“Λόγω των ελλείψεων προσωπικού, δεν βγήκαν σε καραντίνα όλοι οι εργαζόμενοι του ΠΑΓΝΗ που είχαν έρθει σε επαφή με τα κρούσματα συναδέλφων τους και συνέχισαν να δουλεύουν μέχρι να κάνουν το τεστ. Επισης, συχνά δεν πραγματοποιείται απολύμανση σε όλους τους χώρους όπου έχουν παρευρεθεί τα κρούσματα και, όταν ακόμη διενεργείται σε κάποιους από αυτούς, αυτή γίνεται συνήθως μετά από επίμονο αίτημα των εργαζομένων”
Την έντονη ανησυχία της εκφράζει μέσω ανακοίνωσής της η Ένωση Νοσοκομειακών Γιατρών Ηρακλείου για αύξηση κρουσμάτων μεταξύ των υγειονομικών.
Στην ανακοίνωση που εξέδωσε αναφέρει αναλυτικά:
Ανησυχία μας προκαλούν τα ολοένα αυξανόμενα κρούσματα υγειονομικών. Δεκατρείς εργαζόμενοι του ΠΑΓΝΗ (μεταξύ των οποίων δύο γιατροί) έχουν νοσήσει τις τελευταίες τρεις εβδομάδες, ενώ θετική βρέθηκε και ειδικευόμενη παιδίατρος του Γ.Ν. Ρεθύμνου, με κίνδυνο αναστολής λειτουργίας της Παιδιατρικής Κλινικής και μεταφοράς κάποιων νοσηλευόμενων παιδιών σε νοσοκομεία του Ηρακλείου.
Λόγω των ελλείψεων προσωπικού, δεν βγήκαν σε καραντίνα όλοι οι εργαζόμενοι του ΠΑΓΝΗ που είχαν έρθει σε επαφή με τα κρούσματα συναδέλφων τους και συνέχισαν να δουλεύουν μέχρι να κάνουν το τεστ. Επισης, συχνά δεν πραγματοποιείται απολύμανση σε όλους τους χώρους όπου έχουν παρευρεθεί τα κρούσματα και, όταν ακόμη διενεργείται σε κάποιους από αυτούς, αυτή γίνεται συνήθως μετά από επίμονο αίτημα των εργαζομένων.
Η πιθανότητα θετικού τεστ για SARS-CoV-2 είναι αυξημένη σε υγειονομικούς σε διάφορες πρόσφατες μελέτες, γεγονός που αποδεικνύει το ανθυγιεινό περιβάλλον στο οποίο εργαζόμαστε. Παρόλ’ αυτά οι γιατροί (και άλλοι εργαζόμενοι στην υγεία) δεν είναι ενταγμένοι στα Βαρέα Ανθυγιεινά Επαγγέλματα, με αποτέλεσμα να αυξάνεται ακόμη περισσότερο αθροιστικά ο χρόνος έκθεσής τους σε λοιμογόνους παράγοντες.
Ο κίνδυνος προσβολής των υγειονομικών αυξάνεται ακόμη περισσότερο λόγω της υποστελέχωσης, που έχει ως συνέπεια να μην εφαρμόζονται καν τα ελλιπέστατα πρωτόκολλα διαχείρισης κρουσμάτων και να μην βγαίνουν σε καραντίνα όλοι όσοι έχουν εκτεθεί, αφού η δουλειά δεν θα βγαίνει με τους λιγοστούς εναπομείναντες. Η παραμονή όμως στην εργασία προσωπικού μετά από έκθεση αυξάνει την πιθανότητα μετάδοσης του ιού εντός των νοσοκομείων, θέτοντας σε κίνδυνο την υγεία των υπόλοιπων εργαζομένων αλλά και των ασθενών.
Ο κίνδυνος αυξάνεται και λόγω της ανεπάρκειας μέσων ατομικής προστασίας (ΜΑΠ), που έχει σαν αποτέλεσμα να δίνεται μία μάσκα ανά βάρδια, να μην υπάρχουν αρκετές μάσκες FFP2 και μέσα οφθαλμικής προστασίας και να σημειώνονται ελλείψεις σε γάντια.
Τα κρούσματα υγειονομικών πληθαίνουν και γιατί δεν γίνονται τεστ ανά τακτά χρονικά διαστήματα στο προσωπικό των νοσοκομείων (oύτε καν στα ΤΕΠ, τις μονάδες COVID, τις πνευμονολογικές κλινικές, τις ΜΕΘ), όπως αναγκάστηκαν να κάνουν τελικά στις δομές φιλοξενίας ηλικιωμένων, αφού ανιχνεύθηκαν εκεί εκατοντάδες κρούσματα.
Επισείουμε τον κίνδυνο ενδονοσοκομειακής διασποράς, λόγω της ελλιπέστατης κρατικής χρηματοδότησης για την ενίσχυση των δημόσιων δομών υγείας με προσωπικό, ΜΑΠ, και διαγνωστικά τεστ. Διεκδικούμε:
- Να βγαίνουν σε 14ήμερη καραντίνα και να υποβάλλονται σε μοριακό τεστ όλοι οι υγειονομικοί που αποτελούν επαφές κρουσμάτων
- Άμεσες προσλήψεις μόνιμου προσωπικού στις δημόσιες δομές υγείας, ώστε να μην προκαλείται δυσλειτουργία από την απουσία εργαζομένων λόγω αναρρωτικών αδειών, καραντίνας, αδειών ευπαθών ομάδων κοκ
- Μαζικά τακτικά επαναλαμβανόμενα μοριακά τεστ εργαζομένων σε δομές υγείας ανάλογα με το βαθμό έκθεσης
- Προληπτικά τεστ για SARS-CoV-2 όλων των ασθενών πριν την εισαγωγή τους στα νοσοκομεία
- Άμεση απολύμανση των χώρων όπου εντοπίζονται κρούσματα
- Εξασφάλιση επάρκειας σε ΜΑΠ
- Αυστηροποίηση ελέγχων κατά την προσέλευση επισκεπτών στα νοσοκομεία
- Ένταξη των γιατρών στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα