Ομιλία του Ανδρέα Ξανθού στη συζήτηση για τον Προϋπολογισμό
Η συνθήκη της πανδημίας, η οποία είναι το μεγάλο κοινωνικό ζήτημα της εποχής, και η τεράστια και πολλαπλή κρίση που παράγει, υγειονομική, οικονομική και κοινωνική, επικαθορίζει τα πάντα, επικαθορίζει τη δημόσια συζήτηση και φυσικά τη συζήτηση για τον Προϋπολογισμό. Η μεγάλη εικόνα από την πανδημία αυτή τη στιγμή στη χώρα είναι ιδιαίτερα άσχημη. Το βιώνουν αυτό με πολύ δραματικό τρόπο οι άνθρωποι του συστήματος υγείας, αλλά και χιλιάδες πολίτες, οι οποίοι νοσηλεύονται και δίνουν καθημερινά μάχη για τη ζωή τους.
Η κυβέρνηση δείχνει να είναι σε πανικό. Υπάρχει γενικευμένη αίσθηση απώλειας ελέγχου και αδυναμίας ουσιαστικής στήριξης του συστήματος υγείας σε αυτήν τη φάση.
Ο Πρωθυπουργός ασχολείται, κυρίως, με την επικοινωνία. Κάνει διαρκείς συσκέψεις, χωρίς να παρουσιάζει ένα συνεκτικό σοβαρό και αποτελεσματικό σχέδιο αντιμετώπισης αυτής της έκτακτης συνθήκης. Δεν ακούει τις προτροπές της αντιπολίτευσης για την ελάχιστη δυνατή, πολιτική συνεννόηση αυτή την ώρα, για την ανάγκη συστράτευσης όλων των διαθέσιμων υγειονομικών δυνάμεων της κοινωνίας, για την ανάγκη επιστράτευσης όλων των ιδιωτικών θεραπευτηρίων, των στρατιωτικών νοσοκομείων, των πάντων, για να σωθούν ανθρώπινες ζωές, για να κρατηθεί όρθιο το σύστημα υγείας, για να αντέξουν οι άνθρωποι της πρώτης γραμμής. Και το μόνο που κάνει είναι να προσπαθεί και αυτός και δυστυχώς και εσείς, αγαπητοί συνάδελφοι, να αποδομήσετε την κριτική της αντιπολίτευσης. Δεν είναι αυτή η ώρα. Τώρα είναι ώρα μάχης, είναι ώρα ευθύνης, είναι ώρα σοβαρότητας, είναι ώρα σχεδίου και αυτό , από την πλευρά της Κυβέρνησης, επιτρέψτε μου να σας πω ότι δεν υπάρχει.
Θεωρώ, λοιπόν, ότι θα πρέπει να σταματήσει η Κυβέρνηση να συμπεριφέρεται αυτάρεσκα, με αλαζονεία πάρα πολλές φορές, να βγαίνουν στελέχη της και να πανηγυρίζουν για υποτιθέμενες θετικές συγκρίσεις για τη χώρα στο θέμα των θανάτων. Να κάνει αυτό που πρέπει, έστω στο και πέντε. Αυτό είναι το κρίσιμο θέμα.
Και βεβαίως, να αξιοποιήσει τον προϋπολογισμό του 2021 ως ένα εργαλείο μακροπρόθεσμης και μόνιμου χαρακτήρα επένδυσης στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας.
Να στηρίξει για την επόμενη χρονιά απλόχερα τις δημόσιες δομές, το ανθρώπινο δυναμικό τους, τις υποδομές και τον εξοπλισμό του ΕΣΥ, αλλά κυρίως να βγάλει το μεγάλο δίδαγμα, που προκύπτει από την πανδημία διεθνώς, την ανάγκη στήριξης των Δημόσιων Συστημάτων Υγείας.
Η εικόνα που δίνουν τα μεγέθη του προϋπολογισμού, αγαπητέ Υπουργέ, είναι αναντίστοιχη της κρισιμότητας της συγκυρίας και των τεράστιων αναγκών που αυτή δημιουργεί.
Είναι δυνατόν σε περίοδο πανδημίας, στην αιχμή της υγειονομικής κρίσης, να φέρνετε έναν προϋπολογισμό, ο οποίος να προβλέπει περικοπές στις δημόσιες δαπάνες υγείας ; Αυτό είναι πανευρωπαϊκή πρωτοτυπία.
Σε όλες τις χώρες του κόσμου σε αυτή τη φάση κινητοποιούνται επιπλέον πόροι, προσλαμβάνεται κόσμος, ανοίγουν κρεβάτια εντατικής παντού. Είναι δυνατόν, όμως, να προβλέπετε μειωμένες λειτουργικές δαπάνες, για τα νοσοκομεία και την πρωτοβάθμια φροντίδα, μείον 22 εκατομμύρια;
Να προβλέπετε μείον 96 εκατομμύρια στις λοιπές δαπάνες του ΕΟΠΥΥ πλην του φαρμάκου;
Να προβλέπετε μείον 308 εκατομμύρια στην κρατική επιχορήγηση προς τον ΕΟΠΥΥ από το σημείο που θα κλείσει φέτος, και του οποίου προφανώς έχουν καταρρεύσει τα έσοδά του από τη μειωμένη μεταφορά των εισφορών υγείας από τον ΕΦΚΑ;
Είναι δυνατόν να μειώνετε ακόμα και το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων κατά 10 εκατομμύρια ευρώ, σε αυτή τη φάση, που όλοι έχουν καταλάβει την τεράστια αναπτυξιακή σημασία που έχουν οι δημόσιες δαπάνες υγείας και η ενίσχυση των υγειονομικών στάνταρ της χώρας, της κοινωνικής συνοχής και της αξιοπρέπειας των πολιτών;
Δεν είναι τυχαία, λοιπόν, όλα αυτά.
Δεν είναι τυχαίο, ότι πάει στη ΔΕΘ ο Πρωθυπουργός εν μέσω πανδημίας και έχει πενταετές σχέδιο με 15.000 προσλήψεις στις Ένοπλες Δυνάμεις και δεν έχει αντίστοιχο – λέω εγώ – σχέδιο για το Δημόσιο Σύστημα Υγείας. Είναι πρόκληση αυτό το πράγμα.
Η πανδημία έχει δημιουργήσει νέες ανάγκες, νέες προκλήσεις και νέες ανισότητες, που για να αντιμετωπιστούν θέλουν μια ολοκληρωμένη λειτουργική, οργανωτική, θεσμική και φυσικά δημοσιονομική παρέμβαση.
Δεν είναι δυνατόν μια χώρα πληγωμένη από μια δεκαετία λιτότητας, που ξέρουμε ότι το σύστημα υγείας ήταν ασθενικό σε σχέση με τα άλλα συστήματα υγείας των άλλων ευρωπαϊκών χωρών, μια χώρα που αντιμετωπίζει μια βαθιά, μια σοβαρή, μια μείζονα υγειονομική κρίση και αυτό να μην οδηγεί σε μια αισθητή αλλαγή στη σχέση των δημόσιων δαπανών υπέρ του τομέα της Υγείας.
Υπάρχουν καινούριες ανάγκες που τις ανέδειξε η πανδημία, όπως οικογενειακός γιατρός, ομάδα υγείας στην πρωτοβάθμια φροντίδα , κινητές μονάδες και κατ’ οίκον παρακολούθηση και φροντίδα χρονίως πασχόντων, αλλά και ανθρώπων που είναι με κορονοϊό σε καραντίνα αυτή την περίοδο και πρέπει να παρακολουθούνται, για να μην υποτροπιάσουν και εμφανίσουν επιπλοκές.
Νέες ανάγκες επίσης όπως επείγουσα ιατρική, αξιοπρεπής και ποιοτική φροντίδα μέσα στο νοσοκομείο και ιδιαίτερα στο επίπεδο των ΜΕΘ, μετανοσοκομειακή φροντίδα, αποθεραπεία-αποκατάσταση, γηριατρική φροντίδα, ψυχοκοινωνική υποστήριξη, ιατρική της εργασίας, υγιεινή του περιβάλλοντος, αναδιοργάνωση των υπηρεσιών δημόσιας υγείας της χώρας. Αυτές είναι οι νέες προκλήσεις. Ποιο είναι το σχέδιό σας για όλα αυτά; Που αποτυπώνεται αυτό στα μεγέθη του προϋπολογισμού; Κατά την άποψή μας πουθενά και νομίζω ότι δίνετε ένα λάθος σήμα αυτήν την περίοδο. Και μάλιστα, και με αυτή την άκαιρη και εν πολλοίς θριαμβολογική προσέγγιση ότι το εμβόλιο έρχεται, για ένα εμβόλιο για το οποίο ακόμα δεν έχουμε έγκριση από κανένα διεθνή επιστημονικό φορέα, που βεβαίως είναι αισιόδοξη προοπτική αλλά εμβόλιο εγκεκριμένο από το FDA και τον ΕΜΑ (Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων) , δεν έχουμε αυτή τη στιγμή. Άρα, η συζήτηση για χρονοδιαγράμματα είναι εν πολλοίς στον αέρα.
Δεν είναι δυνατόν να δημιουργείτε αυτό το κλίμα ότι περίπου η μπόρα πέρασε και άρα δεν χρειάζεται-αυτό είναι η πολιτική ουσία του θέματος- να επενδύσουμε με μόνιμο και σταθερό τρόπο στο δημόσιο σύστημα υγείας. Θα επιστρέψουμε επιστρέψουμε δηλαδή στη γνωστή γραμμή – ήταν στο πρόγραμμά σας και την επαναλαμβάνατε λέγατε όλο το πρώτο ενιάμηνο της διακυβέρνησής σας μέχρι να έρθει η πανδημία – ότι τα κρατικά νοσοκομεία είναι σπάταλα, αντιπαραγωγικά και πρέπει να τα μπολιάσουμε με την κουλτούρα του ιδιωτικού τομέα, να κάνουμε ανοίγματα στην αγορά, να δώσουμε χώρο σε ιδιώτες επενδυτές, να κάνουνε ΣΔΙΤ. Αυτό ήταν το αφήγημα σας.
Τώρα αποδεικνύεται ότι αυτός ο κρατικοδίαιτος ιδιωτικός τομέας τον οποίο ευαγγελίζεστε, στην κρίσιμη φάση ούτε το μερίδιο ευθύνης που του αναλογεί δέχεται να αναλάβει. Να αφήσουμε λοιπόν τη συζήτηση και τις συγκρίσεις διότι καταρχήν υπάρχει ένα μεθοδολογικό λάθος, δεν μπορούν να συγκρίνονται πολιτικές, μεγέθη, προσλήψεις, πόροι, δαπάνες, εξοπλισμοί σε μία περίοδο προ πανδημίας και κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Οι πολιτικές των κομμάτων, οι προτεραιότητες, η κοινωνική ατζέντα, δεν κρίνεται μέσα στην κρίση, όπου βεβαίως όλες ακόμα και οι πιο νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις του κόσμου αναγκάστηκαν υπό την πίεση της εξαιρετικής διασποράς των κρουσμάτων και των τεράστιων αναγκών, να στηρίξουν τις κρατικές δομές, αυτές τις εξοβελιστέες κρατικές δομές και να τις ενισχύσουν με ανθρώπινο δυναμικό και φυσικά με γιατρούς.
Ξέρετε τι έλεγε ο κύριος Μητσοτάκης το 2018, εδώ σε ένα κεντρικό ξενοδοχείο που έκανε μια παρουσίαση κάποιων προγραμματικών θέσεων τότε για την υγεία, ότι «ο κανόνας 1 προς 5 φυσικά και θα εφαρμοστεί, οι προσλήψεις δεν θα γίνονται άκριτα και είναι αδιανόητο να πλεονάζουν γιατροί και να λείπουν νοσηλευτές». Μας έλεγε δηλαδή ότι τον κανόνα που καταργήσαμε εμείς και δώσαμε τη δυνατότητα να υπάρχει ένας σχεδιασμός μόνιμων προσλήψεων και στο δημόσιο σύστημα υγείας αλλά συνολικά και στο κράτος σκόπευε να τον διατηρήσει. Μας έλεγε ακόμη, ενάμιση χρόνο πριν την κρίση, ο κύριος Μητσοτάκης, ότι πλεονάζουν γιατροί στη χώρα. Ποιος έχει λοιπόν άγνοια της πραγματικότητας; Η Κυβέρνηση ή η αντιπολίτευση; Και έσπευσε την Τρίτη να πει ότι θα μονιμοποιηθούν οι επικουρικοί γιατροί που υπηρετούν στις ΜΕΘ. Kαι με τους υπόλοιπους χιλιάδες επικουρικούς γιατρούς που υπηρετούν στα ΤΕΠ, που υπηρετούν στις κλινικές COVID-19, που υπηρετούν σε αναισθησιολογικά τμήματα, που υπηρετούν στα κρίσιμα και ζωτικής σημασίας τμήματα του ΕΣΥ, γι’ αυτούς που είναι στη φωτιά της μάχης και ασχολούνται καθημερινά με τη φροντίδα των ασθενών με COVID-19, θα υπάρχει ανισότιμη μεταχείριση;
Νομίζω ότι είναι πολύ κατώτερη των περιστάσεων αυτή η στάση και αυτοί οι χειρισμοί. Επειδή σας ακούω να λέτε όλοι τα ίδια θα μου επιτρέψετε να σας απαντήσω και στις περιβόητες αναφορές για τις δαπάνες κ.λπ.. Οι δημόσιες δαπάνες υγείας πριν από την κρίση , το 2009 , ήταν 6,8% του ΑΕΠ. Μετά από μια σωρευτική περικοπή 40%, κατέβηκαν το 2014 – αν δείτε όλες τις καμπύλες το 2014 είναι το χαμηλότερο σημείο – πήγαν στο 4,6% του ΑΕΠ, ενός πολύ χαμηλού ΑΕΠ, φυσικά. Στο 4,6% του ΑΕΠ ήταν το 2014. Εμείς, λοιπόν, αυτό το νούμερο, σε περιβάλλον δημοσιονομικά πολύ σκληρών μέτρων λιτότητας, καταφέραμε να το αυξήσουμε και να το πάμε στο 5,2% του ΑΕΠ και περίπου σε αυτό το ύψος, με κάποιες μικροδιακυμάνσεις γύρω στο 5% συνολικά, να διατηρηθεί μέχρι το τέλος της θητείας μας. Αυτή είναι η αλήθεια όσον αφορά τις δημόσιες δαπάνες υγείας και η άποψη ότι η Κυβέρνηση Σαμαρά παρέδωσε υψηλότερες δημόσιες δαπάνες υγείας είναι απόλυτο ψέμα.
Δεύτερον, μετά από μία τετραετία μηδενικών μόνιμων προσλήψεων, από το 2010 έως το 2014, δρομολογήσαμε και υλοποιήσαμε πάνω από 10.000 μόνιμες προσλήψεις. Οι 7.000 είχαν ήδη τοποθετηθεί όταν παραδώσαμε το 2019. Αδιαμφισβήτητο γεγονός. Το έχει παραδεχθεί και ο Υπουργός Υγείας. Μάλιστα, μας έκανε κριτική γιατί, λέει, έφυγαν 8.000, συνταξιοδοτήθηκαν και πήρατε μόνο 7.000 μόνιμους. Μα εμείς παραλάβαμε από σας το «1 προς 5». Εάν κρατούσαμε το 1 προς 5 θα έπρεπε να προσλάβουμε 1.600. Αυτό είναι το 1 προς 5 των 8.000 και εμείς πήραμε 7.000 και δρομολογήσαμε άλλες 3.500 μόνιμες προσλήψεις , τις οποίες έσπευσε η κυβέρνηση της ΝΔ να τις «παγώσει» μόλις ανέλαβε και, όταν ήρθαν τα σύννεφα της πανδημίας αναγκάστηκε να ενεργοποιήσει ένα μέρος τους.
Να πούμε τώρα για τις δημόσιες δομές πρωτοβάθμιας που έκλεισαν; Να πούμε για την εξώθηση 2.500 ειδικευμένων ιατρών που υπηρετούσαν στα πολυϊατρεία του ΙΚΑ σε απομάκρυνση από το σύστημα υγείας; Ζοφερό το τοπίο του 2014 στην πρωτοβάθμια φροντίδα και πάνω σε αυτό από το τοπίο εμείς ήρθαμε και χτίσαμε ένα νέο θεσμό και δημιουργήσαμε 127 νέες δημόσιες δομές με 1.150 υγειονομικούς που υπηρετούν. Αυτό έχει να συμβεί στο δημόσιο σύστημα υγείας από τη δεκαετία του 1990, που έγιναν τα τελευταία κέντρα υγείας. Για να μην αναφερθώ στους ανασφάλιστους, που βεβαίως αυτό όντως το έχετε ξαναπεί, ότι τους καλύψατε εσείς. Αυτά προσβάλλουν και την νοημοσύνη των ανασφάλιστων ανθρώπων που έβλεπαν κλειστές τις πόρτες των νοσοκομείων ή επιβαρύνονταν οικονομικά , πριν να έρθει ο ν.4368/2016 για να λύσει οριστικά αυτήν την εκκρεμότητα.
Όσο φορά το θέμα των ΜΕΘ, όντως λοιπόν οι ΜΕΘ ήταν λιγότερες στη χώρα διαχρονικά, σε σχέση με τα υπόλοιπα κρεβάτια και υπήρχε υστέρηση σε σχέση με την Ευρώπη. Επειδή σας αρέσουν οι συγκρίσεις, η αλήθεια, λοιπόν, είναι ότι το 2015 παραλάβαμε 440 κλίνες ΜΕΘ, ιστορικό χαμηλό στη χώρα. Καταφέραμε μέσα σε λιτότητα, σε μνημόνιο, σε περιορισμούς και φυσικά χωρίς να υπάρχει πανδημία, να τις πάμε στις 557 – 560 που λέτε. Εσείς, αναλαμβάνοντας τον Ιούλιο του 2019, δεν ανοίγετε ούτε ένα επιπλέον κρεβάτι εντατικής, ούτε μία νέα κλίνη ΜΕΘ, μέχρι το Μάρτιο που έρχεται η πανδημία και μετά, φυσικά, έρχονται τα πάνω κάτω σε όλο τον κόσμο και όταν τρέχετε ασθμαίνοντες να καλύψετε τις ανάγκες, κάνοντας κυρίως εσωτερικές μετατροπές.
Νομίζετε, ότι αυτά που ανακοινώνονται κάθε μέρα, ότι αυξήθηκαν πενήντα κρεβάτια παραπάνω, έτσι ανοίγουν νομίζετε μόνιμα κρεβάτια εντατικής; Εσωτερικές μετατροπές προϋπαρχουσών κλινών είναι οι περισσότερες, οι οποίες, μετά τη συνθήκη της πανδημίας και αφότου επανέλθει η τακτική λειτουργία των νοσοκομείων, προφανώς, δεν θα λειτουργούν. Δεν είναι μόνιμη επένδυση αυτή. Οι ουσιαστικά καινούργιες κλίνες είναι αυτές οι 50 στο Σωτηρία και σε κάποιες άλλες περιπτώσεις, που με ιδιωτικές δωρεές και ιδιαίτερα του ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, θα προχωρήσουν .
Άρα, λοιπόν, οι συγκρίσεις, δεν σας ευνοούν, θεωρώ, ότι είναι και προκλητικό, η Ν.Δ., ένα κόμμα που είχε πάντα δυσανεξία απέναντι στο δημόσιο σύστημα υγείας, να προσπαθεί, σε αυτή τη φάση, να μας κάνει κριτική από τα αριστερά, από τη σκοπιά της δημόσιας περίθαλψης. Διότι μέχρι πρότινος, η κριτική ήταν από αυτό που ήσασταν πάντα, από τη συντηρητική, τη δεξιά, τη νεοφιλελεύθερη αντίληψη, ότι είμαστε κρατιστές, ότι μιλάμε μόνο για το δημόσιο σύστημα, ότι το μόνο που μας νοιάζει, έτσι μας λέγατε, είναι να κάνουμε κομματικό στρατό διορίζοντας γιατρούς και νοσηλευτές. Ευτυχώς που θωρακίσαμε το σύστημα υγείας με αυτή την παρέμβαση, ευτυχώς που είχαμε καλύψει τους ανασφάλιστους, ευτυχώς που ήταν όρθιο το δημόσιο σύστημα υγείας, μετά από μία πολυετή ταλαιπωρία μνημονίων και λιτότητας .
Άλλο σχέδιο, λοιπόν, για την πολιτική υγείας και πριν τη πανδημία και εν μέσω της πανδημίας, τα έχουμε πει, δεν θέλω να αναφερθώ σε αυτά, αλλά και για την επόμενη μέρα στο σύστημα υγείας και εκεί ακριβώς είναι η μεγάλη μας διαφορά. Η βασική μας κριτική είναι, ότι δεν έχετε βούληση για μια μόνιμου χαρακτήρα παρέμβαση στο ΕΣΥ, που θα το ενισχύσει πραγματικά, θα καλύψει τις νέες ανάγκες και θα το θωρακίσει και απέναντι στις πιθανές αναζωπυρώσεις της πανδημίας – ήδη ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας μιλάει για τρίτο κύμα στην Ευρώπη στις αρχές του 2021 – αλλά και θα μπορέσει να καλύψει, με τη λογική της καθολικής και ισότιμης φροντίδας, όλες τις αναδυόμενες και σύγχρονες ανάγκες υγείας των ανθρώπων.