Συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης παραχώρησε ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας στην εβδομαδιαία γερμανική εφημερίδα Die Zeit.
Σε ερώτηση εάν αντιλαμβάνεται την πανδημία του κορωνοϊού εν μέρει ως μια επανάληψη της ελληνικής κρίσης του 2015, ο πρώην πρωθυπουργός απαντά ότι μολονότι η νυν κρίση δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, αλλά ολόκληρο τον κόσμο, η χώρα «θα μπορούσε να βιώσει σύντομα μια παρόμοια κατάσταση με εκείνη της οικονομικής παρακμής μεταξύ 2012 και 2014, κυρίως δε εάν αυξηθεί πάλι δραστικά η ανεργία. Ανέλαβα τη χώρα το 2015 με την ανεργία στο 29% και παρέδωσα στην επόμενη κυβέρνηση 17%. Θα ήταν δραματικό εάν επιστρέφαμε στο 2015».
Ερωτηθείς τι μπορεί να προσφέρει στην παρούσα φάση ο ίδιος ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ο Αλέξης Τσίπρας επισημαίνει ότι το κόμμα του στηρίζει τη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη και δεν ενδίδει στον λαϊκισμό. «Δεν είμαστε μια αντιπολίτευση που μετρά τους νεκρούς και με κάθε ευκαιρία δείχνει με το δάχτυλο και ζητά εκλογές, όπως το έκανε η Νέα Δημοκρατία. Στηρίξαμε την κυβέρνηση προκειμένου να υλοποιηθεί γρήγορα η απαγόρευση κυκλοφορίας και να προστατευθεί το σύστημα υγείας. Ωστόσο θα αντιμετωπίσουμε τώρα με ιδιαίτερα κριτική διάθεση τα οικονομικά, κυρίως, ζητήματα».
Σχολιάζοντας την πολιτική των περικοπών εν γένει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επισημαίνει ότι η λιτότητα φέρνει ανισότητες και αντιφάσεις και εν τέλει προκαλεί έναν φαύλο κύκλο ύφεσης. «Στραγγαλίζει την οικονομία αντί να τη δυναμώνει», όπως λέει, προσθέτοντας πως εάν δεν αναγκαζόταν να ακολουθήσει την ακραία πολιτική των περικοπών η Ελλάδα θα είχε εξέλθει από την κρίση πολύ νωρίτερα. «Αυτό που χρειάζεται είναι μια προνοητική δημοσιονομική πολιτική με μια ατζέντα ανάπτυξης και πράσινης αλλαγής».
Στα συμφραζόμενα αυτά ο κ. Τσίπρας κάνει λόγο για βαριά λάθη εκ μέρους της Τρόικας. «Πολλά από αυτά τα παραδέχθηκε και η ίδια, αλλά εκ των υστέρων. Ειδικώς το ΔΝΤ επέμενε αναφανδόν στην αυστηρή πολιτική λιτότητας. Για τα λάθη αυτά πλήρωσε εν τέλει ο ελληνικός λαός».
Έκανε ο Μητσοτάκης καλά τη δουλειά του;
Σχολιάζοντας τα ευρωπαϊκά σχέδια ανάκαμψης και την πρωτοβουλία των Μέρκελ-Μακρόν ο πρώην πρωθυπουργός επισημαίνει ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική επιλογή ως προς τη διάσωση της Ιταλίας και του Νότου εν γένει εάν θέλουμε να διασφαλίσουμε τη συνοχή της Ευρώπης. Εάν δεν δείξουμε σήμερα αλληλεγγύη, τότε θα ενισχυθούν ακόμη περισσότερο οι αντιευρωπαϊκές δυνάμεις στην Ιταλία αλλά και στη Γαλλία και θα έρθουν στην εξουσία ακροδεξιά κόμματα. Οι κυβερνήσεις στο Βορρά θα πρέπει να εξηγήσουν επιτέλους στις κοινωνίες τους πόσο ωφελούνται και αυτές από την ΕΕ».
Ο Αλέξης Τσίπρας αποδίδει την επιτυχία της Ελλάδας στο μέτωπο της πανδημίας στο γεγονός ότι «σύσσωμη η πολιτική τάξη στην Ελλάδα συνεννοήθηκε εγκαίρως και υλοποίησε με αποφασιστικότητα τις συστάσεις των διεθνών οργανισμών υγείας». Σημαίνει αυτό ότι ο διάδοχός του Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε καλά τη δουλειά του; «Όχι σε όλα. Ασκούμε τώρα κριτική στην κυβέρνηση διότι δεν αντιμετώπισε εγκαίρως και στο αναγκαίο εύρος τους τις οικονομικές συνέπειες. Και αυτό, ενώ ήμασταν πιθανότατα η μοναδική ελληνική κυβέρνηση που παρέδωσε στους διαδόχους της γεμάτα ταμεία […]. Επιχειρήσεις και εργαζόμενοι έπρεπε να είχαν στηριχτεί πολύ νωρίτερα για να μην υπάρξει μεγάλη αύξηση της ανεργίας. Τα πήγαμε καλά στην πανδημία, αλλά οι συνέπειες της οικονομικής κρίσης θα είναι πιθανότατα πολύ μεγαλύτερες».
Επιστρέφει η εμπιστοσύνη των επενδυτών
Στην επιτυχή έκδοση νέου 10ετούς ομολόγου του ελληνικού δημοσίου αναφέρεται η αυστριακή Kleine Zeitung.
«Με ένα δεκαετές ομόλογο η Ελλάδα άντλησε φρέσκο χρήμα ύψους τριών δις ευρώ. Η Ελλάδα απέσπασε και πάλι την εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών είπε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας. Σύμφωνα με τον ίδιο η απόδοση κυμάνθηκε στο 1,57%.
Το τελευταίο πρόγραμμα βοήθειας της Ελλάδας εξέπνευσε τον Αύγουστο του 2018. Έκτοτε η Αθήνα στέκεται όλο και περισσότερο στα πόδια της και μπορεί και δανείζεται μόνη της χρήματα από τις κεφαλαιαγορές. Στο απόγειο της βαθιάς οικονομικής κρίσης το 2012 οι αποδόσεις των ελληνικών χρεογράφων ξεπερνούσαν το 35%.
Η υψηλή ζήτηση των ελληνικών ομολόγων δεν οφείλεται μόνο στο ότι αναζητούνται επενδύσεις με θετικές αποδόσεις. Ένας ακόμη λόγος είναι ότι οι επενδυτές έχουν στο μεταξύ περισσότερη εμπιστοσύνη στην άλλοτε χώρα της κρίσης».