Ανακοίνωση Συλλόγου Ερευνητών/Ερευνητριών και Εργαζομένων στην Έρευνα Ηρακλείου σχετικά με συμβάσεις μεταδιδακτόρων
Πρόσφατα, o Νομικός Σύμβουλος του Κράτους κατέληξε ότι για τις αμοιβές των μεταδιδακτόρων ερευνητών θα πρέπει να εφαρμόζονται οι διατάξεις του ενιαίου και όχι του ειδικού μισθολογίου. Ως
αποτέλεσμα, κάποια ποσά αμοιβών μεταδιδακτόρων ερευνητών που συμμετέχουν σε έργα ΕΛΙΔΕΚ και ΕΣΠΑ κατέστησαν μη επιλέξιμα από τη ΓΓΕΤ. Έτσι, πολλοί μεταδιδάκτορες ερευνητές στο ΙΤΕ
ενημερώθηκαν από τις γραμματείες του Ιδρύματος ότι θα πρέπει άμεσα να τροποποιηθούν οι συμβάσεις τους και να υπογραφούν νέες. Αντίστοιχες κινήσεις έγιναν και σε άλλα Ερευνητικά Κέντρα, κάποιες φορές μάλιστα, οι τροποποιήσεις έγιναν χωρίς καν να ενημερωθούν οι ερευνητές των οποίων ο μισθός άλλαξε.
Αυτό έρχεται ως αποτέλεσμα μιας γνωμοδότησης του Νομικού Συμβούλου του Κράτους σύμφωνα με την οποία οι μεταδιδάκτορες ερευνητές δε θα πρέπει να πληρώνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ειδικού μισθολογίου, όπως πληρώνονταν μέχρι τώρα, αλλά σύμφωνα με τις διατάξεις του ενιαίου μισθολογίου. Βασιζόμενη σ’ αυτή την γνωμοδότηση, η Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) καλεί τα Ερευνητικά Κέντρα να λύσουν άμεσα τις υπάρχουσες συμβάσεις και να συνάψουν καινούριες. Η άμεση συνέπεια είναι ότι σημαντικός αριθμός συναδέλφων θα δουν αισθητή μείωση του μισθού τους, έως και πάνω από 100 ευρώ, γεγονός που επιτείνει την ανασφάλεια στους ίδιους και στις οικογένειές τους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή η αλλαγή δεν αφορά όλα τα ερευνητικά προγράμματα, αλλά μόνο αυτά που χρηματοδοτούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό ή το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) ή τα συγχρηματοδοτούμενα (ΕΣΠΑ 2014-2020, Εμβληματικές Δράσεις, κλπ). Εξαιρούνται δηλαδή τα Ευρωπαϊκά προγράμματα και πρόσθετοι ιδιωτικοί πόροι (παροχή υπηρεσιών). Αυτή η κατάσταση δημιουργεί άλλη μία ταχύτητα στις ήδη υπάρχουσες πολλαπλές ταχύτητες εργαζομένων στην Έρευνα: συνάδελφοι που κάνουν την ίδια δουλειά έχουν διαφορετικούς μισθούς και κάποιες φορές διαφορετική αναγνώριση προϋπηρεσίας ανάλογα με το πρόγραμμα στο οποίο συμμετέχουν ή τις χρηματοδοτήσεις που έχουν λάβει στο παρελθόν.
Απ’ ό,τι φαίνεται, οι συμβασιούχοι ερευνητές/τριες βρίσκονται και πάλι ανάμεσα στην πολιτική αντιπαράθεση παλιάς και νέας κυβέρνησης. Από τη μία η Κυβέρνηση της ΝΔ προσπαθεί να βλάψει τις
αποφάσεις και δράσεις της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη κάποιοι προσπαθούν να υπερασπιστούν το ΕΛΙΔΕΚ που είναι δημιούργημα της προηγούμενης κυβέρνησης. Στο μέσο αυτής της
αντιπαράθεσης, είναι οι μεταδιδάκτορες που βιώνουν τη μείωση των μισθών τους.
Η πάγια θέση μας ως Συλλόγου Ερευνητών/τριών και Εργαζομένων στην Έρευνα Ηρακλείου (ΣΕΕΕΗ) είναι ότι όλοι οι εργαζόμενοι στην Έρευνα πρέπει να υπογράψουν συλλογική σύμβαση εργασίας που να κατοχυρώνει ίσα εργασιακά δικαιώματα για όλους ανάλογα με την βαθμίδα στην οποία εργάζονται. Είτε με το ενιαίο είτε με το ειδικό μισθολόγιο, αφενός οι μισθοί μας είναι σημαντικά χαμηλότεροι από οπουδήποτε στην Ευρώπη, αφετέρου ο κανόνας για τους εργαζόμενους στον κλάδο είναι η επισφάλεια και ο άνισος μισθός για ίση εργασία. Επιμένουμε λοιπόν πως λύση δεν είναι το ειδικό ή το ενιαίο μισθολόγιο, ούτε η ατομική διαπραγμάτευση, μόνη λύση αποτελεί η υπογραφή συλλογικής σύμβασης.
Μας απασχολεί όμως το γεγονός ότι η κυβέρνηση αποφασίζει και διατάζει να τροποποιηθούν ακόμα και μονομερώς οι συμβάσεις πολλών από μας! Τι και αν έχει υπογράψει κανείς ότι θα λαμβάνει ένα συγκεκριμένο ποσό για ένα συγκεκριμένο διάστημα; Η κυβέρνηση καθιστά τις συμβάσεις μας κουρελόχαρτα και τα Πανεπιστήμια και τα Ερευνητικά Κέντρα αναλαμβάνουν την εφαρμογή αυτής
της απόφασης, χωρίς καμία διασφάλιση κάλυψης της μισθολογικής διαφοράς των εργαζομένων μεταδιδακτορικών ερευνητών, παρά την ηθική υποχρέωση που έχουν.
Εμείς δηλώνουμε ότι δεν υπογράφουμε καμία τροποποίηση αν δε λάβουν όλοι οι συνάδελφοι διαβεβαίωση ότι η όποια μείωση μισθού θα καλυφθεί με άλλους τρόπους! Αυτή η περίπτωση δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό. Η πραγματικότητα στην Έρευνα διεθνώς, με κάποιες ελάχιστες εξαιρέσεις, και στην Ελλάδα ακόμα περισσότερο, είναι απογοητευτική, αν όχι εξοργιστική. Η Έρευνα εξαρτάται σε σημαντικό αν όχι απόλυτο για κάποιες χώρες βαθμό, από ανταγωνιστικά προγράμματα με αποτέλεσμα να μην υπάρχει σταθερή χρηματοδότηση στα ερευνητικά εργαστήρια. Η ανταγωνιστικότητα φυσικά πάει μαζί με την “ανάπτυξη“ και την “καινοτομία”, αφού τα ερευνητικά προγράμματα, ευρωπαϊκά και μη, έχουν όλο και πιο πολύ ως στόχο εμπορικά διαθέσιμα
προϊόντα. Έτσι, φτάνουμε στην απίστευτη από επιστημονική σκοπιά, φράση του Πρωθυπουργού “διότι καμία έρευνα δεν επιτελεί τον κοινωνικό της προορισμό αν τα αποτελέσματά της δεν μετατρέπονται και σε καινοτόμες λύσεις”.
Για μας, ο ρόλος και η αξία της ερευνητικής εργασίας δεν είναι το κέρδος. Στην κρίσιμη περίοδο της πανδημίας που διανύουμε μάλιστα, κάτι τέτοιο είναι ακόμα πιο σαφές.
Καλούμε τους συναδέλφους και ενημερώνουμε τις διοικήσεις των Ερευνητικών Κέντρων και των Πανεπιστημίων ότι δεν υπογράφουμε καμία νέα σύμβαση αν δε διασφαλιστεί ότι θα καλυφθούν με άλλους τρόπους οι όποιες μειώσεις μισθών
Καλούμε τους συναδέλφους ανά την Ελλάδα να οργανωθούν στους χώρους δουλειάς τους και να διεκδικήσουν αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας
Παλεύουμε για να σταματήσουν τα παιχνίδια στις δικές μας πλάτες κάθε φορά που οι κυβερνητικές εναλλαγές ορίζουν τη δική τους “φρουρά” και ατζέντα στη ΓΓΕΤ. Να βρεθεί τώρα λύση για το ζήτημα των τρεχουσών συμβάσεων.
Απαιτούμε:
● Καθιέρωση συλλογικών συμβάσεων για όλους τους συμβασιούχους ερευνητές και
ερευνήτριες σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.
● Αύξηση του προϋπολογισμού για την Έρευνα και την Ανάπτυξη.
● Απεγκλωβισμός της έρευνας από τα ανταγωνιστικά προγράμματα (είτε ελληνικά είτε
διεθνή).
● Σταθερή κρατική χρηματοδότηση για Έρευνα, Υγεία και Παιδεία.