Σαν θεατές σε προβολή αστυνομικής ταινίας είναι τις τελευταίες ημέρες οι πολίτες στη χώρα μας, παρακολουθώντας “σκηνές” από περιστατικά βίας και κατάχρησης εξουσίας σε καθημερινή βάση, πάντα στο όνομα των περιοριστικών μέτρων που έχουν επιβληθεί λόγω του δεύτερου lockdown. Εντωμεταξύ, μόλις 6 μήνες έχουν περάσει από τότε που η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη μάς διαβεβαίωνε ότι ο ρόλος της Ελληνικής Αστυνομίας δεν είναι το “κυνήγι” των πολιτών στις πλατείες αλλά η καταπολέμηση της εγκληματικότητας.
Αντ’ αυτού, η ΕΛ.ΑΣ έχει μετατραπεί σε έναν μηχανισμό ελέγχου και επιβολής προστίμων στους παραβάτες, που σε τίποτα δε συνάδει με τον θεσμικό της ρόλο και επιπλέον δυναμιτίζει την σχέση της με τους πολίτες.
Το θέμα φέρνουν με Ερώτηση που κατατέθηκε σήμερα στη Βουλή 36 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, με πρωτοβουλία του βουλευτή Λακωνίας Στ. Αραχωβίτη, ζητώντας να μάθουν τι πρόκειται να γίνει και με το πόρισμα της Επιτροπής Αλιβιζάτου -στο οποίο ουσιαστικά ομολογείται η ύπαρξη περιστατικών αστυνομικής βίας και η συγκάλυψη των περιστατικών αυτών και εν τέλει η μη καταδίκη των εμπλεκόμενων αστυνομικών-, όπως επίσης και με τις καταγγελίες περί «στόχων αριθμού επιβαλλόμενων προστίμων» στις αστυνομικές περιπολίες.
Ακολουθεί το κείμενο της Ερώτησης όπως κατατέθηκε:
ΕΡΩΤΗΣΗ
Προς τον κ. Υπουργό Προστασίας του Πολίτη
Θέμα: “Ο ρόλος της αστυνομίας”
Διανύουμε την περίοδο του δεύτερου lockdown για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορωνοϊού με κυριότερο μέτρο την απαγόρευση των μετακινήσεων των πολιτών. Καθώς η αύξηση των κρουσμάτων δεν δείχνει ακόμα σημάδια ανάσχεσης, τα περιοριστικά μέτρα αυξάνονται.
Τον περασμένο Μάιο ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη δήλωνε ότι «Ο ρόλος της Αστυνομίας δεν αλλάζει, το καθήκον της είναι η καταπολέμηση της εγκληματικότητας. Αυτό θα συνεχίσει να κάνει και πάλι» ενώ συμπλήρωνε ότι «η αστυνομία δεν έχει καμιά δουλειά στις πλατείες ούτε περιορίζει τους πολίτες».
Αντί όμως να καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να ενισχύεται αυτός ο ρόλος, υφίσταται μια διαρκής υποβάθμιση αυτού και τα καθήκοντα των αστυνομικών περιορίζονται στη διαπίστωση παραβάσεων και στην επιβολή διοικητικών κυρώσεων στους παραβαίνοντες την απαγόρευση μετακίνησης.
Ωστόσο, στο πλαίσιο ανάθεσης των νέων αυτών καθηκόντων, δεν απουσιάζουν τα νοσηρά περιστατικά αστυνομικής βίας. Ενδεικτικά, κατά την περίοδο του πρώτου lockdown επιστρατεύθηκαν δυνάμεις καταστολής για να διαλυθούν μη οργανωμένες συναθροίσεις σε ανοικτούς χώρους, κυρίως νέων ανθρώπων, σαν να επρόκειτο για καταστολή βαρύτατων εγκλημάτων, με μοναδικό πρωταγωνιστή – για άλλη μία φορά – την αστυνομική βία.
Και ενώ το πόρισμα της Επιτροπής, που εσείς συστήσατε υπό την προεδρία του κ. Ν.Κ.Αλιβιζάτου προκειμένου να παρακολουθήσει την υλοποίηση των παρατηρήσεων του Συνηγόρου του Πολίτη όσον αφορά στη διερεύνηση των πειθαρχικών παραπτωμάτων του ένστολου προσωπικού, ομολογεί την ύπαρξη περιστατικών αστυνομικής βίας, αναδεικνύει δε ταυτόχρονα τη συγκάλυψη των περιστατικών αυτών και εν τέλει τη μη καταδίκη των εμπλεκόμενων αστυνομικών, πληθώρα δημοσιευμάτων τις τελευταίες εβδομάδες αναφέρονται σε περιστατικά εξάντλησης της αυστηρότητας ως προς την επιβολή των προστίμων που αφορούν στην τήρηση των περιοριστικών μέτρων με μόνο κίνητρο την «ενίσχυση» των κρατικών ταμείων. Το ύψος δε των προστίμων, το οποίο έχει διπλασιαστεί σε σχέση με το πρώτο lockdown, δεν αποτελεί λογικό μέτρο άλλα έχει χαρακτήρα τιμωρητικό και εξοντωτικό, καταστρατηγώντας κάθε έννοια αναλογικότητας.
Από την άλλη, δεχόμαστε καταγγελίες ότι τίθενται «στόχοι αριθμού επιβαλλόμενων προστίμων» στις ανά βάρδια διενεργούμενες αστυνομικές περιπολίες. Οι «στόχοι» τίθενται σε ημερήσια και εβδομαδιαία βάση από το Αρχηγείο προς τις Αστυνομικές Διευθύνσεις, είναι δε τόσο πιεστικοί που προτρέπουν «την βάρδια να μην επιστρέψει αν δεν πιάσει τον στόχο».
Η Ελληνική Αστυνομία μετατρέπεται έτσι σε έναν αποκρουστικό μηχανισμό ελέγχου όλων των εκφάνσεων της ζωής στηn καραντίνα, απεκδύοντας ουσιαστικά έναν από τους κυρίαρχους ρόλους της που είναι η απρόσκοπτη και κοινωνική διαβίωση των πολιτών, και ταυτόχρονα καταλήγει να αποτελεί έναν μηχανισμό επιβολής προστίμων, προκειμένου να εισπραχθούν από το κράτος.
- Επειδή η προσήλωση της Ελληνικής Αστυνομίας στον πρωτεύοντα ρόλο της είναι ακρογωνιαίος λίθος για τη διατήρηση και βελτίωση της σχέσης Πολίτη – Αστυνομίας,
- Επειδή ο ρόλος που αναλαμβάνει η Ελληνική Αστυνομία, στο πλαίσιο της επιχειρούμενης αυστηροποίησης της κοινωνικής ζωής των πολιτών εν μέσω πανδημίας, διαρρηγνύει αυτή τη σχέση Πολίτη – Αστυνομίας,
- Επειδή ο πρόσθετος αυτός ρόλος δεν πρέπει να αποτελέσει αφορμή εμφάνισης φαινομένων αστυνομικής βίας και αυθαιρεσίας,
- Επειδή η κοινωνική συνοχή θα πρέπει παντοιοτρόπως να διαφυλάσσεται ως κόρη οφθαλμού,
- Επειδή θεωρούμε απαράδεκτο να ασκείται ψυχολογική πίεση και να τίθενται «στόχοι» στους αστυνομικούς,
Ερωτάται ο κ. Υπουργός:
- Πώς θα απεμπλακεί η Ελληνική Αστυνομία από τους αλλότριους ρόλους που δημιουργούν την αίσθηση διαρκούς πολιορκίας στους πολίτες και γεννούν αντιδικίες, αντιπαραθέσεις και κοινωνικές εντάσεις;
- Είναι στις προθέσεις του να υιοθετήσει τις προτάσεις που εκτίθενται στο πόρισμα της Επιτροπής Αλιβιζάτου σαν ένα πρώτο βήμα αναστροφής τους κλίματος αστυνομικής βίας;
- Αληθεύουν οι καταγγελίες περί «στόχων αριθμού επιβαλλόμενων προστίμων» στις αστυνομικές περιπολίες;
Οι ερωτώντες Βουλευτές
Αραχωβίτης Σταύρος
Αλεξιάδης Τρύφων
Αναγνωστοπούλου Αθανασία (Σϊα)
Αυλωνίτης Αλέξανδρος-Χρήστος
Βαρδάκης Σωκράτης
Βασιλικός Βασίλειος
Βέττα Καλλιόπη
Γκιόλας Ιωάννης
Ζαχαριάδης Κων/νος
Ζεϊμπέκ Χουσεϊν
Ηγουμενίδης Νικόλαος
Θραψανιώτης Εμμανουήλ
Καρασαρλίδου Ευφροσύνη (Φρόσω)
Κατρούγκαλος Γεώργιος
Κάτσης Μάριος
Κηλαηδόνη-Βαγενά Άννα
Λάππας Σπυρίδων
Μάλαμα Κυριακή
Μαμουλάκης Χαράλαμπος (Χάρης)
Μάρκου Κων/νος
Μεϊκόπουλος Αλέξανδρος
Μιχαηλίδης Ανδρέας
Μουζάλας Ιωάννης
Μπουρνούς Ιωάννης
Νοτοπούλου Αικατερίνη
Παπανάτσιου Αικατερίνη
Παππάς Νικόλαος
Πέρκα Θεοπίστη
Πούλου Παναγιού (Γιώτα)
Σκουρλέτης Παναγιώτης (Πάνος)
Σκουρολιάκος Παναγιώτης (Πάνος)
Τζούφη Μερόπη
Φάμελλος Σωκράτης
Φίλης Νικόλαος
Φωτίου Θεανώ
Χρηστίδου Ραλλία