«Η συγκεκριμένη ομάδα της αστυνομίας (σ.σ. η ΔΕΛΤΑ) είναι κτήνη. Τέρατα. Είναι η προσωποποίηση του Χρυσοχοϊδη. Αυτός τους κατευθύνει. Δεν ξέρω που μπορεί να φτάσουν. Θα δολοφονήσουν κόσμο. Είναι ακραίοι.»
Ο Ορέστης και η Λυδία Καττή μαζί με τους γονείς τους Δημήτρη Καττή και Γιώτα Μπόμπου μιλούν στο documentonews.gr, για την αδυσώπητη βία που δέχτηκαν από τις δυνάμεις καταστολής της ΕΛ.ΑΣ. το απόγευμα της 17ης Νοεμβρίου κάτω από το ίδιο τους το σπίτι στα Σεπόλια, την ώρα που επέστρεφαν από τη συγκέντρωση για την επέτειο του Πολυτεχνείου.
Πογκρόμ. Αυτή είναι η λέξη που μπορεί να χαρακτηρίσει το τι πραγματικά συνέβη την περασμένη Τρίτη στα Σεπόλια, με θύτες τους άνδρες της ελληνικής αστυνομίας και θύματα κατοίκους της περιοχής.
Δείτε επίσης: Πογκρόμ στα Σεπόλια: Ξυλοκόπησαν διαδηλωτή και την οικογένειά του – Στο νοσοκομείο φρουρούμενος με έμφραγμα ο πατέρας
Μία οικογένεια βρέθηκε κάτω από τη μπότα της ανεξέλεγκτης ασυδοσίας της ΕΛ.ΑΣ. ενώ ολόκληρη η κοινωνία ήρθε αντιμέτωπη με την αλήθεια της καταστολής. Η ομάδα ΔΕΛΤΑ, την οποία επανασύστασε μετά μεγάλου ενθουσιασμού ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, επιτέθηκε με μένος σε όποιον είχε την ατυχία να βρεθεί μπροστά της. Πάνω σε μηχανάκια που έτρεχαν με δολοφονικές τάσεις και ιλιγγιώδη ταχύτητα στα στενά των Σεπολίων, οι άνδρες της ομάδας Δέλτα, με την άνεση της άνευ ορίων ελευθερίας που τους έχει δοθεί, όργωσαν τη γειτονιά της Αθήνας σκορπίζοντας τον τρόμο.
«Προσωποποιήθηκε ο μηχανισμός της αστυνομίας που είναι κτηνώδης και η κοινωνία το λαμβάνει αλλιώς. Αυτά γίνονται αλλά δεν τα μαθαίνουμε. Γίνονται στους μετανάστες έγιναν στον Ζακ. Η συγκεκριμένη ομάδα της αστυνομίας (σς η ΔΕΛΤΑ) είναι κτήνη. Τέρατα. Είναι η προσωποποίηση του Χρυσοχοϊδη. Αυτός τους κατευθύνει. Δεν ξέρω που μπορεί να φτάσουν. Θα δολοφονήσουν κόσμο. Είναι ακραίοι. Ήταν μία στοχευμένη επιλογή του Μ. Χρυσοχοΐδη και της κυβέρνησης να τους επαναφέρει τώρα και να τους εξοπλίσει έτσι», λέει στο documentonews ο Δημήτρης Καττής, ο οποίος υπέστη ισχαιμικό επεισόδιο κατά την επίθεση που δέχτηκε από την αστυνομία, έξω από το ΑΤ Κολωνού, όπου είχε μεταβεί με την κόρη και τη σύζυγό του για να βρουν τον γιο τους Ορέστη, που είχε προσαχθεί νωρίτερα κάτω από το σπίτι τους.
Η πρώτη επίθεση
Ο 24χρονος Ορέστης Καττής, φοιτητής τοπογραφίας στο ΕΜΠ, και μέλος του ΝΑΡ, ήταν ο πρώτος από την οικογένεια δέχτηκε την βία των αστυνομικών και εντέλει συνελήφθη κατά την επιστροφή τους στο σπίτι μετά την πορεία για την επέτειο της 17 Νοέμβρη.
Εκείνη τη μέρα η αστυνομία σε μία κίνηση χωρίς προηγούμενο είχε κλείσει δώδεκα σταθμούς του μετρό, προκειμένου να εμποδίσει την προσέλευση του κόσμου στη διαδήλωση, την όποια είχε παράλληλα απαγορεύσει. Ο σταθμός των Σεπολίων ήταν ακόμη ανοιχτός και ένα μέρος διαδηλωτών κατευθύνθηκε προς τα κει προκειμένου να φύγει. Ο Ορέστης και η Λυδία με τους γονείς και κάποιους φίλους τους πήγαιναν στο σπίτι της οικογένειας που απέχει ελάχιστα μέτρα από τον σταθμό του μετρό. Πριν καταφέρουν να μπουν στην πολυκατοικία, αλλόφρονες οι άνδρες της ομάδας ΔΕΛΤΑ, τους κυνήγησαν, μπήκαν σχεδόν μέσα στο σπίτι τους, τους ξυλοκόπησαν άγρια τους έβρισαν χυδαία και συνέλαβαν τον 24χρονο φοιτητή.
«Φώναζα στη μάνα μου και στη Λυδία να ανοίξουν το σπίτι και να μπουν όλοι μέσα. Δεν πίστευα ποτέ ότι θα μπουν μέσα στο σπίτι μου. Περίμενα ότι θα σταματήσουν. Ο κόσμος μπήκε στην πιλοτή και πριν προλάβει η αδελφή μου να ανοίξει την πόρτα οι αστυνομικοί πέταξαν τα μηχανάκια και άρχισαν να χτυπούν τον κόσμο. Εκείνη τη στιγμή είδα να σπρώχνουν τη μάνα μου και να την πετάνε κάτω. Έτρεξα να τη βοηθήσω και ξεκίνησαν να με βαράνε πολύ δυνατά με τα γκλοπ, στα πόδια και στο κεφάλι. Τότε άρχισα να κινούμαι προς τα έξω, ήξερα ότι αν μείνω στην πιλοτή θα με χτυπήσουν πολύ και δεν ξέρω τι άλλο μπορεί να είχε γίνει. Τότε μπήκε η μάνα μου μπροστά, την ξαναέσπρωξαν μπήκε και η αδελφή μου την έσπρωξαν και αυτή. Με έπιασαν και μου πέρασαν χειροπέδες. Τότε η γειτονιά άρχισε να φωνάζει και να διαμαρτύρεται. Βγήκε κόσμος και στα μπαλκόνια και φώναζε, εγώ τους έλεγα “έχω μεγαλώσει εδώ, με ξέρουν”», καταγγέλλει o 24χρονος Ορέστης Καττής.
«Ούρλιαζα και φώναζα ότι εδώ είναι το σπίτι μου και αυτά είναι τα παιδιά μου» λέει η Γιώτα Μπόμπου και περιγράφει την απύθμενη βία που έζησε η ίδια και η οικογένειά της «είχαν πέσει πάνω στον Ορέστη 3-4 και τον χτυπούσαν με τα γκλοπ ανελέητα, ξύλο απίστευτο. Έπεσα πάνω τους, με έσπρωξαν και με έριξαν κάτω. Σέρνανε εμένα και χτυπούσαν τη Λυδία που προσπαθούσαμε να τους σταματήσουμε, απίστευτο ξύλο. Μας σκίζανε έξω από το σπίτι μας, δεν μπορώ να γυρίσω το χέρι μου. Έβλεπα να σκίζουν τα παιδιά μου, δεν καταλάβαινα τίποτα».
Οι άνδρες της ΕΛ.ΑΣ. αφού συνέλαβαν τον Ορέστη ενημέρωσαν τους γονείς του ότι τον μεταφέρουν στο ΑΤ Κολωνού και διαβεβαίωσαν μάλιστα τον πατέρα του καθησυχαστικά ότι είναι μια απλή προσαγωγή και πως μπορεί και ο ίδιος να μεταβεί στο τμήμα.
«Με πήγαν στο ΑΤ Κολωνού, όπως είπαν και στους γονείς μου ότι θα γίνει, με κατέβασαν για δύο λεπτά και αμέσως με μετέφεραν στη ΓΑΔΑ, χωρίς να ξέρει κανείς που πηγαίνω. Ήταν σαν απαγωγή. Φτάνοντας στη ΓΑΔΑ με δεμένα τα χέρια πίσω, ζητούσα να με αφήσουν να φορέσω τη μάσκα μου. Δεν με άφησαν, ούτε οι ίδιοι που με μετέφεραν φορούσαν. Είχε πάρα πολύ κόσμο. Και μας είχαν στοιβαγμένους όλους μαζί», αναφέρει ο 24χρονος και κάνει λόγο για τρομακτικές εκφράσεις από την πλευρά της ΕΛ.ΑΣ. Αφού, όπως καταγγέλλει, ενώ ήταν μέσα στο κτίριο της ΓΑΔΑ, οι άνδρες της ομάδας ΔΕΛΤΑ που τον μετέφεραν του είπαν «Είμαστε φασίστες, έχουμε χούντα και θα σας γαμήσουμε εδώ μέσα».
Ξύλο, χυδαιότητες και φτυσίματα στο ΑΤ Κολωνού
Στο ΑΤ Κολωνού έφτασαν η 22χρονη φοιτήτρια νοσηλευτικής και μέλος του ΝΑΡ, Λυδία Καττή μαζί με τους γονείς της και κάποιο κόσμο από τη γειτονιά, καθώς πίστευαν ότι ο Ορέστης βρισκόταν εκεί. Τότε δέχτηκαν την απρόκλητη επίθεση της αστυνομίας που αρνούνταν πεισματικά να τους ενημερώσει για το που βρίσκεται ο 24χρονος. Η Λυδία συνελήφθη, χτυπήθηκε βάναυσα και έγινε αποδέκτης σεξιστικής και προσβλητικής συμπεριφοράς από τους άνδρες της ΕΛ.ΑΣ. Παράλληλα ο Δημήτρης Καττής δέχτηκε επίθεση και υπέστη ισχαιμικό επεισόδιο έξω από το ΑΤ.
«Οι αστυνομικοί δεν είχαν διακριτικά. Ζήσαμε ακραία καταστολή και τραμπουκισμό, μας έλεγαν σας ξέρουμε και θα δείτε τι θα πάθετε. Κάποια στιγμή, έξω από το ΑΤ Κολωνού είδα να έχουν πέσει πάνω στον πατέρα μου και να τον χτυπούν. Μετά είδα τον Νικόλα (σ.σ. οικογενειακός φίλος) που τον είχαν πιάσει και τον πατούσαν. Ο κόσμος είχε εξοργιστεί και φώναζε, στο μεταξύ συλλαμβάνονταν κ άλλοι», αναφέρει η 22χρονη Λυδία Καττή και συμπληρώνει:
«Ξαφνικά χωρίς να καταλάβω πως, με τραβάει ένας αστυνομικός από το μαλλί με πάρα πολύ μίσος και με σε σέρνει, τον ακολουθούν άλλοι τρεις. Με έβγαλε από τον πολύ κόσμο και ήρθαν μπροστά μου, μου έκαναν χειρονομίες και με έβριζαν. Έλεγαν “πουτανακι θα δεις τι θα πάθεις, θα σε γαμήσουμε εμείς εδώ, δεν θα μπορείς να μιλάς”. Εκείνη τη στιγμή ο ένας από τους αστυνομικούς μου έκανε μια λαβή στον λάρυγγα που ήταν πολύ συγκεκριμένη για να μου κόψει την ανάσα. Δεν μπορούσα να αναπνεύσω, μετά από λίγο τους φώναζα βοήθεια και ότι δεν μπορούσα να ανασάνω, ενώ αυτοί συνέχισαν να με βρίζουν λέγοντάς με πάλι πουτάνα. Λίγο μετά, ο ένας με έσπρωξε στα σκαλιά του ΑΤ και με πέταξε κάτω, τότε γύρισε ειρωνικά και μου είπε “Τι έπαθες σκόνταψες;” Όταν με έβαλαν μέσα στο τμήμα ο ένας με έσπρωξε σε ένα πάγκο και μου έριξε γροθιά με το κοκάλινο γάντι που φορούσε στο δεξί μέρος του κεφαλιού και μου είπε “θα σε γαμήσουμε. Θα πεθάνεις”. Εγώ εκείνη την ώρα ζήτησα να μεταφερθώ στο νοσοκομείο, ζαλιζόμουν και δεν ένιωθα καλά, δεν μου έδωσε κανείς σημασία. Αυτός που με χτύπησε ήρθε προς το μέρος μου απειλητικά και με έφτυσε. Τότε πετάχτηκε ο Μάκης (οικογενειακός φίλος που είχε συλληφθεί) και διαμαρτυρήθηκε με αποτέλεσμα και αυτός να δεχτεί χτύπημα, χαστούκι αυτή τη φορά και πάλι με το κοκκάλινο γάντι. Μετά με κοίταξε μου κάνει κωλοδάχτυλο και μου είπε “θα σε γαμήσουμε εδώ πέρα θα τα πεις στον εισαγγελέα” χωρίς ωστόσο εκείνη την ώρα να είναι γνωστό ότι υπάρχουν κατηγορίες σε βάρος μου. Παρόλα αυτά αυτός ήξερε ήδη ότι θα τα πω στον εισαγγελέα».
Το ισχαιμικό επεισόδιο και η υγειονομική βόμβα «ΓΑΔΑ»
Παράλληλα με τον ξυλοδαρμό της κόρης τους, ο Δημήτρης Καττής δεχόταν και εκείνος χτυπήματα από τους άνδρες της ομάδας ΔΕΛΤΑ που ήταν έξω από το τμήμα, μετά από έντονο διάλογο που είχε μαζί τους στην προσπάθειά του να εντοπίσει τον γιο του.
«Με κυνηγούσαν να μου βάλουν χειροπέδες, οι δυνάμεις της αστυνομίας αυξάνονταν συνεχώς, εγώ φώναζα, ήρθε ένας και μου έβαλε τη μία χειροπέδα, παράλληλα με χτυπούσαν και δεν τους άφηνα να μου δέσουν και τα 2 χέρια, κάποια στιγμή ένιωσα ένα μεγάλο χτύπημα κάτω από το στέρνο και μετά από κει άρχισα να καταρρέω. Έπεσα κάτω και με έσερναν, απ΄οτι κατάλαβα, από τη χειροπέδα. Έχασα το φως μου, περνούσαν από πάνω μου με πατούσαν, ήμουν χαμένος και ένιωθα ένα πόνο στο στήθος. Ήρθε το ΕΚΑΒ και αυτό που κατάλαβα είναι ότι δεν το άφηναν να φύγει, ζητούσαν τα στοιχεία μου. Όταν φτάσαμε στον Ευαγγελισμό οι αστυνομικοί ήταν δίπλα στο κρεβάτι μου με πόσους γιατρούς δίπλα να προσπαθούν να δουλέψουν. Όπου με πήγαιναν από δίπλα κ αυτοί ακόμα και στον υπέρηχο ήθελαν να μπουν μέσα. Δεν άφηναν ούτε τη γυναίκα μου να με δει. Οι γιατροί μου είπαν ότι έπαθα οξύ έμφραγμα μη καθορισμένο, ρώτησα αν θα μπορούσε να έχει προκληθεί από τα όσα έγιναν νωρίτερα και μου απάντησαν θετικά», λέει χαρακτηριστικά στο documentonews.gr ο Δημήτρης Καττής.
«Κατέρρευσα όταν συνειδητοποίησα ότι ο Δημήτρης είναι κάτω, από πάνω του ήταν η Μάχη, οικογενειακή φίλη και γιατρός, του σηκώνουν τα πόδια, είχε χάσει αισθήσεις του. Λέω τελείωσε. Δεν υπήρχε αυτό που έζησα, να μην το ζήσει κανείς, ήταν σαν να έβλεπα τον άνθρωπο μου να φεύγει, αυτό γινόταν πραγματικά. Έξω από τον Ευαγγελισμό ήταν δύο μηχανάκια με τέσσερις αστυνομικούς, με κοιτούσαν συνεχώς προκλητικά, αλλά ήμουν ψύχραιμη γιατί ο Δημήτρης είχε ζήσει», λέει η Γιώτα Μπόμπου μητέρα των δύο παιδιών και σύζυγος του Δ. Καττή.
Η Λυδία μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο αργά το βράδυ μετά από αρκετή πίεση και οι γιατροί διέγνωσαν μία ελαφριά κάκωση στο ώμο η οποία προήλθε από χτυπήματα με γκλοπ κατά την πρώτη επίθεση της αστυνομίας κάτω από το σπίτι τους.
Η ίδια κάνει λόγο για απαράδεκτες συνθήκες υγιεινής στο κτίριο της ΓΑΔΑ «Μετά μας πήγαν στη ΓΑΔΑ που ήταν πενταβρώμικα, δεν μας έδιναν αντισηπτικό, δεν είχε χαρτί στην τουαλέτα, δεν είχε σαπούνι να πλύνουμε τα χέρια μας. Ήταν μία υγειονομική βόμβα».
Η αλληλεγγύη νικάει πάντα
«Η αλληλεγγύη που εισπράξαμε από όλο τον κόσμο ειδικά όμως από τη γειτονιά είναι ανεπανάληπτη. Αρκεί να σκεφτεί κανείς πως οκτώ από τα παιδιά που κατάφεραν να φύγουν από την πιλοτή μας, τα φυγάδευσαν οι γείτονες της διπλανής πολυκατοικίας και τα έκρυψαν στο υπόγειο για ώρες. Το ίδιο έκαναν και στο σούπερ μάρκετ, μπήκαν παιδιά μέσα και οι υπάλληλοι τους έκρυψαν», τονίζει ο Δημήτρης Καττής και εξηγεί πως ο κόσμος αυτή τη φορά είδε τα πράγματα όπως ακριβώς είναι. Η βία δεν προήλθε από κανέναν «μπαχαλάκια» ούτε έγινε στη Σταδίου. Η επίθεση έγινε κάτω από τα σπίτια τους και υπεύθυνη ήταν η ελληνική αστυνομία.
«Εδώ ο κόσμος είδε τι πραγματικά έγινε, είδε εκατοντάδες μηχανάκια της ΕΛ.ΑΣ. των οποίων οι δυνάμεις αυξάνονταν συνεχώς, να τρέχουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα στα στενά. Δεν είναι λίγο να δεις τον Αίαντα (την αύρα της αστυνομίας) στη γειτονιά σου» συμπληρώνει ο Δ. Καττής και τόνισε πως δεν θα καταφέρει κανείς να τους τρομοκρατήσει χάρη στην αλληλεγγύη του κόσμου «ο κόσμος είδε να γίνονται στη γειτονιά του, αυτά που γίνονται σε κάθε μετανάστη, σε κάθε άνθρωπο που διεκδικεί τα δικαιώματα του. Το αφήγημά τους ότι φταίνε οι “μπαχαλάκιδες” κατέρρευσε».
«Ο Χρυσοχοΐδης είπε πως ήταν μία ειρηνική ημέρα που δεν έσπασε κανείς τίποτα. Αν βλέπατε πως έγιναν τα αυτοκίνητα της γειτονιάς… Μόνο που αυτή τη φορά οι αλητήριοι που έσπαγαν ήταν η ομάδα ΔΕΛΤΑ και κανένας άλλος. Βγήκαν έξω και δημιούργησαν το χάος. Ήταν σαν ομάδα χούλιγκαν. Η ομάδα αυτή πρέπει να καταργηθεί, θα θρηνήσουμε νεκρό έτσι όπως πάει», προσθέτει ο Ορέστης με τον πατέρα του να συμπληρώνει συμφωνώντας στην άμεση κατάργηση της συγκεκριμένης ομάδας της ΕΛ.ΑΣ. χαρακτηρίζοντάς τη μάλιστα «ό,τι πιο ακραίο υπάρχει» ενώ ταυτόχρονα κάνει λόγο για «δολοφονική ομάδα που παίρνει εντολές από τον Μ. Χρυσοχοΐδη και τη Νέα Δημοκρατία».
«Δεν φοβόμαστε»
Παρά τα όσα έγιναν οι ίδιοι δηλώνουν πιο δυνατοί και πιο αποφασισμένοι να συνεχίσουν να αγωνίζονται για το δίκιο και για μία καλύτερη κοινωνία.
«Πρέπει να σπάσει ο φόβος του κόσμου. Κάπως πρέπει να βγει ξανά να μπορεί να διεκδικήσει τις βασικές του ελευθερίες», τονίζει ο Ορέστης ενώ η Λυδία με τη σειρά της λέει πως ο κόσμος έχει πάθει ασφυξία από όλη αυτή την κατάσταση.
«Πρέπει να βγει κάτι θετικό από όλο αυτό. Δεν φοβόμαστε, βγήκαμε πιο αποφασισμένοι και πιο δυνατοί από όλο αυτό και πεπεισμένοι ότι όντως μπορούμε να κερδίσουμε αυτά που διεκδικούμε γιατί είναι τα αυτονόητα. Δεν θα μας λυγίσουν κάποιοι αστυνομικοί μπροστά σε όσα διεκδικούμε για να ζήσουμε».
Η Γιώτα Μπόμπου και ο Δημήτρης Καττής με τη σειρά τους ξεκαθαρίζουν πως το γεγονός ότι συμμετείχαν στην πορεία του Πολυτεχνείου δεν τους καθιστά ούτε αρνητές του κορονοϊού όπως τους παρουσιάζουν ούτε σκοπός τους ήταν να διασπείρουν τον ιό, αλλά αντίθετα όπως λένε «παλεύουμε για να ενισχυθεί το ΕΣΥ με γιατρούς και προσωπικό αντί να παίρνουν αστυνομικούς και να ενισχύουν αυτές τις συγκεκριμένες ομάδες που κατά τη γνώμη μου είναι ό,τι πιο δολοφονικό υπάρχει, αντικατοπτρίζουν όλη τη φιλοσοφία του Μ. Χρυσοχοΐδη και της κυβέρνησης απέναντι στον αγωνιζόμενο κόσμο»
«Τα παιδιά μου είναι οργανωμένα και είμαι περήφανη για αυτό το πράγμα. Είναι ένα κομμάτι της νεολαίας που αντιστέκεται σε αυτές τις πάρα πολύ δύσκολες συνθήκες που το να μπορείς να βγάζεις ένα λόγο αντίστασης είναι πολύ πιο σπουδαίο από 1980, τότε ήταν αυτονόητο, σήμερα δεν είναι» λέει κλείνοντας η Γιώτα Μπόμπου.
Αξίζει να σημειωθεί πως η οικογένεια συμμετέχει ενεργά εδώ και πολλά χρόνια στις κοινωνικές δράσεις της γειτονιάς μέσω της Λαϊκής Συνέλευσης Κολωνού, Σεπολίων, Ακαδημίας Πλάτωνος και πως η στάση των αστυνομικών του ΑΤ της περιοχής που τους φώναζαν ανενόχλητοι «σας ξέρουμε, ξέρουμε ποιοι είστε και θα τα πούμε» είναι αντίστοιχη με τη στάση που είχε κρατήσει η ναζιστική Χρυσή Αυγή και ο πυρήνας της περιοχής, που τους απειλούσε με τον ίδιο τρόπο.