Τις ανισότητες που έχουν προκύψει μεταξύ των επιχειρήσεων με τα μέτρα αναστολής πληρωμής των αξιογράφων και την επιτακτική ανάγκη άμεσης τροποποίησης των σχετικών αποφάσεων, αναδεικνύει με Ερώτηση προς τον Υπουργό Οικονομικών ο Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Ηρακλείου και αν. Τομεάρχης Ανάπτυξης & Επενδύσεων Χάρης Μαμουλάκης, με τη συνυπογραφή 31 ακόμα Βουλευτών.
«Εκτός από την ανυπαρξία στήριξης από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση των καταστροφικών συνεπειών της πανδημίας, οι μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις της χώρας έχουν να αντιμετωπίσουν και τις ανισότητες που δημιούργησαν οι κυβερνητικές αποφάσεις για αναστολή πληρωμής των επιταγών» αναφέρει σε δήλωσή του ο Χάρης Μαμουλάκης, τονίζοντας: «Σε μια εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή, την ώρα που το μέλλον της συντριπτικής πλειοψηφίας των ΜμΕ είναι αβέβαιο, το μόνο που δεν χρειάζεται είναι η δημιουργία πρόσθετων εμποδίων. Καλούμε την Κυβέρνηση της ΝΔ να συναισθανθεί την ευθύνη της, να αντιληφθεί την πραγματικότητα, να υποστηρίξει εμπράκτως τις εκατοντάδες χιλιάδες ΜμΕ και να πάρει άμεσα μέτρα αποκατάστασης αυτών των αδικιών.»
Αναλυτικά το κείμενο της Ερώτησης προς τον Υπουργό Οικονομικών.
Οι συνέπειές της πανδημίας σε οικονομικό επίπεδο, οδήγησαν τη κυβέρνηση στη λήψη μίας σειράς μέτρων προκειμένου να στηρίξει τις επιχειρήσεις των οποίων ανέστειλε τη λειτουργία καθώς και όσων, βάσει κριτηρίων, χαρακτήρισε ως πληττόμενες. Ωστόσο, έχει καταστεί εμφανές πλέον στον επιχειρηματικό κόσμο, και ειδικά στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις ότι τα μέτρα αυτά είναι, αποσπασματικά, ανεπαρκή και δεν τηρείται η αρχή της ισότητας έναντι του νόμου με αποτέλεσμα, να έχει αρχίσει να διαταράσσεται η όποια ισορροπία της αγοράς.
Πιο συγκεκριμένα, με το άρθρο 35 του ν. 4753 (Α’227/18.11.2020), προβλέφθηκε η αναστολή στις προθεσμίες λήξης, εμφάνισης και πληρωμής κατά 75 ημέρες από την αναγραφόμενη ημερομηνία σε κάθε αξιόγραφο. Η προστασία αυτή για τις επιταγές των επιχειρήσεων, ισχύει αφενός αυτομάτως για τις επιχειρήσεις των οποίων η λειτουργία έχει ανασταλεί με κρατική εντολή, αφετέρου για όσες έχουν πληγεί δραστικά από την επιδημία του κορωνοϊου Covid-19. Ως πληγείσες επιχειρήσεις θεωρούνται αυτές που εμφανίζουν κύκλο εργασιών, για το διάστημα Απριλίου – Σεπτεμβρίου του έτους 2020, μειωμένο κατά ποσοστό μεγαλύτερο του 50% σε σχέση με τον αντίστοιχο κύκλο εργασιών του αντίστοιχου διαστήματος του έτους 2019. Επιπλέον, εξουσιοδοτήθηκε ο Υπουργός Οικονομικών μετά από εισήγηση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, να προσδιορίσει τους Κωδικούς Άσκησης Δραστηριότητας (Κ.Α.Δ.) που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής, να μεταβάλλει το ποσοστό της μείωσης του κύκλου εργασιών και να τροποποιεί το χρονικό διάστημα που λαμβάνεται υπόψη για τη μείωση αυτή του κύκλου εργασιών. Έτσι, εκδόθηκε η υπ’αριθμ. A.1259 Υπουργική Απόφαση, (Β’ 5250/27.11.2020), για να ρυθμίσει τα ζητήματα αυτά. Στην απόφασή του αυτή, σημειώνεται ότι ο Υπουργός δεν έκανε χρήση της αυξημένης εξουσιοδότησης που είχε, ούτε ως προς το ποσοστό του 50% μείωσης του κύκλου εργασιών, ούτε ως προς το χρονικό διάστημα που λαμβάνεται υπόψη.
Ωστόσο, τόσο στη διάταξη του άρθρου 35 όσο και στην κατ’ εξουσιοδότησή της Υπουργική απόφαση, φαίνεται να μην έχει ληφθεί υπόψη μία σειρά καθοριστικών παραγόντων, που θα επηρέαζαν το περιεχόμενο τους. Πιο συγκεκριμένα ότι: το κυβερνητικό μέτρο της προσωρινής απαγόρευσης λειτουργίας στο σύνολο της Επικράτειας, αφορούσε και το διάστημα 18-31 Μαρτίου αλλά και αυτό που άρχεται από 07 Νοεμβρίου, κατά τα ίδια χρονικά διαστήματα ίσχυσε και ισχύει το μέτρο του περιορισμού ελεύθερης κυκλοφορίας των πολιτών, υπάρχουν επιχειρηματικοί κλάδοι και επιχειρήσεις που εξαιρούνται του μέτρου καθώς, είτε δεν έχει ανασταλεί η λειτουργία τους, είτε δεν εμφανίζουν μείωση κύκλου εργασιών κατά 50% και οι οποίοι είναι λήπτες επιταγών, των οποίων οι εκδότες έχουν αναστείλει τη πληρωμή για 75 ημέρες.
Από τα παραπάνω συνάγεται ότι το χρονικό διάστημα αναφοράς, Απριλίου-Σεπτεμβρίου δεν είναι αντιπροσωπευτικό για να διαπιστωθεί αυτή η κατά 50% μείωση του τζίρου. Επίσης, πολλές επιχειρήσεις υφίστανται κατάφωρη αδικία καθώς εντείνεται το πρόβλημα ρευστότητας που ήδη αντιμετωπίζουν και απειλείται η βιωσιμότητά τους. Διότι, από τη μία δε θα μπορούν να εισπράξουν το τίμημα για τις υπηρεσίες ή τα προϊόντα που θα έχουν πουλήσει σε επιχειρήσεις που κάνουν χρήση του κυβερνητικού αυτού μέτρου και από την άλλη θα πρέπει να πληρώσουν στο ακέραιο τις υποχρεώσεις τους.
Με δεδομένα τα ανωτέρω, το πρόβλημα ρευστότητας που εντείνεται για συγκεκριμένους επιχειρηματικούς κλάδους από την κυβερνητική μεταχρονολόγηση των επιταγών και σε συνδυασμό με την υποχρέωση αντιμετώπισης των επιχειρήσεων με τους ίδιους όρους, χωρίς να ευνοούνται κάποιοι εις βάρος κάποιων άλλων, ερωτάται ο κ. Υπουργός:
1. Προτίθεται να τροποποιηθεί η υπ’αριθμ. A.1259 Υπουργική Απόφαση, (Β’ 5250/27.11.2020), ώστε να περιλαμβάνει και το διάστημα 18-31 Μαρτίου όσο και αυτό που άρχεται από 07 Νοεμβρίου;
2. Με βάση ποια κριτήρια αποφασίστηκε το ποσοστό της μείωσης του κύκλου εργασιών κατά 50%;
3. Προτίθεται να τροποποιηθεί η υπ’αριθμ. A.1259 Υπουργική Απόφαση, (Β’ 5250/27.11.2020), ως προς το ποσοστό του 50% μείωσης του κύκλου εργασιών, ειδικά στη περίπτωση που δε μεταβληθεί η περίοδος αναφοράς Απριλίου-Σεπτεμβρίου;
4. Προτίθεται να τροποποιηθεί η διάταξη του άρθρου 35 του ν.4753 (Α’227/18.11.2020), ούτως ώστε να συμπεριληφθούν στο πεδίο εφαρμογής της και οι επιχειρήσεις που παρότι δεν ανήκουν σε κλάδους των οποίων έχει ανασταλεί η λειτουργία ή που δεν έχουν ποσοστό μείωσης κατά 50% του κύκλου εργασιών τους, εντούτοις είναι λήπτες αξιογράφων των οποίων έχει ανασταλεί η πληρωμή κατά 75 ημέρες;