπιον των προανακριτικών και ανακριτικών αρχών, ώστε να αξιολογηθεί η αξιοπιστία του, και αντ’ αυτού εμφανίσθηκε ο δικηγόρος του, ενώ ο δεύτερος που τον κατήγγειλε για βιασμό δήθεν τελεσθέντα στις 9 ή 8 Αυγούστου 2015, είναι ο μόνος που εμφανίσθηκε και έχει δώσει μέχρι τώρα μία κατάθεση στον ένα εκ των δύο Εισαγγελέων και τρεις ακόμη καταθέσεις στην Ανακρίτρια, χωρίς να του έχουν υποβληθεί στοιχειώδεις και υποχρεωτικές ερωτήσεις ούτε από τον Εισαγγελέα ούτε από την Ανακρίτρια».
«Οι ως άνω δύο Εισαγγελείς», υποστηρίζει ο δικηγόρος του κατηγορούμενου ηθοποιού-σκηνοθέτη, «δεν κάλεσαν τον κ. Λιγνάδη, ενώ αυτό ήταν υποχρεωτικό, να δώσει γραπτές ή προφορικές εξηγήσεις, πριν του ασκήσουν ποινική δίωξη για ένα από τα σοβαρότερα αδικήματα που προβλέπονται στον Ποινικό Κώδικα και για το κάθε ένα από αυτά απειλείται ποινή καθείρξεως έως και 15 ετών».
Η δεύτερη αναφορά θα στρέφεται κατά της Ανακρίτριας της υπόθεσης, η οποία, κατά την κρίση του συνηγόρου «αφενός μεν εξέδωσε ένα παράνομο ένταλμα σύλληψης, αφετέρου δε, ενώ κάλεσε να δώσει μαρτυρική κατάθεση ενώπιον της τον δεύτερο καταγγέλλοντα, το μοναδικό μάρτυρα της υποθέσεως, έναν αμφιλεγόμενης αξιοπιστίας Αιγύπτιο, ο οποίος καταθέτει εμφανή ψέματα, ειδικά στην περιγραφή του βιασμού, ουδέποτε τον ρώτησε ποιο ήταν το ξενοδοχείο, όπου δήθεν έλαβε χώρα ο βιασμός, για να διαπιστώσει την αξιοπιστία του, όπως δεν τον είχε ρωτήσει προηγουμένως ούτε ο ένας εκ των δύο Εισαγγελέων που είχε λάβει την προανακριτική κατάθεσή του, πριν ασκήσει την ποινική δίωξη, ουδέποτε έκανε έρευνα αν υπάρχει αυτό το ξενοδοχείο, ουδέποτε έκανε έρευνα αν σε οποιοδήποτε ξενοδοχείο της περιοχής της Επιδαύρου έχει διαμείνει 9 ή 8/8/2015 ο κ. Λιγνάδης, ουδέποτε ζήτησε από το αστυνομικό τμήμα της περιοχής να διερευνήσει τα υποχρεωτικάτηρούμενα βιβλία διαμενόντων στα ξενοδοχεία, για να διαπιστώσει εάν έχει διαμείνει σε οποιοδήποτε από τα ξενοδοχεία αυτά ο κ. Λιγναδης στις 9 ή 8/8/2015 και, αφού αγνόησε τα προσκομισθέντα από αυτόν στοιχεία, αλλά και τους ιδιαίτερα αξιόπιστους μάρτυρές του που αποδείκνυαν ότι όλον τον Αύγουστο του 2015 ο κ. Λιγνάδης ήταν στην περιοχή Πόλης Ιθάκης, τον κράτησε προσωρινά καταστρέφοντάς τον για ολόκληρη τηζωή του με μοναδικό αποδεικτικό στοιχείο την κατάθεση ενός αμφιλεγόμενης αξιοπιστίας φερόμενο παθόντα».
Η τρίτη αναφορά θα κατατεθεί «κατά του Προέδρου και των μελών του δικαστικού συμβουλίου που εξέδωσαν το βούλευμα που απέρριψε την ιδιαίτερα αιτιολογημένη νομικά ένσταση ακυρότητος της ασκηθείσας ποινικής δίωξης και του εντάλματος συλλήψεως, περιλαμβάνοντας στο σκεπτικό του βουλεύματος έγγραφα και κρίσεις από την απολογία του κατηγορουμένου που ακόμη δεν είχε λάβει χώρα, αλλά ξεκίνησε μετά την έκδοση του βουλεύματος και διήρκεσε τουλάχιστον 5 ώρες, οι δε καταθέσεις των μαρτύρων υπερασπίσεως του κατηγορουμένου ελήφθησαν και ολοκληρώθηκαν μετά την απολογία του και τουλάχιστον 7 ώρες μετά την έκδοση του βουλεύματος».
Απάντηση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων στον ποινικολόγο
Με ανακοίνωσή της η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων απαντά στον συνήγορο υπεράσπισης του Δημήτρη Λιγνάδη, Αλέξη Κούγια, επισημαίνοντας ότι οι χθεσινές δηλώσεις του “με τις οποίες καταφέρθηκε δημοσίως με αβάσιμους και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς σε βάρος των Εισαγγελικών λειτουργών, της Ανακρίτριας και του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, εκφεύγουν κατά πολύ των ορίων του υπερασπιστικού του δικαιώματος και των ακραίων ορίων της κριτικής”. Παράλληλα οι δικαστές επεσήμαναν πως πειθαρχικές αναφορές σε βάρος δικαστικών λειτουργών που εκτελούν ευσυνείδητα το καθήκον τους θα τους βρίσκουν απέναντι.
Συγκεκριμένα, στην ανακοίνωση αναφέρεται:
“Οι χθεσινές δηλώσεις συνηγόρου υπεράσπισης σε υπόθεση που απασχολεί τη δημοσιότητα, με τις οποίες καταφέρθηκε δημοσίως με αβάσιμους και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς σε βάρος των Εισαγγελικών λειτουργών, της Ανακρίτριας και του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, εκφεύγουν κατά πολύ των ορίων του υπερασπιστικού του δικαιώματος και των ακραίων ορίων της κριτικής. Πειθαρχικές αναφορές σε βάρος δικαστικών λειτουργών που εκτελούν ευσυνείδητα το καθήκον τους είναι απρόσφορες και θα μας βρίσκουν απέναντι. Ενέργειες σαν κι’ αυτές διαταράσσουν το κλίμα αμοιβαίου σεβασμού των λειτουργών της Δικαιοσύνης και θα πρέπει να απομονώνονται πρωτίστως από τους ίδιους του Δικηγορικούς Συλλόγους.
Τέλος θεωρούμε ανεδαφική και λανθασμένη την προσέγγιση που γίνεται από δικηγόρους να αμφισβητούν το δικαστικό σθένος που επιδεικνύουν οι συνάδελφοι με κριτήριο το Δικαστήριο στο οποίο υπηρετούν. Οι δικαστικοί λειτουργοί ξέρουν να επιδεικνύουν θάρρος και γενναιότητα και αποφασίζουν κατά το νόμο και τη συνείδησή τους”.