Του Τάσου Παππά
Ο «εσωτερικός εχθρός» είναι το σχήμα που έχει χρησιμοποιήσει η Δεξιά σε όλη τη διαδρομή της. Πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο «εσωτερικός εχθρός» ήταν οι κομμουνιστές. Οι κυβερνήσεις τον αντιμετώπισαν με φυλακές και εξορίες για να προστατεύσουν την πατρίδα, την οικογένεια και τη θρησκεία, οι οποίες, όπως προπαγάνδιζαν, κινδύνευαν αν επικρατούσε.
Την περίοδο της Κατοχής οι αστικές δυνάμεις, είτε βρίσκονταν στη χώρα και λούφαζαν είτε στο εξωτερικό και διαπραγματεύονταν με τους Εγγλέζους την επιστροφή τους στην εξουσία, συνέχισαν στην ίδια γραμμή. Γι’ αυτές ο κομμουνισμός ήταν η μεγάλη απειλή και όχι ο ναζισμός, με τον οποίον επιφανείς εκπρόσωποί τους συνεργάστηκαν αρμονικά συμμετέχοντας στις δωσιλογικές κυβερνήσεις και στελεχώνοντας τα Τάγματα Ασφαλείας. Την περίοδο του ψυχρού πολέμου, παρά τη νίκη τους στα πεδία των μαχών του Εμφυλίου, επέμειναν στην πολιτική πυγμής.
Εστελναν στα εκτελεστικά αποσπάσματα και στα ξερονήσια τους ηττημένους κομμουνιστές χαρακτηρίζοντάς τους πράκτορες της Μόσχας, ανθέλληνες, άθεους και έκαναν τη ζωή δύσκολη σε όσους δεν είχαν εμπλακεί στην εμφύλια σύρραξη, αλλά αντιστέκονταν στις πολιτικές ελέγχου των φρονημάτων τους.
Οι «συνοδοιπόροι» των κομμουνιστών -πολίτες που δεν ανήκαν στην Αριστερά, αλλά δεν συμφωνούσαν με τον αυταρχισμό του κράτους της Δεξιάς- ανέβηκαν κατηγορία, έγιναν και αυτοί «εσωτερικός εχθρός» και απετράπη η είσοδός τους στη σκηνή με τριφασικά εκλογικά συστήματα, εκλογές βίας και νοθείας, αποστασίες. Η δικτατορία των συνταγματαρχών, που ήρθε για να σώσει την Ελλάδα από τους κομμουνιστές οι οποίοι υποτίθεται πως προετοιμάζονταν για τον τρίτο γύρο, κυνήγησε τους πάντες, ακόμη και όσους συντηρητικούς δεν συναινούσαν με την κατάλυση των θεσμών στο όνομα της υπεράσπισης της πατρίδας από τους «κόκκινους».
Στη Μεταπολίτευση η Δεξιά επιχείρησε να τοποθετήσει στη θέση του «εσωτερικού εχθρού» όποιον διαφωνούσε με τις επιλογές της και τους πολιτικούς αντιπάλους της που είχαν διαφορετική αντίληψη. Τη δεκαετία του ’70 «εσωτερικός εχθρός» έγινε το ΠΑΣΟΚ. Αμφισβητούσε τη σχέση της χώρας με τη Δύση, ήθελε να φύγουμε από το ΝΑΤΟ και την ΕΟΚ, φλέρταρε με το Κίνημα των Αδεσμεύτων, είχε στενές επαφές με τον Καντάφι και τον Ασαντ και, το χειρότερο, είχε νταραβέρια με τις ένοπλες οργανώσεις (θυμίζω ότι για τη Δεξιά και τα μέσα ενημέρωσης που τη στήριζαν ο πρόεδρος του κόμματος ήταν ο κρυφός αρχηγός της «17 Νοέμβρη»).
Η σχετική φιλολογία συντηρήθηκε μέχρι τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’80. Στη συνέχεια, λόγω της ιδεολογικής μετάλλαξης του ΠΑΣΟΚ, η Δεξιά συμφιλιώθηκε με την ιδέα ότι υπάρχει και ένας άλλος φυσικός ιδιοκτήτης της χώρας με τον οποίο οφείλει να συνυπάρξει. Από τον Γενάρη του 2015 βαφτίστηκε «εσωτερικός εχθρός» ο ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτός, όπως το ΠΑΣΟΚ στο παρελθόν, είναι ύποπτος για σχέσεις με ένοπλες οργανώσεις και αυτός, όπως το ΠΑΣΟΚ στο παρελθόν, προσπάθησε να διαρρήξει τους δεσμούς της χώρας με τη Δύση και ερωτοτροπούσε με τους λαϊκιστές ηγέτες της Λατινικής Αμερικής.
Αυτός όμως ο «εσωτερικός εχθρός» είναι πιο επικίνδυνος από τους προηγούμενους γιατί, παρά την αντίσταση του «κόμματος της τάξης και της αρετής», κατάφερε να πουλήσει κοψοχρονιά τη Μακεδονία και τώρα με αφορμή το προσφυγικό λειτουργεί σαν Δούρειος Ιππος του Ερντογάν και υπονομεύει την εθνική συνοχή. Αρα; Η συνέχεια στις οθόνες μας. Αν θα παρακολουθήσουμε ταινία φρίκης θα εξαρτηθεί από την έμπνευση του σκηνοθέτη, την προσέλευση των θεατών, κυρίως όμως από την αντίσταση που θα προβάλουν όσοι κατηγορούνται για μειωμένη εθνική συνείδηση. Και τέτοιοι, σύμφωνα με το αφήγημα των αρίστων που μας κυβερνούν, υπάρχουν σε όλες τις εκδοχές της Αριστεράς. Ποια πρέπει να είναι η απάντηση; Οχι πάντως η οχύρωση σε στενές ιδεολογικές γραμμές. Δεν αποδίδει. Αυτό δείχνει η Ιστορία. Ο σεχταρισμός δεν είναι καλός σύμβουλος.
πηγή: Εφημερίδα Συντακτών