Της Ελευθερίας Μηλάκη
Στην προηγούμενη καραντίνα έτυχε να είμαι άνεργη. Έτσι ήταν πολύ απλό να πάρω την απόφαση να περάσω τις μέρες εκείνες με τους συγγενείς μου στο πατρικό μου. Και πραγματικά πέρασα σαν τους πλούσιους, γιατί δεν είχα έξοδα, φιλοξενήθηκα και τα μόνα μου έξοδα ήταν τα βιβλία που παράγγελνα για να περνάω την ώρα μου ευχάριστα, ίσως και κάποια ρούχα … loungewear, δηλαδή ρούχα για το σπίτι. Διάβασα διάφορα λογοτεχνικά, ελληνικά και ξένα, εγχειρίδια αυτοβοήθειας, περιοδικά ελληνικά και ξένα και κυρίως, περιοδικά μαγειρικής. Ασχολήθηκα πολύ με την κουζίνα, ε, να είμαι και εγώ χρήσιμη σε κάτι. Έβγαινα στη γειτονιά με τη λίστα στο χέρι για να κάνω τα ψώνια. Κρεοπωλείο, φούρνος, σούπερμαρκετ και καμιά φορά έμπαινα και στο κατάστημα βιολογικών προϊόντων, αν έψαχνα κάποιο εξειδικευμένο υλικό. Επίσης πήγαινα στη γύρω περιοχή για περπάτημα και παρόλο που γενικά μου αρέσει η πόλη, χαιρόμουν να είμαι στην εξοχή και να βλέπω τα φυτά και τα ζώα. Μάσκα, αντισηπτικό, θετική σκέψη. Θετική; Δεν είναι και ό,τι καλύτερο να εξαρτάσαι από άλλους, όσο και αν σε αγαπούν ή τους αγαπάς.
Όμως αυτό το lockdown είναι διαφορετικό. Αποκλείστηκα στην πόλη, γιατί τώρα δεν είμαι άνεργη. Δεν μπορώ πια τα σαββατοκύριακα και τις γιορτές να πάω στο χωριό. Πέρασα μόνη μου την ημέρα του Αγίου Μηνά. Έτσι θα είναι στο εξής; Τώρα δεν φιλοξενούμαι. Στηρίζομαι στον εαυτό μου. Στις δικές μου δυνάμεις. Δηλαδή για να ζήσεις σαν άνθρωπος πρέπει να ζεις από άλλους; Πρέπει να σου κάνουν χάρη που ζεις; Αυτό που πιο πολύ με ενοχλεί, είναι η μοναξιά. Γιατί για κάποιους δεν έχει καθημερινές και σχόλες και έτσι εγώ περνάω μόνη τις γιορτές. Δηλαδή για να δουλέψεις νόμιμα λίγες ώρες πρέπει να το πληρώσεις τόσο ακριβά; Θυμάμαι παλιά, όταν ήμουν ακόμα φοιτήτρια και μου έλεγαν οι γονείς μου να «γραφτώ» στον οαέδ. Μπορεί να πάρεις «μόρια», μπορεί κάτι να κερδίσεις και είναι κρίμα να το χάσεις. Όχι, επέμενα. Εγώ στον οαέδ δεν γράφομαι. ΔΕΝ ΘΕΛΩ να είμαι άνεργη. Γιατί όμως καταδιώκουν με τόσο άγριο τρόπο αυτούς που εργάζονται νόμιμα, είτε ως επαγγελματίες, είτε ως υπάλληλοι ή συνεργάτες; Δηλαδή είναι καλύτερες οι καθηγήτριες που κάνουν ιδιαίτερα σε σπίτια ακόμα και εν μέσω καραντίνας, ή οι δασκάλες του δημοτικού που κάνουν και ιδιαίτερα σε σπίτια και όλος αυτός ο συφερτός που διδάσκει ανεξέλεγκτα τους πάντες; Αντίθετα όποιος θέλει να είναι νόμιμος, χάνει και κάθε είδους προνοιακά δικαιώματα, π.χ. πέρυσι το κοινωνικό μέρισμα. Και όμως, αυτός που δούλευε λίγες ώρες τη βδομάδα έχανε την ιδιότητα του ανέργου…
Ε, λοιπόν δεν σε καταλαβαίνω. Εγώ αν είχα ένα βασικό εισόδημα από τον άντρα μου ή από τον πατέρα μου, θα απέφευγα τη δουλειά όπως ο διάολος το λιβάνι. Αυτά ήταν τα λόγια της φίλης μου της Α. Και το εφάρμοζε κατά γράμμα. Κομμωτήριο, μανικιούρ, ψώνια, γυμναστήριο, διάβασμα, καφές με φίλους καμιά φορά και κάποιο ταξίδι.
Βαρέθηκα σήμερα όλη μέρα μέσα. Βαρέθηκα τα ίδια και τα ίδια. Βαρέθηκα να έχω το άγχος αν θα βρέξει ή όχι. Τώρα έχω κόψει και τα λεωφορεία, κυκλοφορώ πια μόνο με ταξί. Αφού κανείς δεν ενδιαφέρθηκε για να είναι ασφαλή τα λεωφορεία, πληρώνω για την ασφάλειά μου τους ταξιτζήδες. Κλέφτες θα γίνουν και αυτή; Αυτό μου είπε ένας οδηγός τις προάλλες που γκρίνιαζα. Είχε αρχίσει να βραδιάζει, όταν αποφάσισα να πάω στο φούρνο. Τι τρελοκομείο ήταν εκεί μέσα. Το ίδιο τρελοκομείο που είναι τις τελευταίες μέρες και στα μεγάλα σούπερμαρκετ. Συμπεριφέρονταν σαν να είχαν να φάνε 40 μέρες. Όχι όλοι μέσα, μόνο 4. Και κανείς δεν άκουγε. Και κανείς δεν τους έβγαζε έξω. Οι κοπέλες του μαγαζιού, πανέμορφες. Καλά εκεί για να σε πάρουν πρέπει να είσαι μοντέλο. Λεπτές, ψηλές, καλοχτενισμένες, καλοβαμμένες και πολύ νέες, όχι πάνω από 25. Ενώ είχα παραγγείλει και με εξυπηρετούσε η όμορφη μελαχρινή κοπέλα με το αϊλάινερ στα μάτια και ενώ η άλλη ετοιμαζόταν να σχολάσει, πετάγεται μία πελάτισσα, ότι είχε πρώτη σειρά… Η νεαρή έκανε ό,τι μπορούσε να εξυπηρετεί παράλληλα δύο… Κάτι παράξενο συμβαίνει. Όσο σκέφτομαι τον εαυτό μου στην ηλικία τους, ήμουν λαμπερή χωρίς προσπάθεια. Πώς γίνεται αυτό; Ετούτες εδώ είχαν προσπαθήσει αρκετά για να γυαλίζουν… Χρειάζεται και λίγη προσπάθεια καμια φορά. Πάω να φύγω, θα βάλω στη λίστα με τους στόχους του 2021 να αγαπώ περισσότερο τον εαυτό μου. Θα πάρω μια βούρτσα ηλεκτρική να ισιώνω τα ίσια μαλλιά μου, θα πάρω το νέο μακιγιάζ της αγαπημένης μου εταιρείας καλλυντικών και θα βάζω μολύβι kohl σαν τις μαροκινές, χοντρή γραμμή, να φαίνονται τα μάτια μεγαλύτερα, θα ντύνομαι καλά, ακόμα και για να πάω στη λαϊκή. Και το σπουδαιότερο. Θα πάω να πάρω πια αυτό το καταραμένο το δίπλωμα οδήγησης. Καλά το λένε. Η οδήγηση είναι ανεξαρτησία. Ειδικά σε μια πόλη σαν το Ηράκλειο. Και τότε θα κάνω και εγώ ό,τι δουλειές θέλω και θα είμαι η κυρία Ελευθερία, όχι η Ελευθερία. Υγεία να έχουμε και θα πραγματοποιήσω αυτούς τους στόχους. Θα έχουμε; Ασχολούμαστε με τον ιό αυτό λες και δεν υπάρχουν άλλες απειλές για την υγεία μας. Είχαμε ένα γερμανό καθηγητή, τον Χ.Σ., παντρεμένο με Ελληνίδα και πλήρως προσαρμοσμένο στον ελληνικό τρόπο ζωής. Δυσκολευόταν μόνο να προφέρει τον ήχο «ίο»… Τον θυμάμαι αγχωμένο μπροστά στον υπολογιστή…Μη μου μπει ας πούμε κανένας «γιός»… Τον καταλάβαινα, γιατί και εγώ ήμουν τεχνοφοβική.
Βγαίνοντας από το φούρνο αποφάσισα να μην επιστρέψω από το συνηθισμένο δρόμο, αλλά από ένα παράλληλο. Είχα διαβάσει σε ένα βιβλίο αυτοβελτίωσης ότι αν θέλεις να νιώσεις καλύτερα απλά άλλαξε δρόμο. Αυτό που μου συνέβη μπαίνοντας στο δρόμο αυτό δεν περιγράφεται με λόγια. Σαν να ταξίδεψα ξαφνικά αλλού, σαν να βρέθηκα σε έναν άλλο κόσμο. Σπίτια με αυλές, δέντρα ψηλά, κλαδιά που απλώνονταν πάνω από το δρόμο σαν χέρια, χέρια που ζητούσαν να ζήσουν. Πώς δεν τον είχα προσέξει ποτέ αυτό το δρόμο; Είναι ωραία εδώ. Είχα καιρό να αισθανθώ τόσο καλά. Κοιτάζω προς τα πάνω. Ένα παράθυρο με λευκά κουρτινάκια και στο περβάζι, μικρές γλάστρες με κυκλάμινα. Τα μισά ήταν ροζ ανοιχτό, τα άλλα μισά πρέπει να ήταν ροζ σκούρο. Σημαίνουν για μένα πολλά τα κυκλάμινα. Όταν είχαμε κάνει στο σχολείο το ποίημα του Ρίτσου «Κυκλάμινο» ήθελα οπωσδήποτε να αποκτήσω και εγώ μια γλάστρα. Ψάξαμε αρκετά μέχρι να βρούμε. Ο μπαμπάς δεν μου χαλούσε ποτέ χατήρι. Πού θα με βγάλει αυτός ο δρόμος; Σκεφτόμουν σαν να περνούσα από εκεί πρώτη φορά. Η σύντομη διαδρομή τέλειωσε γρήγορα και βρέθηκα… στην Παναγίτσα. Πρέπει να μάθω πώς τον λένε αυτό το δρόμο. Έκανα μερικά βήματα πίσω. Οδός Αυστραλίας. Παρένθεση, ήπειρός. Ευτυχώς που το λέει γιατί είναι πολλοί, μικροί μεγάλοι, που θα μπέρδευαν την Αυστρία με την Αυστραλία, όπως και τους Ινδούς με τους Ινδιάνους. Έτσι εξηγείται που αυτός ο δρόμος μου έδωσε την εντύπωση ότι βρέθηκα ξαφνικά για λίγο κάπου μακριά.
Προχωρώντας επέστρεψα στα ίδια. Δυο παιδιά μπροστά στην εκκλησία έπαιζαν πατίνια. Ένα αγόρι και ένα κορίτσι. Ο καθένας με τα ενδιαφέροντά του. Μετά εμφανίστηκε ένα ζευγάρι, δύο καρότσια, δύο μωρά, ένα κοριτσάκι με ροζ, ένα αγοράκι με σκούρο γκρι. Δεν έχω ιδέα αν το ζευγάρι ήταν γονείς ή παππούς και γιαγιά. Ο άντρας φορούσε ένα γιλέκο που στην πλάτη έγραφε ΑΕΚ και είχε και το δικέφαλο αετό. Δεξιά μου διάβαζα την επιγραφή «οικογενειακός γιατρός». Πιο κάτω, ένας τοίχος με ένα σύνθημα γραμμένο με μωβ σπρέι. «Ο εχθρός δεν είναι αόρατος. Είναι ταξικός». Λες να είναι αλήθεια ότι ο ιός θα διαδίδεται παντού και θα κινδυνεύουμε να τον εισπνεύσουμε ακόμα και όταν δεν θα έχει τριγύρω κόσμο; Μασταμπάς – Ατσαλένιο. Λαϊκή Γειτονιά. Όχι, δεν είναι η Φανερωμένη στη Λευκωσία που καθόταν ο κόσμος τα βράδια μέχρι αργά. Είναι η Παναγίτσα, οι ταξιτζήδες, και δυο παιδιά με τα πατίνια. Μεγαθήρια πολυκατοικίες, μικρότερες ιδιοκτησίες και κτίρια εγκαταλελειμένα μαζί με τις αυλές τους. Κάποιος γιορτάζει. Γιατί το πάρτυ δεν έχει μουσική; Φώτα του Melbourne, βαρετά κυλάει ο Γιάρα Γιάρα… Πάνω σε πράσινο πετούμενο χαλί, θα μείνει ο ναύτης να μετρά το άσπρο χαλίκι… Τριγυριστής της Ινδικής στα νιάτα του ο Κοσμάς, πίστευε στα γεράματα πως θα καλογερέψει…Ζούμε όλοι μαζί και υπάρχει μηδενική ιδιωτικότητα στην πυκνοκατοικημένη αυτή περιοχή! Εδώ είναι η Αυλή των Θαυμάτων του Ιάκωβου Καμπανέλλη. Μου λείπει πολύ η καραντίνα στο χωριό. Δεν είναι καλό να εξαρτάσαι από άλλους, αλλά δεν είναι και καλό να εξαρτάσαι από το μισθό σου. Εκεί δυστυχώς είχε δίκιο ο πρωθυπουργός.