Η διαδικασία με την οποία το Υπουργείο Παιδείας προωθεί για ψήφιση από τη Βουλή το πολυνομοσχέδιο με την εμβληματική επωνυμία «Αναβάθμιση του Σχολείου και άλλες διατάξεις», είναι πάρα πολύ εσπευσμένη, με διάρκεια διαβούλευσης μόλις δυο εβδομάδων, και σε μια συγκυρία πρωτόγνωρων συνθηκών για τη χώρα, τους μαθητές, τους φοιτητές, τους εργαζομένους και τους φορείς στην εκπαίδευση.
Το συγκεκριμένο πολυνομοσχέδιο αν ψηφιστεί από τη Βουλή, θα έχει σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στις πρώτες βαθμίδες της εκπαίδευσης θεσμοθετώντας ένα αυταρχικό́, εξετασιογενές και ακριβό́ σχολείο, αλλά́ θα επιφέρει και συγκεκριμένες πολύ δυσμενείς αλλαγές στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, σε συνέχεια των επί σειρά́ δυσμενών παρεμβάσεων που έχουν προηγηθεί, όπως η αυστηροποίηση των διαδικασιών για τη μονιμοποίηση των μελών ΔΕΠ, η ουσιαστική κατάργηση του πανεπιστημιακού́ ασύλου, η απελευθέρωση των διδάκτρων και των αμοιβών των διδασκόντων στα Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών, η ισοτιμία των «πτυχίων» των κολλεγίων με εκείνα των Πανεπιστημίων, η παύση της ΑΔΙΠ και η σύνδεση της αξιολόγησης με τη χρηματοδότηση των Πανεπιστήμιων.
Οι δήθεν «βελτιωτικές ρυθμίσεις» που περιλαμβάνει το πολυνομοσχέδιο για τη Τριτοβάθμια Εκπαίδευση είναι οι εξής:
(1) Τα Ξενόγλωσσα Προγράμματα Σπουδών (ΞΠΣ) πρώτου κύκλου.
(2) Το ενιαίο ψηφοδέλτιο εκλογής Πρύτανη και Αντιπρυτάνεων με μειωμένο εκλεκτορικό́ σώμα και με μόνιμη καθιέρωση της ηλεκτρονική́ ψηφοφορίας.
(3) Η αλλοίωση των κοινωνικών κριτήριων στις μετεγγραφές των φοιτητών.
(4) Η κατάργηση της εκπροσώπησης στα συλλογικά όργανα των πανεπιστήμιων του Ειδικού Διδακτικού, Ειδικού Τεχνικού και Διοικητικού Προσωπικού.
(1) Ο αμφίβολης νομιμότητας τρόπος οργάνωσης των ΞΠΣ και η δήθεν «εξωστρέφεια» που θα φέρουν στα Πανεπιστήμια, δεν έχει καμιά σχέση με τη καλλιέργεια των σπουδών, την ανάπτυξη της επιστημονικής έρευνας και την στήριξη της κινητικότητας διδασκόντων, ερευνητών και φοιτητών. Ενώ σε αυτή τη συγκυρία το ακαδημαϊκό και λοιπό προσωπικό των Πανεπιστημίων μειώνεται διαρκώς και προσφέρει υπερεργασία για την κάλυψη των σημαντικών κενών, ο τρόπος στελέχωσης των ΞΠΣ και η παγίωση της ελαστικής εργασίας που επιβάλλουν, ανοίγει τις πύλες στην καθιέρωση της ως μόνιμης λύσης και στην Ιδιωτικοποίηση του Δημόσιου Πανεπιστημίου. Είμαστε σταθερά́ αντίθετοι στην καθιέρωση Προγραμμάτων Σπουδών που με τις ειδικεύσεις που προσφέρουν προκαλούν σοβαρά προβλήματα στην κατοχύρωση των επαγγελματικών δικαιωμάτων των πτυχιούχων και καταργούν επί της ουσίας την οντότητα του Τμήματος ως βασικής ακαδημαϊκής μονάδας που προσφέρει πρόγραμμα σπουδών με διακριτό́ γνωστικό́ αντικείμενο και προσφορά́ ανάλογου πτυχίου.
(2) Θεωρούμε ότι , η επιστροφή́ στο ενιαίο ψηφοδέλτιο εκλογής Πρύτανη και Αντιπρυτάνεων με μειωμένο εκλεκτορικό σώμα εγκυμονεί τον κίνδυνο της δημιουργίας «ομάδων», με συνέπεια τη χειραγώγηση του εκλεκτορικού́ σώματος. Η επαναφορά δε της ηλεκτρονικής κάλπης εμπεριέχει σοβαρούς κινδύνους αλλοίωσης της μυστικότητας και του αδιάβλητου της ψηφοφορίας.
(3) Σχετικά με το πλαίσιο των μετεγγραφών των φοιτητών, δεν συμφωνούμε με το οριζόντιο «όριο» των 2.750 μορίων, ως «βάση μετεγγραφής», γιατί περιορίζει δυνητικά τη δυνατότητα σπουδών σε φοιτητές με σοβαρά οικονομικά – κοινωνικά προβλήματα. Αντί ενός οριζόντιου «ορίου» μορίων, που θίγει τους οικονομικά αδύναμους φοιτητές, θα μπορούσε να εξεταστεί η δυνατότητα σταδιακής αύξησης του «ορίου», ανάλογα με την οικονομική-κοινωνική κατάσταση των φοιτητών που αιτούνται μετεγγραφή (π.χ. μικρότερο «όριο» για ένα φοιτητή που συγκεντρώνει 1 ή 2 μόρια από κοινωνικά-οικονομικά κριτήρια και μεγαλύτερο «όριο» για φοιτητές που συγκεντρώνουν 4, 5 ή περισσότερα μόρια από κοινωνικά-οικονομικά κριτήρια). Με αυτό τον τρόπο, δεν θα περιοριζόταν η δυνατότητα για σπουδές στις ευάλωτες κοινωνικά – οικονομικά ομάδες, ειδικά σε διαφαινόμενες άμεσες συνθήκες ύφεσης και κοινωνικής κρίσης.
(4) Η κατάργηση της εκπροσώπησης στα συλλογικά όργανα των πανεπιστήμιων του Ειδικού Διδακτικού, Ειδικού Τεχνικού και Διοικητικού Προσωπικού παραβιάζει την αρχή́ της αντιπροσωπευτικότητας των θεσμών και πλήττει τη δημοκρατία του αυτοδιοικούμενου Πανεπιστήμιου.
Τα δημόσια Πανεπιστήμια, σε συνθήκες πρωτόγνωρης κρίσης λόγω της πανδημίας του κορονωϊού, στέκονται όρθια, υλοποιώντας τεράστιο αριθμό μαθημάτων εξ’ αποστάσεως, καταβάλλοντας κάθε προσπάθεια για να μην χαθεί το ακαδημαϊκό εξάμηνο, χωρίς να διαθέτουν τους απαραίτητους πόρους.
Η Πολιτεία αντί να προωθεί τέτοιου είδους νομοσχέδια, οφείλει να στηρίξει τα δημόσια Πανεπιστήμια να αντιμετωπίσουν τα πραγματικά προβλήματα τους, της χρόνιας υποχρηματοδότησης και της μεγάλης υποστελέχωσης τους σε ακαδημαϊκό, διδακτικό, τεχνικό και διοικητικό προσωπικό. Πρέπει να στηρίξει ουσιαστικά τα δημόσια Πανεπιστήμια να επιτελέσουν το συνταγματικό τους καθήκον της προσφοράς δημόσιας δωρεάν ποιοτικής ανώτατης εκπαίδευσης στους Έλληνες πολίτες.
Το ΔΣ του Συλλόγου ΔΕΠ ΕΛΜΕΠΑ