Ο Λιβανέζος πρόεδρος Μισέλ Αούν εξέπεμψε έκκληση σήμερα στη διεθνή κοινότητα για οικονομική βοήθεια στη χώρα του, προκειμένου να ξεπεράσει την οξύτατη οικονομική κρίση, που αντιμετωπίζει από πολλών μηνών και η οποία έχει επιδεινωθεί από την πανδημία του νέου κορονοϊού.
Ενώπιον των πρεσβευτών της διεθνούς ομάδας υποστήριξης του Λιβάνου (GIS), που συγκεντρώνει πολλές ευρωπαϊκές κι αραβικές χώρες, ο Αούν εξέφρασε τους φόβους του για μία πλήρη κατάρρευση της χώρας του.
«Δεδομένης της σοβαρότητας της σημερινής χρηματοπιστωτικής κατάστασης και των βαριών οικονομικών συνεπειών στους Λιβανέζους και τους πρόσφυγες, το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεών μας έχει ανάγκη από εξωτερική χρηματική ενίσχυση, ιδίως από τις φίλες χώρες και της GIS», τόνισε ο Αούν. Η μικρή μεσανατολική χώρα φιλοξενεί επίσης 1,7 εκατ. πρόσφυγες από τη Συρία.
«Ο Λίβανος ήταν έτοιμος να στήσει ένα μεγάλο εργοτάξιο για να επιλύσει την οικονομική, χρηματοπιστωτική και κοινωνική κρίση τη στιγμή που έπληξε ολον τον κόσμο η πανδημία. Έτσι, αναγκάσθηκε να ανακοινώσει ένα σχέδιο έκτακτης υγειονομικής ανάκγης, που σε μεγάλο βαθμό απετέλεσε τροχοπέδη για την εκκίνηση του εργοταξίου αυτού και επιδείνωσε την κρίση της χώρας. Συνεπώς, κάθε διεθνής βοήθεια είναι ευπρόσδεκτη», τόνισε ο ίδιος, προσθέτοντας πως «το σχέδιο οικονομικής (διάσωσης) ετοιμάζεται να οριστικοποιηθεί».
Ο Λίβανος καταρρέει υπό το βάρος ενός χρέους 92 δισεκ.δολαρίων, που αντιστοιχεί στο 170% του ΑΕΠ του, ποσοστό που είναι από τα υψηλότερα παγκοσμίως, ενώ το 45% του πληθυσμού του ζει στα όρια της φτώχειας. Ο Αούν ζήτησε κατά κύριο λόγο να αποταμιευθούν τα 11, 6 δισεκ. δολάρια που του είχαν υποσχεθεί τον Απρίλιο του 2018 κατά τη διεθνή σύσκεψη στο Παρίσι. Τον περασμένο Δεκέμβριο, η GIS είχε συνδέσει την όποια βοήθεια στην σύσταση μίας «αποτελεσματικής και αξιόπιστης» κυβέρνησης που θα εφαρμόσει τις «επείγουσες» μεταρρυθμίσεις, τις οποίες είχαν όμως καθυστερήσει οι προηγούμενες κυβερνήσεις.
Σήμερα, ο λιβανέζος πρωθυπουργός Χάσαν Ντιάμπ ανακοίνωσε στη συνάντηση του με την GIS πως στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης του τραπεζικού τομέα θα διατάξει την εξέταση όλων των λογαριασμών στην Κεντρική Τράπεζα, ως πειστήριο για την διαφάνεια που απαιτείται απο τον διεθνή παράγοντα για να επανεκκινηθεί ο διάλογος για την αναδιάρθρωση του εξωτερικού χρέους της χώρας.