Στον «Αόρατο Άνθρωπο» του H.G. Wells, αυτή τη σπουδαία νουβέλα επιστημονικής φαντασίας του 19ου αιώνα, ο ήρωας περιγράφεται ως ένας βασανισμένος επιστήμονας που, αν και αόρατος, καταφέρνει να επηρεάσει τις ζωές των ανθρώπων γύρω του με έναν καταλυτικό τρόπο που μοιραία οδηγεί στην κάθαρση
Στην πολιτική, δυστυχώς, τα πράγματα λειτουργούν αντίστροφα. Ο αόρατος πρωθυπουργός της Ελληνικής Κυβέρνησης, αν και πανταχού παρών όταν πρόκειται για δημόσιες σχέσεις και προβολή της δημόσιας εικόνας του «με μία λύση σε κάθε πρόβλημα», καθίσταται αόρατος εκεί που μετράει. Εκεί που θα μπορούσε «να κάνει τη διαφορά», κατά τη γνωστή, αμερικανόφερτη έκφραση.
Ο αόρατος πρωθυπουργός έχει όνομα. Λέγεται Κυριάκος Μητσοτάκης. Και αποστολή. Να οδηγήσει την Ελλάδα μακριά από τη στενωπό που δημιουργούν, η Σκύλλα που λέγεται πανδημία και η Χάρυβδη που λέγεται Ελληνοτουρκικά.
Και σ’ αυτή την αποστολή, παρά την «πλάτη» που έβαλε η αξιωματική αντιπολίτευση, απέτυχε παταγωδώς. Και είναι τόσο θεαματική η αποτυχία του, που κατάφερε, ίσως για πρώτη φορά τόσο απροκάλυπτα, να προκαλέσει την αντίδραση ακόμα και των αφοσιωμένων υποστηρικτών του στα ελεγχόμενα, ελληνικά media.
Οι «κύκλοι» του αόρατου πρωθυπουργού όμως, διέπραξαν και ένα επιπλέον θανάσιμο, πολιτικό ατόπημα. Ξέχασαν το βασικό δόγμα της εποχής μας. Ότι, «ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον».
Ότι δεν υπάρχουν πια μυστικά. Και πως, η απόπειρα να συγκαλύψεις αυτό που αναπόφευκτα θα αποκαλυφθεί, γίνεται μπούμερανγκ στα χέρια εκείνου που δεν ξέρει πώς να το εκτοξεύσει: όταν επιστρέφει, δεν επιστρέφει στο χέρι του. Τον χτυπάει κατακέφαλα…
Από τη Σύνοδο Κορυφής για τον καθορισμό του μηχανισμού του ταμείου ανάκαμψης από την πανδημία, ο κ. Μητσοτάκης επέστρεψε τροπαιοφόρος. Το σενάριο που σέρβιρε στην κοινή γνώμη ήταν ότι, η Ελλάδα, αν και συνεισφέρουσα κατά 1,5% στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, πήρε «τα πιο πολλά λεφτά». Εβδομήντα ζεστά δισεκατομμύρια. Και μάλιστα, με το μεγαλύτερο μέρος τους σε μορφή επιδότησης «χωρίς δεσμεύσεις».
«Επιστρέφω με κονδύλια, ετοιμοπαράδοτα, που θα διαχειριστούμε όπως εμείς κρίνουμε απαραίτητο», ήταν, πάνω κάτω το αφήγημα. Σαν άλλος Δαναός, κούνησε το καρότο μπροστά από το οικονομικά απισχνασμένο ακροατήριό του. Κρύβοντας πίσω από την πλάτη του, το μαστίγιο.
Βλέπετε, το μεγαλύτερο ποσό ΔΕΝ είναι επιδότηση. Είναι δάνειο. Δάνειο με δεσμεύσεις, που, ακόμα κι αν δεν τις ονομάσουμε μνημονιακές (για να προλάβουμε τις κραυγές περί «στείρας αντιπολίτευσης»), συνιστούν μια συγκεκριμένη ατζέντα που θα είναι η προϋπόθεση για την εκταμίευση των χρημάτων. Δάνειο με επίβλεψη, για το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης των μεταρρυθμιστικών σχεδίων που πρέπει να υποβάλει η Ελληνική Κυβέρνηση στα ευρωπαϊκά όργανα.
Δάνειο με τμηματικές πληρωμές, που εκτείνονται πέρα και από την επόμενη πενταετία. Δάνειο με υποχρέωση για μεταμόρφωση της χώρας, με στήριξη της επιχειρηματικότητας, μείωση φόρων και δημιουργία θέσεων εργασίας. Δάνειο, για τη διαχείριση του οποίου, ο αόρατος πρωθυπουργός έχει ήδη δώσει δείγματα γραφής. Ή μήπως ξεχάσατε κιόλας τη λίστα Πέτσα, με τα εξωφρενικά ποσά στα επιχειρηματικά, «ενημερωτικά» μπλοκ, για την καμπάνια «Μένουμε σπίτι»;
Ύστερα από τέσσερις ημέρες σκληρών διαπραγματεύσεων, ο κ. Μητσοτάκης επέστρεψε κομίζοντας λιγότερα από τα μισά χρήματα απ’ όσα ανακοίνωνε (32 αντί 70 δισεκατομμυρίων ευρώ), μνημονιακούς όρους, διαδικασίες έγκρισης των δόσεων από το Eurogroup και βέβαια, την θέσφατη έκθεση Πισσαρίδη για τη διανομή τους: ιδιωτικοποιήσεις δημοσίων υποδομών και του ίδιου του ασφαλιστικού συστήματος υγείας, συγχωνεύσεις «εξυγίανσης» μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Και πάνω απ’ όλα, τη μοναδική δέσμευση εκταμίευσης του ποσού των 3.4 δισεκατομμυρίων ευρώ, για το ερχόμενο έτος (εννοείται, τίποτα για το υπόλοιπο 2020 που έχει ακόμα πέντε μήνες μέχρι να κλείσει).
Με την Ελλάδα να καταγράφει την 5η χειρότερη επίδοση αξιοποίησης των κοινοτικών πόρων στην Ευρώπη (κάτω από 35%), τη δεύτερη υψηλότερη φορολόγηση της μέσης, τετραμελούς οικογένειας, τον βαρύτερο φόρο ακινήτων, τις μεγαλύτερες κρατήσεις στη μισθωτή απασχόληση μετά από την Ιταλία, και τη μισή παραγωγικότητα των ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς το αναπτυξιακό μοντέλο που θα απορροφήσει αυτά τα πρώτα (και ελπίζουμε, όχι τελευταία) 3.4 δισεκατομμύρια ευρώ. Συνοψίζεται και στη λαϊκή έκφραση: «Ανεμομαζώματα, διαβολοσκορπίσματα»…
Ο αόρατος πρωθυπουργός, με την αδεξιότητα, την ατεχνία και την ακαταλληλότητα διαπραγμάτευσης στα «μεγάλα τραπέζια», εξασφάλισε ότι η Ελλάδα, στη μετά τον κορωνοϊό εποχή, θα παραμείνει πτωχή.
Πτωχή, πλην περήφανη. Ή όχι;
Θυμηθείτε τι λέγαμε στην αρχή. Τίποτε δε μένει κρυφό. Η ταχύτητα της αποκάλυψης όμως, εντυπωσίασε ακόμα κι εμάς.
Τη Δευτέρα, 13 Ιουλίου, και ενώ η νέα ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις είχε αγγίξει το σημείο βρασμού, ο κ. Μητσοτάκης είχε μια φαεινή ιδέα. Ή μπορεί και να του την υπέβαλαν. Να διαπραγματευτεί, «αόρατος» και δι’ αντιπροσώπου, με την τουρκική πλευρά, σε μια άτυπη τριμερή συνάντηση στο Βερολίνο. Για τη συνάντηση, που πήραν μέρος, η υπεύθυνη ευρωπαϊκών θεμάτων του Μαξίμου, εκπρόσωπος του Ερντογάν και ο σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής της γερμανίδας καγγελαρίου, δεν υπήρξε καμία ανακοίνωση. Λίγες ώρες αργότερα όμως, το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων δημοσίευσε σχετική είδηση, αναφέροντας ότι «σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, τα αποτελέσματα του χθεσινού συμβουλίου εξωτερικών υποθέσεων επιβεβαιώνουν ότι οι ελληνικές θέσεις γίνονται δεκτές και η τουρκική πλευρά καλείται να αποκλιμακώσει τις προκλητικές ενέργειες»
Λίγα εικοσιτετράωρα αργότερα, και αφού η Σύνοδος Κορυφής είχε ολοκληρωθεί, το “Oruç Reis” ζέσταινε τις μηχανές του.
Αυτή την, φαντασμαγορική επίδειξη ασυνάρτητης εξωτερικής πολιτικής, δεν την άντεξαν ούτε τα συστημικά media. Και όταν ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου, υπουργός εξωτερικών της Τουρκίας, δήλωνε χαιρέκακα για την Ελλάδα «αποφασίστε τι θέλετε: κυρώσεις κατά της χώρας μου ή διάλογο συνεννόησης;» είδαμε τις πρώτες ρωγμές στο σύστημα της μιντιακής προπαγάνδας που κινεί, με τα αόρατα νήματά του, ο αόρατος πρωθυπουργός.
Ήταν όμως πολύ αργά. Ο κ. Μητσοτάκης είχε ήδη καταφέρει να υποβαθμίσει, ιδία πρωτοβουλία, ένα ευρωτουρκικό ζήτημα σε ελληνοτουρκική διένεξη, να επιδείξει διαλλακτικότητα που θα μεταμφίεζε την επόμενη κιόλας μέρα σε ανυποχώρητη στάση, ζητώντας κυρώσεις από τις Βρυξέλλες και να ταπεινώσει τη χώρα σε τόσα πολλά επίπεδα (Αγία Σοφία, «οι ελληνικές θέσεις έγιναν δεκτές», πρακτική αποδοχή ότι οι πιέσεις για τη συνάντηση προέρχονταν τελικά από τη Γερμανία, μυστικά που διαρρέουν την επόμενη μέρα…).
Και δεν ήταν η μόνη υποβάθμιση: Τα παχιά λόγια περί ευρωπαϊκής προτεραιότητας στην ενίσχυση της Δημόσιας Υγείας, τη στήριξη της Εργασίας, την αναζήτηση ενός νέου παραγωγικού μοντέλου, έγιναν θρύψαλα στις Συμπληγάδες της τετραήμερης διαπραγμάτευσης, με πιο χαρακτηριστική περίπτωση το πετσόκομμα στα κονδύλια για την Υγεία. Και πάλι αόρατος ο Έλλην Μωυσής ή μήπως απλά κρυμμένος πίσω από αόρατες (ακόμη) συμφωνίες «αμοιβαίας στήριξης» με την ηγεσία της ΕΕ;
Κι έτσι, ο αόρατος πρωθυπουργός κατάφερε όντως, να αγγίξει τις ζωές όσων ορίζει. Εντός και εκτός Ελλάδας. Μόνο που το έκανε – και συνεχίζει να το κάνει – με τον αντίθετο τρόπο από τον ήρωα του Wells. Και αντί για κάθαρση, κομίζει εξανδραποδισμό.
ΥΓ: Για άλλη μια φορά, ας μη γελιόμαστε: το μοναδικό δόγμα στη διεθνή σκακιέρα της εξωτερικής πολιτικής είναι: δεν υπάρχουν εχθροί και σύμμαχοι. Μόνο συμφέροντα. Και, στην παρούσα φάση, τα συμφέροντα Ελλάδας – Γαλλίας ευθυγραμμίζονται. Ας αξιοποιήσει την κίνηση Μακρόν ο αόρατος ένοικος του Μαξίμου, κι ας φροντίσει έστω να υπάρξει διπλωματική υπεραξία για τη χώρα από πρωτοβουλίες άλλων εφόσον ο ίδιος επέλεξε το ρόλο του αόρατου.
Το άρθρο του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα tvxs