Σκληρή κριτική στην κυβέρνηση για την πολιτική της στο προσφυγικό – μεταναστευτικό, με αφορμή και τις πρόσφατες αποφάσεις της για την αναστολή του δικαιώματος αίτησης ασύλου και τη δημιουργία κλειστών κέντρων στην ενδοχώρα (Σέρρες, Αττική) μην αποκλείοντας ακόμη και τα ξερονήσια, ασκεί η Διεθνής Αμνηστία.
Μιλώντας στο Τvxs.gr, η Ειρήνη Γαϊτάνου, Υπεύθυνη Εκστρατειών της Διεθνούς Αμνηστίας, τονίζει, ότι πρόκειται για «συνέχεια μιας πάρα πολύ επικίνδυνης και παράνομης πολιτικής». «Είχαμε μια πάρα πολύ σοβαρή εξέλιξη από την πλευρά της κυβέρνησης. Τα μέτρα δηλαδή τα οποία ανακοίνωσε για την περιστολή του δικαιώματος καταγραφής των αιτημάτων ασύλου, συνιστούν κατάφωρη και ακραία παραβίαση του διεθνούς δικαίου και αναδιατάσσουν την πραγματικότητα που επικρατεί. Είναι πρώτη φορά που συμβαίνει με τέτοιο προφανή τρόπο η άμεση καταστολή ενός θεμελιώδους και αναφαίρετου δικαιώματος το οποίο κατοχυρώνεται και στο εθνικό και στο διεθνές δίκαιο. Συνεπώς αυτή η παραβίαση δεν πρέπει να εφαρμοστεί, με κανέναν τρόπο. Οι άνθρωποι έχουν δικαίωμα να αιτούνται άσυλο και άρα να προσεγγίσουν χωροταξικά ώστε να το αιτηθούν. Όλη η κατεύθυνση της αποτροπής και της σκληρής επιτήρησης με την έννοια του κλεισίματος των συνόρων συνιστά μέσα σε αυτό το πλαίσιο, αντίστοιχη παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων γιατί παρεμποδίζει το θεμελιώδες δικαίωμα πρόσβασης στο άσυλο».
Σε ό,τι αφορά στα κλειστά κέντρα και στην ενδοχώρα, που αφορούν σε πρώτη φάση τον κόσμο που καταφτάνει στην Ελλάδα μετά την απόφαση για αναστολή του δικαιώματος αιτήματος ασύλου, η Ειρήνη Γαϊτάνου είναι αντίστοιχα κάθετη:
«Η ελληνική πολιτική για τη μετανάστευση διακατέχεται πάρα πολύ έντονα από την πρακτική της κράτησης και αυτό το είδαμε, επίσης πάρα πολύ έντονα, στον νόμο που ψηφίστηκε το Νοέμβριο του 2019, ο οποίος στην πραγματικότητα συμπεριλαμβάνει τα διαρκή εμπόδια στους ανθρώπους για να μπορέσουν να αιτηθούν άσυλο, την έμφαση στις επιστροφές, αλλά και την ιδιαίτερη έμφαση στην κράτηση, με μια σειρά από ρυθμίσεις που είναι εξαιρετικά προβληματικές. Όπως η άρση, για παράδειγμα, της δικαστικής επανεξέτασης των αποφάσεων κράτησης, που δίνει στην πραγματικότητα τη δυνατότητα μαζικών κρατήσεων, αλλά και η αύξηση του χρόνου υπολογισμού της κράτησης που μπορεί να φτάνει και τους 36 μήνες, κάτι που είναι απαράδεκτο».
«Για μας είναι προφανές» υπογραμμίζει το στέλεχος της Διεθνούς Αμνηστίας, «ότι μια πολιτική που δομείται γύρω από την κράτηση είναι εξαιρετικά προβληματική και συνιστά επίσης κατάφωρη παραβίαση των δικαιωμάτων των ανθρώπων. Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, καταρχήν οι ανήλικοι δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να τίθενται υπό κράτηση. Ενώ έχουμε και την πρακτική κράτησης ανηλίκων ακόμη και υπό το καθεστώς της προστατευτικής φύλαξης σε τμήματα, στην Αμυγδαλέζα κλπ. Αλλά και σε ό,τι αφορά στους αιτούντες και τις αιτούσες άσυλο η κράτηση θα πρέπει να είναι η έσχατη λύση και μόνο για το ελάχιστο χρονικό διάστημα. Δεν μπορεί να είναι μία μαζική πρακτική η οποία στην πραγματικότητα θα βάζει σε κράτηση, όχι μόνο ανθρώπους, όπως είχαμε μέχρι σήμερα, που κρατούνταν θεωρητικά “προσωρινά” και με συγκεκριμένες νομικές δικλείδες – θεωρητικά πάντα γιατί πρακτικά δεν εφαρμόζονταν – σε προαναχωρησιακά κέντρα κράτησης επειδή είχαν απορριπτικές αποφάσεις για το άσυλο τους μέχρι να φύγουν, αλλά και για ανθρώπους που απλώς καταφτάνουν στη χώρα μας και θα τίθενται κατευθείαν σε κράτηση.
»Πρόκειται για μια απαράδεκτη και απολύτως παράνομη πρακτική η οποία δεν μπορεί να επιφέρει και λύση στην κατάσταση έτσι όπως υπάρχει τώρα. Το βασικό όμως είναι ότι παραβιάζει κατάφωρα τα δικαιώματα των ανθρώπων αυτών. Επιμένουμε ότι δεν μπορεί μια τέτοια πολιτική να εφαρμοστεί, καθώς βρίσκεται σε απόλυτη αντίθεση με το διεθνές δίκαιο».
«Τα push backs είναι απολύτως παράνομα»
Μιλώντας για την κατάσταση στα νησιά μετά τα γεγονότα με την απόβαση των ΜΑΤ, η Ειρήνη Γαϊτάνου σημειώνει ότι «είναι τραγική εδώ και πάρα πολύ καιρό και αυτό που είδαμε την προηγούμενη εβδομάδα είναι αποτύπωμα αυτής της τραγικής κατάστασης». «Υπάρχουν πάνω από 40.000 άνθρωποι εγκλωβισμένοι στα νησιά. Ταυτόχρονα έχουμε τον τελευταίο καιρό αναφορές για αποτροπή προσέγγισης στις ελληνικές ακτές που, όπως καταλαβαίνετε, μπορεί πάρα πολύ αναμενόμενα να οδηγήσει και σε θανάτους ανθρώπων στη θάλασσα, πέρα από το ότι είναι απολύτως παράνομη. Τα push backs των βαρκών στα νησιά και τον Έβρο, είναι απολύτως παράνομα».
«Η κατάσταση είναι αδιέξοδη και αυτό είναι αποτύπωμα της απολύτως αποτυχημένης ευρωπαϊκής πολιτικής για τη μετανάστευση που συμβολίζεται κυρίαρχα από την συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας, που συνιστά μια απόλυτη αποτυχία και φυσικά και του γεγονότος ότι η ελληνική κυβέρνηση υλοποιεί πλήρως αυτή την ευρωπαϊκή πολιτική η οποία είναι εντελώς αποτυχημένη. Με αυτήν την έννοια δεν μπορεί να υπάρξει πραγματική διέξοδος, εάν δεν υπάρξει μια πολύ σοβαρή αναθεώρηση της πολιτικής αυτής, στην κατεύθυνση της αναθεώρησης της Συνθήκης του Δουβλίνου, της άρσης του γεωγραφικού περιορισμού στα νησιά, ώστε να μπορέσουν οι άνθρωποι να μεταφερθούν στην ενδοχώρα σε αξιοπρεπείς τόπους διαβίωσης και τη θεσμοθέτηση ενός μηχανισμού επανεγκατάστασης στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
«Βλέπουμε μια κατεύθυνση από την πλευρά της Ευρώπης που είναι μια προσπάθεια, στην πραγματικότητα, κλεισίματος των συνόρων της, περιφρούρησης των τειχών της Ευρώπης – Φρούριο και βημάτων για την ισχυροποίηση αυτής της κατεύθυνσης. Ενώ, αυτό που χρειάζεται είναι ακριβώς το αντίθετο. Η δυνατότητα δηλαδή των ανθρώπων που φεύγουν από τη βία και τον πόλεμο και κάνουν ένα άγριο ταξίδι επιβίωσης, να μπορούν να αιτηθούν άσυλο, όπως δικαιούνται, και να μπορούν να εντάσσονται σε ένα επόμενο επίπεδο στην κοινωνία».
Η Διεθνής Αμνηστία, όπως λέει η Ειρήνη Γαϊτάνου στο Tvxs.gr, διερευνά αυτή τη στιγμή «εξαιρετικά ανησυχητικές καταγγελίες που έχουν έρθει και σε μας και σε ό,τι αφορά τη δράση πολιτών, αλλά και σε ό,τι αφορά στην παράνομη δράση αστυνομίας και στρατού, ιδιαίτερα στον Έβρο, όπου έχουμε και απεσταλμένο της Διεθνούς Αμνηστίας στα ελληνοτουρκικά σύνορα, ο οποίος καταγράφει την κατάσταση εκεί».
Επίσης, κατήγγειλε τις ακροδεξιές επιθέσεις στη Θερμή, αλλά και σε στελέχη των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, κάνοντας λόγο για «περιστατικά βαρβαρότητας, αποτέλεσμα μιας αποτυχημένης πολιτικής που ασκείται εδώ και πολλά χρόνια».