Τα κορίτσια που σφίγγουν τα δόντια πίσω από τα χαμόγελα
Κάθε μέρα μπαίνουν στα σουπερμάρκετ με τη στολή τους, στήνουν τους πάγκους τους, μας χαμογελούν, μας προσφέρουν δωρεάν δείγμα τού προς κατανάλωση προϊόντος και μας ενημερώνουν για την πιο πρόσφατη προσφορά του καταστήματος. Εκπαιδεύονται εντατικά και μαθαίνουν τον πιο σκληρό κανόνα: ως εργαζόμενες έχουν ημερομηνία λήξης μικρότερη κι από το δείγμα.
«Σε αυτή τη δουλειά είστε όλες αναλώσιμες…». Καλώς ήρθατε στον (σκληρό) κόσμο του promotion! Ετσι ξεκινούν την εκπαίδευσή τους νεαρές που ξεροσταλιάζουν πάνω στα ψηλοτάκουνα προσπαθώντας να πλασάρουν ένα προϊόν. Επισφάλεια, σεξισμός και απλήρωτες υπερωρίες στα πρώτα εργασιακά τους βήματα
Ενας κύριος γύρω στα 30 κάθεται κουστουμαρισμένος στο γραφείο του και στο laptop ετοιμάζει την παρουσίασή του. Μπροστά του, σε μια σκοτεινή αίθουσα, εξίσου περιποιημένες, δεκάδες νεαρές γυναίκες περιμένουν κρατώντας χαρτί και στυλό. Για κάποιες είναι η πρώτη τους εκπαίδευση, άλλες έχουν μάθει τα μυστικά από καιρό. Ο account manager που έχει αναλάβει να υποδείξει στην «ομάδα» του τις σωστές τακτικές προώθησης ανοίγει το powerpoint και το λογύδριο ξεκινά: «Σε αυτή τη δουλειά είστε όλες αναλώσιμες…». Καλώς ήρθατε στον κόσμο της προώθησης.
Για να μπουν στην αγορά εργασίας τις κοιτούν στα… δόντια, αφού «είμαστε η βιτρίνα τους, αυτό πουλάει». Η Λυδία στα 18 της ήταν ένα από τα κορίτσια «Να-σας-αρωματίσουμε».
Με το ιμιτασιόν φτηνό άρωμα και τα χαρτάκια στα χέρια, οι νεαρές απασχολούνται στις επιχειρήσεις που έχουν ξεπηδήσει σαν τα μανιτάρια τα τελευταία χρόνια στο κέντρο της Αθήνας. «Πρέπει να είσαι κοινωνική, πρόσχαρη και… να έχεις γερό στομάχι. Ο δρόμος είναι ένα χάος, πολλοί είναι πάρα πολύ αγενείς και οι περισσότεροι δεν γυρνάνε καν να σε κοιτάξουν», θυμάται η Λυδία. «Επί της ουσίας στεκόμουν και ρωτούσα τους περαστικούς αν θέλουν να τους ψεκάσω με άρωμα, κάποιους τους έπειθα να αγοράσουν και μπαίναμε μαζί στο μαγαζί για να τους τα πουλήσω».
Εργάστηκε εκεί για περίπου τρεις μήνες και σύμφωνα με το αφεντικό της θα πληρωνόταν 20 ευρώ το εξάωρο «με κάποια ένσημα». Στην πραγματικότητα ήταν και εκείνη μία από τους χιλιάδες νέους που πληρώνονταν μαύρα και χωρίς ασφάλιση. Τα 20 ευρώ έγιναν σύντομα 10 γιατί, όταν δεν είχε κόσμο στην Ερμού, το αφεντικό της, που «παίζει να μην ήξερε καν το όνομά της», την έδιωχνε. Σε πολλές περιπτώσεις τής ζητούσε να πάει και δύο φορές τη μέρα, σπαστά, σε ώρες αιχμής. Οι μηνιαίες αποδοχές της δεν ξεπέρασαν ποτέ τα 150-200 ευρώ.
Στον μαγικό κόσμο της προώθησης, στα 25 έχεις γεράσει -εκτός κι αν το target group στο οποίο στοχεύει το προϊόν είναι μεγαλύτεροι ηλικιακά καταναλωτές. Συνήθως προσλαμβάνονται για ημιαπασχόληση κοπέλες που ξέρουν λίγα για την αγορά εργασίας κι ακόμα λιγότερα για τους κινδύνους που ελλοχεύουν. Χωρίς απαιτούμενη προϋπηρεσία, είναι για τα αφεντικά φτηνό και χειραγωγήσιμο εργατικό δυναμικό. Πολλές δεν διαβάζουν τη σύμβαση που υπογράφουν κι έτσι, αναπόφευκτα, συχνά δουλεύουν για λιγότερα από όσα είχαν συμφωνήσει. Δεν είναι λίγα και τα πρακτορεία promotion που υπόσχονται «ευέλικτα ωράρια και μόνιμη συνεργασία επ’ αορίστου» σε κοπέλες 18 έως 25 χρόνων με «έντονη προσωπικότητα» και «προσεγμένη εμφάνιση».
H 24χρονη Μαρία είναι παλαίμαχη, αφού δουλεύει εδώ και μια 3ετία. Βρίσκεται έξω από το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, στο Αιγάλεω, με ένα τάμπλετ στο χέρι για περίπου μία βδομάδα. Μοιράζει δωρεάν προϊόντα γυναικείας υγιεινής. «Με έχουν στείλει στην παραλία με οκτάποντες πλατφόρμες να διαλαλήσω τη ‘‘γέννηση’’ αναψυκτικού με γεύση μοχίτο…», λέει μειδιώντας.
Η διαδικασία πρόσληψής της ήταν απλή: ένα υποτυπώδες βιογραφικό συνοδευόμενο από δύο φωτογραφίες, μία ανφάς και μία ολόσωμη. Το τηλέφωνό της χτύπησε σχεδόν αμέσως ώστε να εκπαιδευτεί. «Στην εκπαίδευση πρέπει να είσαι πάντα ωραία ντυμένη, βαμμένη, κάποιες φορές με ψηλοτάκουνα για να κάνεις καλή εντύπωση στον εκάστοτε πελάτη. Μετά σου αναθέτουν ένα κατάστημα», θυμάται η Μαρία, που «διδάχθηκε» πώς να χαμογελά, πώς να απαντά σε διστακτικούς καταναλωτές, όλα τα μυστικά της «μαρκετινίστικης επικοινωνιακής πειθούς».
Τα κορίτσια δεν πληρώνονται για τις εργατοώρες που εκπαιδεύονται για το κάθε προϊόν. «Το χειρότερο όμως είναι να κάνω εκπαιδεύσεις και να μη με πάρουν ποτέ να δουλέψω, οπότε περνούσα 4 ώρες στο γραφείο για να μου πουν ότι άλλο ένα διήμερο θα πάει στράφι», λέει η 21χρονη Ιοκάστη, που εργάζεται στον χώρο εδώ και δύο χρόνια. Για τα κορίτσια αυτά ο σταθερός μισθός ή το σταθερό ωράριο φαντάζουν ουτοπικά, όπως άλλωστε και το να πληρωθούν για όλες τις ώρες που εργάστηκαν. «Μας λένε διαρκώς να πηγαίνουμε τουλάχιστον μισή ώρα νωρίτερα για να στήσουμε το σταντ μας και να καθόμαστε μισή ώρα αργότερα από το τέλος της βάρδιάς μας για να ξεστήσουμε. Δεν πληρώνεσαι καν τις υπερωρίες».
Η Μαρία όσες φορές έχει κάνει προμόσιον σε σουπερμάρκετ άλλες τόσες έχει δουλέψει νύχτα. Συνήθως κάνει προώθηση σε τσιγάρα και ποτά και το μεροκάματό της φτάνει στα 40 με 50 ευρώ το τετράωρο (σε αντίθεση με ένα σουπερμάρκετ όπου το 8ωρο κοστολογείται στα 20-25 ευρώ). Ποιες είναι οι απαιτήσεις για να βγάλει μια κοπέλα τόσο καλά χρήματα;
«Το βασικότερο είναι το ύψος, οπότε μάλλον πρέπει να έχεις την τύχη και τα γονίδια με το μέρος σου… Το βράδυ είμαι πάντα βαμμένη, πάντα ευδιάθετη και πάντα ντυμένη ανάλογα με το αν είμαι σε μπαρ, σε μπουζούκια ή σε κάποιο event, ενώ στο σουπερμάρκετ πρέπει να είμαι προσιτή και γλυκούλα, πάντα πρόθυμη να εξυπηρετήσω». H σεξιστική τιμολόγηση όμως που επικρατεί σε τέτοιες εταιρείες δεν ηχεί περίεργα σε καμία. «Ξέρεις εξαρχής ότι θα αξιολογηθείς για την εμφάνισή σου, όπως σε πολλές άλλες δουλειές, απλά εδώ η διαφορά είναι σίγουρα πιο αισθητή», εξηγεί.
Ενώ η συντριπτική πλειονότητα των εργαζομένων στην προώθηση είναι γυναίκες, οι επόπτες τους είναι συνήθως άντρες. «Σχεδόν πάντα άντρες και σχεδόν πάντα πέφτουλες», λέει η Ιοκάστη. Είναι συνήθως πιτσιρίκια που έχουν μηχανάκι ή αυτοκίνητο και ελέγχουν σε μια σειρά από καταστήματα αν οι προωθήτριες κάνουν σωστά τη δουλειά τους. «Παίρνουν παραπάνω από μας, γύρω στα 30-35 ευρώ, και συχνά η δουλειά είναι το πρόσχημα για να βγάλουν γκόμενες. Αρκετές φοβούνται τους επόπτες, νιώθουν δέος μόνο και μόνο από το γεγονός ότι μπορεί να πουν κάτι αρνητικό για εκείνες στους ανώτερους. Και το εκμεταλλεύονται γιατί νιώθουν πως μπορούν να σου επιβληθούν», διευκρινίζει.
«Ξέρω επόπτη που πήρε κρυφά από τα αρχεία της εταιρείας τον αριθμό εργαζόμενης για να την παρενοχλεί. Η κοπέλα έφυγε από τη δουλειά γιατί δεν άντεξε, παρ’ όλο που απευθύνθηκε στην ανώτερή της. Ο επόπτης όμως, από όσο ξέρω, εργάζεται ακόμα εκεί», συνεχίζει. «Είναι ειρωνικοί, σου φέρονται άσχημα. Μου έχει τύχει επόπτης να θέλει να με γυρίσει σπίτι από τη δουλειά και, επειδή ήμουν όλο το οχτάωρο μπροστά από τα ψυγεία, να μου προτείνει να μου κάνει και ‘‘λίγο μασάζ’’».
Της Εύας Παπαδοπούλου, Εφημερίδα των Συντακτών