Γ. Σταθάκης: Η ενεργειακή μετάβαση θα αποτελέσει το κατεξοχήν πεδίο σύγκρουσης της Δεξιάς και της Αριστεράς

“Η ενεργειακή μετάβαση ή θα ξεκινήσει από τα κάτω ή θα προκαλέσει αγεφύρωτους διχασμούς – Το σχέδιο της Ν.Δ. για βίαιη απολιγνιτοποίηση είναι λανθασμένο και προβληματικό”

Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να έχει «μια σαφή και διακριτή ταυτότητα και στρατηγική που να μπορεί να συμβάλει στη διαμόρφωση ενός προοδευτικού πόλου με το ευρύτερο φάσμα των σοσιαλιστικών και πράσινων κομμάτων» σημειώνει στην «Αυγή» ο Γιώργος Σταθάκης.

Ο υπεύθυνος εκπόνησης του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ εξηγεί ότι το πρόγραμμα δεν έχει προεκλογική στόχευση, αλλά αφορά «τα θέματα ταυτότητας και στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στις τρεις μεγάλες προκλήσεις της εποχής»: την κλιματική κρίση, τις κοινωνικές ανισότητες και τα ζητήματα δημοκρατίας και δικαιωμάτων. Παράλληλα το πρόγραμμα περιγράφει «τις ριζοσπαστικές προοδευτικές αλλαγές που χρειάζεται η ελληνική οικονομία και κοινωνία για να ξεφύγει από το τέλμα της στασιμότητας της δεκαετίας των Μνημονίων».

Ειδικά για τη μεγάλη πρόκληση του καιρού μας, την κλιματική κρίση, ο Γ. Σταθάκης εκτιμά ότι η ενεργειακή μετάβαση «είναι μονόδρομος» και «θα αποτελέσει το κατεξοχήν πεδίο σύγκρουσης της Δεξιάς και της Αριστεράς». Κι αυτό γιατί η ενεργειακή μετάβαση συνδέεται άμεσα με τον κοινωνικό αποκλεισμό, την επιρροή της αγοράς και τη δίκαιη μετάβαση για τις πολλές τοπικές οικονομίες που θα χάσουν την κύρια οικονομική δραστηριότητά τους. Εκτιμά ότι οι τεχνολογικές εξελίξεις καθιστούν εφικτούς τους στόχους για την ενεργειακή μετάβαση, απαιτείται όμως σεβασμός των διεθνών συνθηκών, όπως και δομικές αλλαγές στις δημοσιονομικές πολιτικές της Ε.Ε.

Ακόμη εκφράζει τη διαφωνία του με το σχέδιο «βίαιης απολιγνιτοποίησης» που επιχειρεί να εφαρμόσει η Ν.Δ. προειδοποιώντας για την απαξίωση των επενδύσεων της ΔΕΗ, αλλά και για το βάρος που δίνεται σε νέες μονάδες φυσικού αερίου, που επίσης θα αντικατασταθούν μέχρι το 2050. Παράλληλα υπογραμμίζει ότι σωστά η Ελλάδα συμμετείχε στην ενεργειακή συμμαχία με Ισραήλ, Κύπρο και Αίγυπτο καλώντας την Τουρκία «να προσέλθει στο ίδιο τραπέζι με τους διεθνείς κανόνες».

* Ολοκληρώσατε τη συγγραφή του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι το πρόγραμμα της «δεύτερης φοράς Αριστερά» ή ένα συνολικό πρόγραμμα αλλαγών που ο ΣΥΡΙΖΑ θα επιθυμούσε να υλοποιήσει σε βάθος ετών;

Το πρόγραμμα εμπεριέχει περισσότερο τα θέματα ταυτότητας και στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στις τρεις μεγάλες προκλήσεις της εποχής, την κλιματική κρίση, τις κοινωνικές ανισότητες και τη δημοκρατία – δικαιώματα, καθώς και τις ριζοσπαστικές προοδευτικές αλλαγές που χρειάζεται η ελληνική οικονομία και κοινωνία για να ξεφύγει από το τέλμα της στασιμότητας της δεκαετίας των Μνημονίων. Δεν είναι προεκλογικό πρόγραμμα της «δεύτερης φοράς Αριστερά», αυτό θα εμπλουτιστεί από πιο ειδικές επεξεργασίες σε επιμέρους τομείς και θέματα που θα γίνουν στη συνέχεια.

* Ποια είναι η βασική αρχή που διέπει το νέο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ;

Η Αριστερά, με βάση τις αξίες της για μια οικολογική, κοινωνική, ισότιμη και δημοκρατική κοινωνία, να διαμορφώσει τις πολιτικές της στα επίμαχα θέματα της κλιματικής κρίσης, της ανάπτυξης, των κοινωνικών ανισοτήτων, των διακρίσεων και της ενίσχυσης της δημοκρατίας. Συνεπώς το πρόγραμμα δομείται γύρω από τρεις θεμελιακούς άξονες.

Πρώτον, τον πράσινο μετασχηματισμό της οικονομίας με τρόπο κοινωνικά δίκαιο, αλλά και με ισχυρή ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.

Δεύτερον, την αντιμετώπιση των κοινωνικών ανισοτήτων που είχαν αυξηθεί πριν, αλλά και στη διάρκεια της κρίσης, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς. Η αντιμετώπισή τους αφορά πρωτίστως τον κόσμο της εργασίας -τους μισθούς, τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, τη σταδιακή εισαγωγή του 35ώρου ή τις ελαστικές μορφές απασχόλησης. Χρειάζεται ένα ισχυρό, καθολικό και λειτουργικό κοινωνικό κράτος, καθώς και αξιόπιστες πολιτικές αναδιανομής εισοδήματος και κοινωνικής προστασίας.

Ο τρίτος άξονας αφορά τα δικαιώματα, όπου έγιναν αρκετά θετικά βήματα από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά μένει να γίνουν πολλά ακόμα. Ακόμα αφορά τις μεταρρυθμίσεις της δημόσιας διοίκησης, την αποκέντρωση του κράτους, τη διάκριση κράτους – Εκκλησίας, και πληθώρα άλλων αλλαγών που θα ενισχύσουν τη δημοκρατική συγκρότηση του κεντρικού και τοπικού κράτους.

Το επίμαχο θέμα του προγράμματος είναι φυσικά να έχει μια σαφή και διακριτή ταυτότητα και στρατηγική που να μπορεί να συμβάλει στη διαμόρφωση ενός προοδευτικού πόλου με το ευρύτερο φάσμα των σοσιαλιστικών και πράσινων κομμάτων, προκειμένου οι ιδέες αυτές να στηρίζονται από την κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία και να οδηγούν σε προοδευτικές κυβερνήσεις.

* Ποιες είναι οι προκλήσεις που γεννά η κλιματική κρίση; Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί η κλιματική αλλαγή με κοινωνικά δίκαιες πολιτικές;

Η κλιματική κρίση έθεσε την Ευρώπη στην τροχιά μιας μεγάλης αλλαγής, που είναι η Πράσινη Ατζέντα. Η ευρωπαϊκή οικονομία θα παράγει μηδενικούς ρύπους το 2050, με ενδιάμεσους στόχους για το 2030. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η παραγωγή ενέργειας θα είναι το 2050 100% από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, η θέρμανση και ψύξη κατοικιών επίσης, οι μεταφορές θα έχουν εξηλεκτριστεί πλήρως και το, πιο σημαντικό, η βιομηχανία και η γεωργία θα παράγουν μηδενικούς ρύπους και επιπρόσθετα μηδενικά τοξικά. Όλα τα προστατευόμενα οικοσυστήματα θα πρέπει να έχουν διατηρηθεί, αλλά ακόμα θα πρέπει να έχουν αποκατασταθεί και τα κατεστραμμένα.

Η μετάβαση αυτή, που είναι μονόδρομος, θα αποτελέσει το κατεξοχήν πεδίο σύγκρουσης της Δεξιάς και της Αριστεράς.

Πρώτον, διότι κινδυνεύει να γίνει η βασικότερη μορφή κοινωνικού αποκλεισμού. Τα ευκατάστατα στρώματα μπορούν να κάνουν τη μετάβαση -να βάλουν φωτοβολταϊκά στο σπίτι τους, να αγοράσουν ηλεκτρικό αυτοκίνητο, ή να στραφούν στην κατανάλωση βιολογικών και μη τοξικών αγαθών. Τα φτωχότερα θα μείνουν εκτός και θα επιβαρύνονται από τους φόρους επί του πετρελαίου, της βενζίνης ή των επιβαρυντικών τοξικών. Συνεπώς η μετάβαση ή θα ξεκινήσει από τα κάτω ή θα προκαλέσει αγεφύρωτους διχασμούς.

Το δεύτερο πεδίο σύγκρουσης είναι αν η μετάβαση θα γίνει με κανόνες αγοράς ή με διαφορετικά μοντέλα συμμετοχής των πολιτών και των τοπικών κοινωνιών. Εδώ έχει σημασία αν η ανάπτυξη των ΑΠΕ θα γίνει αποκλειστικά από τις μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις ή θα υπάρξει συμμετοχή των πολιτών, που θα παράγουν οι ίδιοι την ενέργεια που καταναλώνουν, και οι τοπικές κοινωνίες θα συμμετέχουν και θα ωφελούνται από αυτό.

Για παράδειγμα ο ΣΥΡΙΖΑ εισήγαγε τον θεσμό των ενεργειακών κοινοτήτων, τον οποίον ήδη η Ν.Δ. αποδυνάμωσε. Η πρόθεσή μας είναι με διοικητικό τρόπο ένα σημαντικό ποσοστό των νέων ΑΠΕ, περίπου το 30%, να πηγαίνει αποκλειστικά σε ενεργειακές κοινότητες (στη Γερμανία έχουν ήδη το 25%). Επιπρόσθετα οι ιδιωτικές επενδύσεις θα δίνουν υποχρεωτικά ένα μέρος των μετοχών τους (πάλι στη Γερμανία είναι περίπου το 20%) σε τοπικούς θεσμούς -δήμους, περιφέρειες ή άλλους.

Το τρίτο αφορά τη δίκαιη μετάβαση. Πολλές τοπικές οικονομίες θα χάσουν την κύρια οικονομική δραστηριότητα τους. Επίσης το βιομηχανικό και αγροτικό σύστημα θα αλλάξει ριζικά και θα ενταχθεί πλέον στο σύστημα της κυκλικής οικονομίας με μηδενική επιβάρυνση του περιβάλλοντος. Η Ελλάδα έχει τις λιγνιτικές περιοχές, αλλά έχει και ισχυρό βιομηχανικό τομέα (βιομηχανία σιδήρου, αλουμινίου και τσιμέντων), που είναι στην καρδιά της ευρωπαϊκής πράσινης ατζέντας. Η δίκαιη μετάβαση χρειάζεται ειδικές μέριμνες για τις περιφέρειες που θα θιγούν. Ταυτόχρονα χρειάζεται πόρους για τη βιομηχανία που θα κάνει τη μετάβαση και θα χρειαστεί αρωγή.

* Η δίκαιη ενεργειακή μετάβαση προϋποθέτει σημαντική χρηματοδότηση. Πού θα βρεθούν αυτά τα χρήματα;

Η μετάβαση απαιτεί τεράστια χρηματοδότηση. Πρόχειροι υπολογισμοί θεωρούν ότι χρειάζεται πόρους της τάξεως του 5% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ. Ο κοινοτικός προϋπολογισμός είναι μόλις στο 1,1% και η Κοινή Αγροτική Πολιτική απορροφά τους μισούς. Άρα υπάρχει θέμα που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αδυνατεί να απαντήσει. Ο προϋπολογισμός θα αυξηθεί κατά τι με βάση τις τρέχουσες διαπραγματεύσεις.

Η Κομισιόν ισχυρίζεται επίσης ότι με ένα πράσινο πρόγραμμα Γιούνκερ, κινητοποίησης δηλαδή ιδιωτικών πόρων, ή με το «πρασίνισμα» της Ευρωπαϊκής Τράπεζας θα βρεθούν πόροι, αλλά όλοι ξέρουν ότι δεν αρκούν. Συνεπώς και το ύψος των πόρων και η χαλάρωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και η πολιτική στο τραπεζικό σύστημα και άλλες ευρύτερες αλλαγές στην αρχιτεκτονική της Ευρώπης είναι αναγκαίες.

* Οι στόχοι που έχουν τεθεί για την ενεργειακή μετάβαση είναι ρεαλιστικοί; Μπορούν να επιτευχθούν δεδομένου του οικονομικού ανταγωνισμού των μεγάλων χωρών;

Η γνώμη μου είναι ναι. Διότι από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 μέχρι σήμερα η ευρωπαϊκή οικονομία είναι σχεδόν διπλάσια, συν 70% για την ακρίβεια, από άποψη παραγωγής και κατανάλωσης, αλλά η εκπομπή ρύπων έχει μειωθεί κατά 23%. Συνεπώς η εξέλιξη των τεχνολογιών εξοικονόμησης ενέργειας έχει ήδη δώσει το αποτύπωμά της. Η τάση αυτή μπορεί να επιταχυνθεί.

Από την άλλη η παγκόσμια οικονομία, με την ανάπτυξη της Κίνας, της Ινδίας και άλλων περιοχών, μαζί με τις ΗΠΑ, που βρίσκονται σε άρνηση, παράγει περισσότερους ρύπους παρά ποτέ. Γεγονός που καθιστά την απειλή της κλιματική κρίσης θέμα που δεν επιδέχεται ούτε μίας μέρας αναβολή. Οι διεθνείς συμβάσεις που έχουν υπογράψει όλοι, πλην ΗΠΑ, έχουν τους ίδιους στόχους, μηδενικούς δηλαδή ρύπους, για το 2050. Συνεπώς ανοίγει ένας δρόμος, αλλά σε κάθε περίπτωση η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά.

To σχέδιο απολιγνιτοποίησης της κυβέρνησης πετάει επενδύσεις 3 δισ. και “καίει” τη ΔΕΗ


* Πώς σχολιάζετε το σχέδιο απολιγνιτοποίησης της Ν.Δ. σε σχέση με το αντίστοιχο του ΣΥΡΙΖΑ;

Το σχέδιο βίαιης απολιγνιτοποίησης είναι λανθασμένο και προβληματικό για δύο λόγους. Πρώτον, διότι θα χρειαστεί δύο με τρεις νέες μονάδες φυσικού αερίου να αντικαταστήσουν τις λιγνιτικές. Αυτές θα απαιτήσουν 1,5 με 2 δισ. ευρώ νέες ιδιωτικές επενδύσεις και ταυτόχρονα θα κάψουν την Πτολεμαΐδα 5, που είναι επένδυση 1,5 δισ. ευρώ της ΔΕΗ. Άρα μέχρι το 2050, οπότε θα σβήσουν και οι μονάδες φυσικού αερίου, πετάμε 3 δισ. ευρώ στο όνομα ενός περιβαλλοντικού αποτυπώματος που πρακτικά είναι η διαφορά ανάμεσα στους ρύπους που παράγει το φυσικό αέριο και αυτούς που παράγει ο λιγνίτης.

Καίμε 3 δισ. ευρώ επενδύσεις, καταστρέφουμε τη ΔΕΗ, που δεν θα έχει έσοδα για να ξεπληρώσει το 1,5 δισ. ευρώ επενδύσεις της, και ως καταναλωτές ακριβοπληρώνουμε τις νέες μονάδες φυσικού αερίου που καλούνται να αποσβέσουν εντός 25ετίας. Στο Εθνικό Ενεργειακό Σχέδιο που υποβάλαμε στην Κομισιόν στα τέλη του 2019, και μάλιστα αξιολογήθηκε θετικά και από οικολογικά ινστιτούτα, η κεντρική ιδέα ήταν απλή.

Σήμερα η Ελλάδα έχει παράγωγή κατά το ένα τρίτο από ΑΠΕ, κατά το ένα τρίτο από φυσικό αέριο και κατά το ένα τρίτο από λιγνίτη. Την περίοδο 2024-2032 η Ελλάδα θα κλείνει τις λιγνιτικές μονάδες σταδιακά και θα τις αντικαθιστά αποκλειστικά από ΑΠΕ και το φυσικό αέριο θα έμενε σταθερό. Μετά θα έμενε μόνο η Πτολεμαΐδα 5 μέχρι το 2050. Άρα αρχές του 2030 θα έχουμε 60% παραγωγή από ΑΠΕ. Το σχέδιο ήταν συμβατό με τους περιβαλλοντικούς στόχους της Κομισιόν για το 2030 και το 2050.

* Με ποιον τρόπο η ενεργειακή πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ ήταν συνδεδεμένη με τις γεωπολιτικές ισορροπίες; Δεδομένης της σημερινής γεωπολιτικής κατάστασης ισχύουν οι κατευθύνσεις που είχε ορίσει ο ΣΥΡΙΖΑ;

Η ενέργεια έχει προφανώς ισχυρές γεωπολιτικές διαστάσεις. Η ανατολική Μεσόγειος φαίνεται να μπορεί να προσφέρει περίπου το 20% των αναγκών σε φυσικό αέριο της Ευρώπης για τη μεταβατική περίοδο 2020-2050 αντικαθιστώντας εισαγωγές από άλλες περιοχές.

Τα ευρήματα αυτά σε Ισραήλ, Κύπρο, Αίγυπτο και Ελλάδα διαμόρφωσαν μία ισχυρή ενεργειακή συμμαχία όλων των χωρών μαζί και με την Ιορδανία και τις παλαιστινιακές αρχές και τη συμμετοχή ή στήριξη της Ιταλίας, της Γαλλίας και των ΗΠΑ. Εκτιμώ ότι η Ελλάδα σωστά συμμετείχε σε αυτήν και πρέπει να συνεχίσει. Η Τουρκία θα πρέπει να προσέλθει στο ίδιο τραπέζι με τους ίδιους κανόνες που έχουν όλες αυτές οι χώρες, που είναι κοινοί και αποδεκτοί από όλους, τους διεθνείς κανόνες.

Συνέντευυξη στον Κώστα Παπαγιάννη για την Αυγή

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί