“Τι πρέπει να κάνουμε λοιπόν για να προστατευτούμε από αυτούς που (υποτίθεται ότι) μας προστατεύουν; Να κρυφτούμε; Να μη βγαίνουμε έξω; Αυτό θέλουν; Ποιος μας εγγυάται πλέον ότι είμαστε ασφαλείς;
Πρέπει να αντιδράσουμε όλοι μας σε αυτή την αστυνομοτρομοκρατία”
Σοκ προκαλεί μαρτυρία θύματος της αστυνομικής βίας από την ομάδα ΔΡΑΣΗ στα Εξάρχεια, λίγο μετά τα μεσάνυχτα της Παρασκευής.
Δείτε: Αγριότητες της αστυνομίας σε καφετέριες των Εξαρχείων (βίντεο)
7 συλλήψεις στην εισβολή της αστυνομίας στα Εξάρχεια
Με δημόσια ανάρτηση στον προσωπικό του λογαριασμό στο facebook, που συνοδεύουν φωτογραφίες, ο νεαρός που έπεσε θύμα της αστυνομικής βαρβαρότητας περιγράφει όσα έλαβαν χώρα στην πλατεία Εξαρχείων και την γύρω περιοχή.
«Έχασα πολύ αίμα και χρειάστηκα αρκετά ράμματα. ”Σιγά το πράγμα”, θα πει κανείς. ”Έχουν γίνει και χειρότερα”. ”Δεν μπορεί, κάτι θα έκανε κι αυτός. Δεν γίνονται τέτοια πράγματα στα καλά καθούμενα”. Λοιπόν, γίνονται. Και συμβαίνουν κυριολεκτικά στον οποιονδήποτε», σημειώνει.
Αναλυτικά η ανάρτηση-μαρτυρία:
«Ούτε ο πρώτος και δυστυχώς ούτε ο και ο τελευταίος..
Παρασκευή 3 Ιουλίου προς Σάββατο, ώρα 00:45, φτάνω Εξάρχεια να συναντήσω την παρέα μου. Στην Πλατεία Εξαρχείων, που λόγω συναυλίας είναι γεμάτη κόσμο, μπάτσοι σκάνε από το πουθενά, περικυκλώνουν τα τριγύρω στενά και αρχίζουν να μας επιτίθενται, σαν σε επίδειξη στρατηγικού σχεδιασμού. Ο κόσμος γύρω μου αρχίζει να τρέχει, το ίδιο κάνω κι εγώ που μόλις είχα φτάσει. Δεν πρόλαβα να καταλάβω τι συμβαίνει, όπως και κανένας μας άλλωστε. Από την Πλατεία πλήθος κόσμου (μέσα κι εγώ) φεύγει τρέχοντας στη Θεμιστοκλέους με κατεύθυνση προς Ομόνοια. Οι μηχανές της αστυνομίας έρχονται γκαζωμένες από την πλατεία και κυριολεκτικά πατάνε κόσμο. Τελικά κάποιους μας περικυκλώνουν. Οι μπάτσοι πλέον είναι ένα βήμα πίσω μου. Στην πρώτη προσπάθεια διαφυγής μου, με πατάνε στο δεξί μου πόδι με τη ρόδα της μηχανής (είχα ανέβει στο πεζοδρόμιο για να γλιτώσω) και αφού πλέον δεν υπήρχε διέξοδος φωνάζω, σηκώνοντας τα χέρια “είμαι ακίνητος, είμαι ακίνητος” μη προβάλλοντας αντίσταση.. Το αποτέλεσμα ήταν να με χτυπήσουν στο κεφάλι με γκλοπ και να μου προκαλέσουν μεγάλη αιμορραγία. Όντας ζαλισμένος και με το αίμα –χωρίς υπερβολές- να λούζει το σώμα μου, καταφέρνω να φτάσω σε μαγαζί στην Κωλέττη (Μαύρος Γάτος). Οι θαμώνες εκεί μου σκουπίζουν τα αίματα, μου δίνουν πάγο και καλούν ασθενοφόρο. Καταφθάνει μισή ώρα αργότερα. Λίγο πρίν μπούμε στο ασθενοφόρο με την παρέα μου, έρχεται δεύτερη κατά μέτωπο επίθεση της αστυνομίας στην Κωλέττη: πετάνε δακρυγόνα και κρότου λάμψης, με τις μηχανές τους ρίχνουν κάτω τα τραπέζια των μαγαζιών, με τα γκλομπ χτυπάνε ανθρώπους που απλά είχαν βγει για διασκέδαση.
Έχασα πολύ αίμα και χρειάστηκα αρκετά ράμματα. «Σιγά το πράγμα», θα πει κανείς. «Έχουν γίνει και χειρότερα». «Δεν μπορεί, κάτι θα έκανε κι αυτός. Δεν γίνονται τέτοια πράγματα στα καλά καθούμενα»..
Λοιπόν, γίνονται. Και συμβαίνουν κυριολεκτικά στον οποιονδήποτε. Η τυφλή έννομη βία της αστυνομίας θα συνεχίσει να επιβάλλεται, ακόμα κι αν θεωρούμε ότι δεν πρόκειται να συμβεί σε εμάς κάτι τέτοιο, γιατί εμείς ούτε εγκληματίες είμαστε, ούτε μαφία, ούτε υποκινούμενοι χούλιγκανς. Τι πρέπει να κάνουμε λοιπόν για να προστατευτούμε από αυτούς που (υποτίθεται ότι) μας προστατεύουν; Να κρυφτούμε; Να μη βγαίνουμε έξω; Αυτό θέλουν; Ποιος μας εγγυάται πλέον ότι είμαστε ασφαλείς;
Πρέπει να αντιδράσουμε όλοι μας σε αυτή την αστυνομοτρομοκρατία.
Να μη μείνουμε άπραγοι.
Αυτή η ανεξέλεγκτη κατάσταση θα συνεχίσει μέχρις ότου να κλειδωθούμε στα διαμερίσματά μας και ποιος ξέρει… ίσως και τότε κάτι να σκαρφιστούν για να κάνουν ντου στα σπίτια μας.
Ζούμε σε μια εποχή που το να είσαι ένας απλός πολίτης που παρακολουθεί συναυλία στα Εξάρχεια αποτελεί δημόσιο κίνδυνο.
Η συναυλία γινόταν για τη στήριξη της εκκενωμένης κατάληψης της οδού Δερβενίων που στήριζε πρόσφυγες.»