Ένα ρεπορτάζ που δημοσιεύτηκε στο Βήμα και δεν άρεσε στην κυβέρνηση προκάλεσε την αποχώρηση της δημοσιογράφου από την εφημερίδα.
Πρόκειται για μια πράξη εκδικητική, αντίθετη με κάθε δεοντολογία και κάθε σεβασμό στην αξιοπρέπεια του δημοσιογραφικού επαγγέλματος. Είναι μάλιστα το δεύτερο επεισόδιο λογοκρισίας στον φιλοκυβερνητικό Τύπο, μετά την άρνηση των Νέων να δημοσιεύσουν το κείμενο της Έλενας Ακρίτα.
Πρόκειται για μια αντίληψη απολύτως καθεστωτική: το μέτωπο κυβέρνησης – μιντιαρχών δεν μπορεί να αντέξει ούτε κριτική ούτε δημοσιογραφικές αποκαλύψεις ούτε επιχειρήματα που αποδομούν την γραμμή του. Όποιος παραβιάζει την ομοφωνία, καρατομείται.
Τίποτα το πρωτοφανές για αυταρχικά πολιτικά συστήματα. Για μια δημοκρατία όμως, όπου δουλειά των ΜΜΕ είναι, υποτίθεται, να ελέγχουν την εξουσία, είναι ένα πολύ σοβαρό θέμα.
Από εδώ αναδεικνύονται και οι σοβαρές εσωτερικές τριβές που υπάρχουν στο εσωτερικό της κυβέρνησης.
Γιατί τα στοιχεία για τη διπλή καταγραφή των κρουσμάτων δόθηκαν στις εφημερίδες από πηγές που βρίσκονται μέσα στην κυβέρνηση, στο πλαίσιο ενός ανελέητου εσωτερικού μαχαιρώματος. Το οποίο πλήρωσε τελικά η δημοσιογράφος.
Καμία έκπληξη.
Η κυβέρνηση τόσο στην αντιμετώπιση της πανδημίας όσο και στη στήριξη της οικονομίας και της κοινωνίας έχει περάσει κάτω από τον πήχη.
Είναι λοιπόν λογικό να κάθεται σε αναμμένα κάρβουνα βλέποντας την κοινωνική δυσαρέσκεια να αυξάνεται. Κάτω από τέτοιες συνθήκες, σιγά μην ντραπούν την ελευθερία του Τύπου.
Προτιμούν να δείξουν το πραγματικό καθεστωτικό τους πρόσωπο χωρίς πολλές – πολλές εξηγήσεις.
Από το κύριο άρθρο της “Αυγής”