«Ο κ. Ταραντίλης πρέπει να κατανοήσει ότι η θέση του κυβερνητικού εκπροσώπου απαιτεί γνώση των δεδομένων και τεκμηριωμένες απαντήσεις, ιδιαίτερα όταν απευθύνεται στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Εκτός εάν επιθυμεί να ακολουθήσει το παράδειγμα του προκατόχου του που μία στις δύο απαντούσε με ψεύδη και συκοφαντίες», τονίζει σε δήλωσή του ο Νάσος Ηλιόπουλος με αφορμή το σχόλιο του κυβερνητικού εκπροσώπου που υποστήριξε πως «τα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν συμφωνήσει ότι πορεύονται μαζί όσον αφορά στην αγορά εμβολίων και δεν επιτρέπεται να κινούνται μονομερώς, όπως ζητάει ο ίδιος».
«Του θυμίζουμε λοιπόν ότι την «κοινή ευρωπαϊκή συμφωνία» που επικαλείται, την έχει ήδη καταστρατηγήσει η Γερμανία, εξασφαλίζοντας επιπλέον 30 εκατ. εμβόλια για τους πολίτες της, πέρα από αυτά που θα πάρει από την ΕΕ. Εκτός εάν θεωρεί πως η Γερμανία δεν είναι στην ΕΕ. Του θυμίζουμε επίσης πως το σύνολο των επιστημόνων ζητούν από την αρχή της πανδημίας συνταγογράφηση και μαζικά δωρεάν τεστ για το σύνολο του πληθυσμού», σημειώνει η Κουμουνδούρου.
«Η κυβέρνηση αντί αυτού, αφού μετέτρεψε για 8 μήνες το τεστ σε πολύτιμο και απλησίαστο αγαθό για χιλιάδες οικογένειες, με αποτέλεσμα να μην έχουν οι επιστήμονες εικόνα της διασποράς, τώρα κάνει λοταρία για λίγους τυχερούς, ενώ το τελευταίο διάστημα έχει ελαχιστοποιήσει τα τεστ που γίνονται καθημερινά. Σε ό,τι αφορά στην εξασφάλιση της πατέντας του εμβολίου, ο κ. Τσίπρας ζήτησε σήμερα η χώρα να πάρει συγκεκριμένη ευρωπαϊκή πρωτοβουλία, δεν ζήτησε να μας πει ο κ. Μητσοτάκης τη θέση του. Είναι Πρωθυπουργός και όχι αρθρογράφος», προσθέτει.
«Το μόνο που δεν μας προκαλεί εντύπωση είναι η σιωπή του για το αίτημα ενίσχυσης του ΕΣΥ με επίταξη των ιδιωτικών κλινικών. Ακόμα και μέσα στην πανδημία η κυβέρνηση στηρίζει τα ιδιωτικά συμφέροντα στο χώρο της υγείας. Ο κ. Τσίπρας σήμερα απηύθυνε ύστατη πρόταση συνεννόησης προκειμένου η χώρα να αποκτήσει σχέδιο για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Αντί ο κ. Μητσοτάκης να την υιοθετήσει και να συγκαλέσει Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών, παρουσία και επιστημόνων της Επιτροπής, απαντά με διεξαγωγή συζήτησης στη Βουλή», υπογραμμίζει.
«Αντί για συνεννόηση επιλέγει ακόμα μία φορά την αντιπαράθεση. Θα την έχει και θα είναι οξεία. Όπως θα έχει και την αποκλειστική ευθύνη για ό,τι συμβεί από εδώ και στο εξής», καταλήγει.