Στον γνωστό ρόλο του σπόνσορα του Μητσοτάκη, ο πρώην πρωθυπουργός επιτέθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και στο ίδιο του το κόμμα για την κριτική τους για την πανδημία.
Ο Κώστας Σημίτης στο άρθρο του στα «Νέα» σημείωσε πως «η αντιπολίτευση θα έπρεπε να βοηθήσει σε μια πληρέστερη εικόνα της αντιμετώπισης των προβλημάτων αντί να επιβεβαιώνει κάθε φορά μια γνωστή αντιπαλότητα, χωρίς να αναδεικνύει το ουσιαστικό περιεχόμενο των διαφορών».
Εθελοτυφλώντας μπροστά στα πακέτα μέτρων που έχει προτείνει επανειλημμένα ο ΣΥΡΙΖΑ, ο Κώστας Σημίτης ανέφερε (χωρίς να ονοματίζει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης) πως «το κύριο κόμμα της αντιπολίτευσης προσωποποιεί το θέμα. Θεωρεί ότι ο Πρωθυπουργός “δεν θέλει να βρεθεί στη δύσκολη θέση να υπάρχει αντίλογος… για τις παλινωδίες που οδήγησαν στο νέο lockdown”».
Υπερασπιζόμενος μάλιστα την τακτικής της δεξιάς κυβέρνησης που άνοιξε τον τουρισμό χωρίς όρους και με διαρκείς παλινωδίες, γράφει: «Ποια γεγονότα θεωρεί ως παλινωδία [ο ΣΥΡΙΖΑ]; Τον τουρισμό, τις καλοκαιρινές διακοπές; Αλλά αυτά υπήρχαν και σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Όπως και σε άλλα κράτη, οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν και εφαρμόζονται συναρτώνται με τις εξελίξεις όσο και την ανάγκη οι δομές της κοινωνίας να εξακολουθούν να λειτουργούν».
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως ο πρώην πρωθυπουργός επιτίθεται ακόμα και στο Κιν.Αλλ, και προσωπικά στην Φώφη Γεννηματά, χωρίς μάλιστα να την κατονομάζει ούτε αυτήν. «Αλλο κόμμα της αντιπολίτευσης κατήγγειλε “τους αυτοσχεδιασμούς της κυβέρνησης που αποτυγχάνουν και τη χρησιμοποίηση ως ασπίδας τους επιστήμονες”. Ποιοι είναι οι “αυτοσχεδιασμοί” της κυβέρνησης δεν αναφέρεται» ανέφερε ο Κώστας Σημίτης.
Κατέληξε δε στο άρθρο του να λέει πως τα δύο κόμματα «δεν εξήγησαν από την αρχή της πανδημίας ποια πολιτική θα έπρεπε να ακολουθηθεί με βάση τα επιστημονικά δεδομένα και τις υπάρχουσες εμπειρίες. Απλώς παρακολουθούν και αρνούνται. Αλλά η κοινή γνώμη δεν χρειάζεται την άρνηση».
Ολόκληρο το άρθρο Σημίτη έχει ως εξής:
Στις εφημερίδες διαβάζουμε και στο ραδιόφωνο ακούμε μετά τις κυβερνητικές δηλώσεις και τις σχετικές απαντήσεις της αντιπολίτευσης. Αυτή η ανταλλαγή απόψεων έχει ελάχιστο ενδιαφέρον. Η αντιπολίτευση θα έπρεπε να βοηθήσει σε μια πληρέστερη εικόνα της αντιμετώπισης των προβλημάτων αντί να επιβεβαιώνει κάθε φορά μια γνωστή αντιπαλότητα, χωρίς να αναδεικνύει το ουσιαστικό περιεχόμενο των διαφορών.
Ενα παράδειγμα είναι οι δηλώσεις του Πρωθυπουργού για το νέο lockdown και τα πολιτικά σχόλια που ακολούθησαν. Το κύριο κόμμα της αντιπολίτευσης προσωποποιεί το θέμα. Θεωρεί ότι ο Πρωθυπουργός «δεν θέλει να βρεθεί στη δύσκολη θέση να υπάρχει αντίλογος… για τις παλινωδίες που οδήγησαν στο νέο lockdown». Ποια γεγονότα θεωρεί ως παλινωδία;
Τον τουρισμό, τις καλοκαιρινές διακοπές; Αλλά αυτά υπήρχαν και σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Οπως και σε άλλα κράτη, οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν και εφαρμόζονται συναρτώνται με τις εξελίξεις όσο και την ανάγκη οι δομές της κοινωνίας να εξακολουθούν να λειτουργούν. Αλλο κόμμα της αντιπολίτευσης κατήγγειλε «τους αυτοσχεδιασμούς της κυβέρνησης που αποτυγχάνουν και τη χρησιμοποίηση ως ασπίδας τους επιστήμονες». Ποιοι είναι οι «αυτοσχεδιασμοί» της κυβέρνησης δεν αναφέρεται.
Οσον αφορά την «επίκληση» της γνώμης των επιστημόνων, τα κράτη της Ευρώπης ζήτησαν και ζητούν την εισήγηση των επιστημόνων. Συζητούν μαζί τους, προσπαθούν να διαμορφώσουν με βάση τις εισηγήσεις τους, που δεν συμπίπτουν πολλές φορές, τα αναγκαία μέτρα λαμβάνοντας υπόψη και τις οικονομικές και κοινωνικές παραμέτρους, που είναι υποχρέωση κάθε κυβέρνησης να εξετάζει.
Οι δηλώσεις αυτές της αντιπολίτευσης δεν είναι εξαίρεση σε σχέση με δηλώσεις της και για άλλα θέματα. Ο τρόπος αυτός αντίδρασης δείχνει μία από τις μεγάλες αδυναμίες της ελληνικής πολιτικής ζωής. Η αντιπολίτευση πρέπει να εκφράζεται. Αλλά χρέος της είναι επίσης, όταν επισημαίνει τις αρνητικές πλευρές της κυβερνητικής δραστηριότητας, να έχει και η ίδια στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία ένα κατανοητό και εφαρμόσιμο σχέδιο αντιμετώπισης.
Σχέδιο εφικτό και σε θέση να βελτιώνει τις εσφαλμένες κυβερνητικές πολιτικές. Οσον αφορά την επιδημία και το lockdown τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν παρουσίασαν ένα δικό τους σχέδιο με βάση διεθνή δεδομένα.
Δεν εξήγησαν από την αρχή της πανδημίας ποια πολιτική θα έπρεπε να ακολουθηθεί με βάση τα επιστημονικά δεδομένα και τις υπάρχουσες εμπειρίες. Απλώς παρακολουθούν και αρνούνται. Αλλά η κοινή γνώμη δεν χρειάζεται την άρνηση. Για να απαιτήσει τα αναγκαία και σωστά από την κυβέρνηση χρειάζεται πληροφόρηση, τεκμηρίωση, δημιουργικότητα. Τότε μόνο θα είναι πρόθυμη να ακολουθήσει δρόμους άλλους από εκείνους που της υπαγορεύει η κυβέρνηση και να αναθέσει σε όσους έχουν διαφορετικές ευθύνες την εξουσία».
“Η κατρακύλα δε σταματά, άμα δεν κολήσει στα σκατά”, λέει ο λαός μας! Επομένως που το παράξενο;