Τα παράσημα που έγιναν ποινές
Η πολύκροτη υπόθεση του φορτίου της ηρωίνης του «Noor One», αλλά και οι σχετιζόμενες με αυτήν υποθέσεις ξεπλύματος μαύρου χρήματος κ.λπ. φαίνεται ότι δεν έχουν τέλος. Μετά την οριστική απαλλαγή του μεγαλύτερου αριθμού των κατηγορουμένων για συμμετοχή στην εγκληματική οργάνωση, βρέθηκαν τώρα στη θέση του ελεγχόμενου εκείνοι που πρωτοστάτησαν στη διαλεύκανση της σκοτεινής υπόθεσης.
Ετσι μετά την παρασημοφόρηση το 2014, από τον πρώην υπουργό Ναυτιλίας Μ. Βαρβιτσιώτη, της ομάδας των λιμενικών που εξάρθρωσαν την οργάνωση, βρήκαν και κατάσχεσαν τους 2,1 τόνους ηρωίνης, σήμερα οι ίδιοι λιμενικοί κινδυνεύουν όχι μόνο με πειθαρχικές ποινές αλλά, όπως στην περίπτωση του επικεφαλής της ομάδας αντιπλοιάρχου, και με ανακοπή της προαγωγής τους.
Όπως αναφέρει η Αντα Ψαρρά για την Εφημερίδα των Συντακτών, μία από τις πρώτες κινήσεις του αρχηγού του Λιμενικού που ανέλαβε τον Σεπτέμβριο του 2019 μετά την απότομη αποπομπή του αρχηγού Σ. Ράπτη ήταν η εντολή διενέργειας ΕΔΕ σε βάρος τριών μελών της ομάδας των αξιωματικών προκειμένου να διαπιστωθεί εάν όσα περιλαμβάνονταν στις δύο εισαγγελικές διατάξεις αρχειοθέτησης των μηνύσεων (Γιαννουσάκη, Μαρινάκη, Κουρτάκη) συνιστούν πειθαρχικό ή υπηρεσιακό αδίκημα. Πράγματι η Εισαγγελία Ναυτοδικείου Πειραιά παρήγγειλε τελικά τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι με προηγούμενη απόφασή της είχαν τεθεί οριστικά στο αρχείο αυτές οι μηνύσεις.
Αφορμή για την ανάσυρση ήταν ένα στοιχείο που επικαλέστηκε ο εφοπλιστής Β. Μαρινάκης και αφορούσε τη μη αξιολόγηση της συνομιλίας του λιμενικού Χριστοφορίδη με τον καταδικασμένο κρατούμενο Γιαννουσάκη, τον οποίο «εκδήλως καταπίεζε», του υποσχέθηκε ευνοϊκότερη μεταχείριση, απόλυση (!) από τις φυλακές και χρηματικό ποσό αρκεί να κατέθετε ψέματα ότι ο Β. Μαρινάκης ήταν μπλεγμένος στην υπόθεση.
Αξίζει να υπογραμμιστεί εδώ ότι οι αξιωματικοί αυτοί που διενεργούσαν τότε τις όποιες προανακριτικές πράξεις έδιναν πλήρη αναφορά στον (υπεράνω υποψίας) και τότε προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών Πειραιά Ε. Ζαχαρή για όλες τις ενέργειές τους. Επιπλέον η αρχειοθέτηση που προηγήθηκε στηριζόταν στην κρίση τόσο της Εισαγγελίας Ναυτοδικείου Πειραιά όσο και της Εισαγγελίας Αναθεωρητικού Δικαστηρίου που απέρριψε και τις προσφυγές των μηνυτών. Δυστυχώς με πρόδηλα πολιτικές και άλλες σκοπιμότητες οι αξιωματικοί λοιδορήθηκαν και συκοφαντήθηκαν από τα τότε αντιπολιτευόμενα την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ΜΜΕ, που έφτασαν στο σημείο να μιλούν για σκευωρία και κατασκευή ενόχων και να υποβάλλουν μηνύσεις κατά εκείνων που έφεραν εις πέρας την αποστολή τους.
Είναι αξιοσημείωτο ότι η νέα ΕΔΕ ανατέθηκε στη συνέχεια στον αξιωματικό που υπηρετούσε ως λιμενάρχης Ραφήνας, το βράδυ της πυρκαγιάς στο Μάτι κι ενώ δεν είχε καν ακόμα ολοκληρωθεί η προκαταρκτική εξέταση της Εισαγγελίας που στη συνέχεια απάλλαξε από πιθανές πράξεις και παραλείψεις τον λιμενάρχη και έθεσε τις μηνύσεις εναντίον του στο αρχείο. Οι αξιωματικοί κλήθηκαν σε απολογία ενώ εν μέσω της πανδημίας τον Μάρτιο η ΕΔΕ ολοκληρώθηκε, εξέτασε τις μηνύσεις των Γιαννουσάκη, Μαρινάκη και Κουρτάκη, με την κρίση ότι έπρεπε να ανασυρθούν από το αρχείο και ότι οι αξιωματικοί είχαν διαπράξει πειθαρχικά αδικήματα («Υπόθεση Noor One: τελικά φταίει ο… Χατζηπετρής», «Εφ.Συν.» 17.4.2020).
Ο επικεφαλής της ομάδας αντιπλοίαρχος και προϊστάμενος τότε του Τομέα Ασφάλειας Ανάκρισης του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά, βασικός μάρτυρας στη δίκη της εγκληματικής οργάνωσης, κλήθηκε σε απολογία διότι δεν μερίμνησε για τον έλεγχο των υφισταμένων του και δεν ενημέρωσε λεπτομερώς την αντικαταστάτριά του.
Εν όψει δε της νέας κρίσης της Εισαγγελίας Ναυτοδικείου Πειραιά καθυστέρησε επί μήνες η απόφαση για την προαγωγή του σε πλοίαρχο.
Προφανώς το γεγονός ότι τελικά πριν από λίγες ημέρες αποφασίστηκε να παραμείνει στάσιμος υποδηλώνει και ότι από τη συγκεκριμένη ΕΔΕ προέκυψαν πειθαρχικά αδικήματα.
Δυστυχώς το ζήτημα δεν αφορά εδώ μόνο τη συγκεκριμένη υπόθεση μιας απόφασης σε βάρος ενός αξιωματικού που έκανε το καθήκον του με όλους τους προφανείς κινδύνους για τον ίδιο και τους άνδρες του. Το ζήτημα είναι πώς αυτή η απόφαση θα λειτουργήσει στο σύνολο των ανδρών του Λιμενικού που ενδεχομένως αντιμετωπίσουν στο παρόν και στο μέλλον μια ανάλογη υπόθεση αγοράς, μεταφοράς και διακίνησης επικίνδυνων ναρκωτικών με σκοπό το κέρδος και με τίμημα χιλιάδες ανθρώπινες ζωές.