Έκλεψαν, χτύπησαν και έστειλαν στην Τουρκία Κούρδο από το Ιράν
Για να βγάλει τα προς το ζην όσο περίμενε στην Ελλάδα να προχωρήσει το αίτημά του για άσυλο, άρχισε να κάνει τη δουλειά για την οποία ήταν γνωστός στο Ιράν: ιππέας και εκπαιδευτής αλόγων. Εβρισκε στο διαδίκτυο άλογα προς πώληση, τα αξιολογούσε για χάρη του αγοραστή ή τα αγόραζε, τα εκπαίδευε και τα ξαναπουλούσε. Η δραστηριότητά του αποτυπώνεται στο instagram, όπου αφθονούν φωτογραφίες του με άλογα.
Στις 21 Ιουνίου έφτασε στο ραντεβού στο χωριό, είκοσι λεπτά έξω από την Αλεξανδρούπολη, και έστειλε μήνυμα στον πωλητή να έρθει να τον πάρει. Αντί για τον πωλητή, εμφανίστηκε περιπολικό της αστυνομίας. Τον ρώτησαν τι κάνει εκεί, τους εξήγησε, του πήραν το κινητό και το χαρτί της αίτησης ασύλου και τον πήραν μαζί τους τάχα για εξακρίβωση στοιχείων.
Οσα διηγήθηκε στο βίντεο που έστειλε στην κουρδόφωνη ενημερωτική ιστοσελίδα Pishtinews δύο μέρες μετά, ενώ βρισκόταν στην Τουρκία, με το σώμα γεμάτο μώλωπες από τα χτυπήματα και όσα κατήγγειλε σε δημοσιογράφο της ιστοσελίδας, συμπληρώνουν τον μακρύ κατάλογο των καταγγελιών και μαρτυριών για τις μεθόδους συμμορίας που χρησιμοποιεί η τοπική αστυνομία σε συνεργασία με πιθανές στρατιωτικές ομάδες, προκειμένου να απαγάγουν πρόσφυγες και μετανάστες, να τους ληστέψουν και να τους επαναπροωθήσουν στην Τουρκία.
Οπως καταγγέλλει, τον πήγαν στο Α.Τ. Διδυμότειχου. Δεν του έδωσαν τα πράγματά του. Αντιθέτως, του πήραν τα χρήματα που είχε για την αγορά, 5.000 ευρώ. Τον άφησαν να περιμένει μόνος στο κρατητήριο για μερικές ώρες. Στη συνέχεια τον οδήγησαν σε άλλο δωμάτιο, όπου τον περίμεναν τρεις αστυνομικοί ντυμένοι στα μαύρα με καλυμμένα πρόσωπα.
Τον διέταξαν να γδυθεί, ν’ αφήσει μόνο το εσώρουχο. Για μία ώρα τον χτυπούσαν άγρια με κλομπ, γροθιές και κλοτσιές. Τους εξηγούσε ότι έχει χαρτιά και ότι έκαναν λάθος. «Μη μιλάς, δεν έχεις δικαίωμα να είσαι στην Ελλάδα», του απαντούσαν.
Είναι προφανές ότι δεν έκαναν λάθος. Αυτές οι μέθοδοι της αστυνομίας καταγράφονται σε πληθώρα καταγγελιών και μαρτυριών σε ελληνικά και διεθνή μέσα ενημέρωσης, σε έγκυρες οργανώσεις δικαιωμάτων, σε διεθνείς οργανισμούς όπως το Συμβούλιο της Ευρώπης και η Υπατη Αρμοστεία, που μιλούν για συστηματικές και αξιόπιστες καταγγελίες και ζητούν, μάταια, τη σοβαρή διερεύνησή τους από τις αρχές.
Την άλλη μέρα το πρωί, γύρω στις 9-10, τον επιβίβασαν σε όχημα της αστυνομίας ή του στρατού, μαζί με περισσότερους από 70 πρόσφυγες και μετανάστες που τους είχαν φέρει από αλλού. Μπόρεσε να διακρίνει Αφγανούς, Ιρακινούς, Πακιστανούς, οικογένειες, γυναίκες, παιδιά. Οχι μόνο δεν υπήρχαν μέτρα προστασίας από τον κορονοϊό, αλλά οι συνθήκες ήταν ιδιαιτέρως ευνοϊκές για πιθανή μετάδοση. «Δεν μπορούσαμε να ανασάνουμε μέσα εκεί» λέει.
Τους οδήγησαν στον Εβρο, τους επιβίβασαν σε φουσκωτό δέκα δέκα και τους άφησαν στην απέναντι όχθη. Τους έπιασαν Τούρκοι στρατιώτες μετά από μία-δύο ώρες και προσπάθησαν να τους ξαναβάλουν στο φουσκωτό, για να τους γυρίσουν στην Ελλάδα. «Είδαν ότι υπήρχαν παιδιά και γυναίκες, μας λυπήθηκαν. Κάλεσαν πούλμαν και μας μετέφεραν στην Κωνσταντινούπολη» λέει.
Εχει από τότε προσπαθήσει τουλάχιστον τρεις φορές να ξαναέρθει στην Ελλάδα χωρίς επιτυχία. Είναι 34 ετών, Κούρδος από το Ιράν. Τα στοιχεία του βρίσκονται στη διάθεση της εφημερίδας. Εχει χαρτί γιατρού ότι υποφέρει από βρογχικό άσθμα και παίρνει αγωγή. Πρωτοέφτασε στην Ελλάδα στις 31 Δεκεμβρίου και ζούσε με φίλους του στο κέντρο της Αθήνας, περιμένοντας να δώσει συνέντευξη για το άσυλο τον Σεπτέμβριο.