Το πολυμελές πρωτοδικείο της Πάτρας έκρινε ότι είναι αντισυνταγματική η επιβολή δικαστικού ενσήμου στις αναγνωριστικές αγωγές που είχε επιβάλλει με νόμο η ΝΔ – Ερώτηση για το θέμα είχαν καταθέσει και οι έξι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία τον Δεκέμβριο του 2019 – Υπογράμμιζαν ότι η υποχρεωτική καταβολή τέλους στις αναγνωριστικές αγωγές πλήττει τους οικονομικά αδύναμους υπονομεύοντας ευθέως την πρόσβαση τους στη δικαιοσύνη.
Αντισυνταγματική κρίθηκε η επιβολή τέλους δικαστικού ενσήμου στις αναγνωριστικές αγωγές, ρύθμιση η οποία ψηφίστηκε με τον ν. 4640/2019 της κυβέρνησης ΝΔ και έχει προκαλέσει σωρεία αντιδράσεων τόσο από το δικηγορικό όσο και από το νομικό κόσμο της χώρας, όπως αναφέρει το lawandorder.gr. Το θέμα είχαν φέρει εις γνώση της Κομισιόν με ερώτησή τους και οι έξι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ (διαβάστε αναλυτικά παρακάτω).
Με την απόφαση, που είναι η πρώτη στο είδος της, γίνεται δεκτό ότι η προκαταβολική είσπραξη του τέλους επί αναγνωριστικών αγωγών, αντίκειται στις αρχές του κράτους δικαίου και της παροχής πλήρους και αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας στους πολίτες, που θεμελιώνονται από σειρά συνταγματικών διατάξεων καθώς και διατάξεων της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) αλλά και του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα.
Σύμφωνα με τη απόφαση (94/2020), η οποία εκδόθηκε από το Πολυμελές Πρωτοδικείο Πατρών, η εξαίρεση των αναγνωριστικών αγωγών από το τέλος δικαστικού ενσήμου καθιερώθηκε και διατηρήθηκε επί μακρόν στην υπηρεσία των δικαιωμάτων ελεύθερης πρόσβασης σε δικαστήριο και ισότητας των πολιτών έναντι του νόμου.
Ακόμη, με την απόφαση κρίθηκε πως η επιβάρυνση του διαδίκου με δικαστικό ένσημο μόνον τους οικονομικά αδυνάτους αποτρέπει από την άσκηση της αγωγής ενώ οι οικονομικά ισχυροί αναλαμβάνουν ευκολότερα τον κίνδυνο απόρριψης.
Επιπλέον, το δικαστήριο έκρινε πως η επιβολή του δικαστικού ενσήμου σε πρώιμο και επισφαλές για τον διάδικο στάδιο δεν συνδέεται με τη λειτουργία της δικαιοσύνης και δεν εξυπηρετεί παρά μόνο το ταμειακό συμφέρον του Δημοσίου, το οποίο όμως δεν μπορεί να προτάσσεται των ανθρωπίνων και συνταγματικών δικαιωμάτων.
Υπενθυμίζεται ότι ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (ΔΣΑ) και της Ολομέλειας των προέδρων των δικηγορικών συλλόγων κ. Δημήτρης Βερβεσός σε αποκλειστική συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στο «L&O» στις 26.12.2019 είχε τονίσει πως η επιβολή του δικαστικού ενσήμου εξυπηρετεί μεγάλα οικονομικά συμφέροντα ενώ την ίδια ώρα καθιστά απαγορευτική την προσφυγή του απλού πολίτη στη Δικαιοσύνη, αφού αν η απαίτησή του ξεπερνά τις 240.000 ευρώ θα πρέπει υποχρεωτικά να βάλει πολύ βαθιά το χέρι στην τσέπη.
Με αφορμή την έκδοση της απόφασης από το Πολυμελές Πρωτοδικείο της Πάτρας, ο ΔΣΑ, ο οποίος είχε πρωτοστατήσει στον αγώνα κατά της επιβολής του τέλους δικαστικού ενσήμου, κάνει λόγο για δικαίωση των θέσεων του, σε σχετική ανακοίνωση που εξέδωσε. Μάλιστα, όπως αναφέρει ο ΔΣΑ η δικαστική απόφαση κάνει ρητή μνεία στην από 24/1/2020 γνωμοδότηση των καθηγητών της Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ Γιάννη Δρόσου, Σπύρου Βλαχόπουλου και Γιώργου Δελλή, που ελήφθη κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος.
Οι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ είχαν πάει το θέμα στην Κομισιόν
Η Ελληνική δικαιοσύνη δικαιώνει την ερώτηση των ευρωβουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία στην Κομισιόν. Την ερώτηση είχαν καταθέσει και οι έξι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία τον Δεκέμβριο του 2019 με πρωτοβουλία της Έλενας Κουντουρά και υπογράμμιζαν τότε, ότι η υποχρεωτική καταβολή τέλους στις αναγνωριστικές αγωγές πλήττει τους οικονομικά αδύναμους πολίτες υπονομεύοντας ευθέως την πρόσβαση τους στη δικαιοσύνη αφού στερεί στους πολίτες το συνταγματικό δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας.
Σήμερα η Ελληνική δικαιοσύνη αναγνωρίζει με το πλέον κατηγορηματικό τρόπο την πρόδηλη αντισυνταγματικότητα της επιβολής του τέλους δικαστικού ενσήμου με το άρθρο 42 του νόμου 4640/2019.
Δέχεται ότι η προκαταβολική είσπραξη του τέλους επί αναγνωριστικών αγωγών σε πρώιμο στάδιο της δίκης και ως εκ τούτου επί ποσού μεγαλύτερου του επιδικαζόμενου, τελικά, αντίκειται στις αρχές του κράτους δικαίου και της παροχής πλήρους και αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας στους πολίτες.
Η επίμαχη διάταξη που σήμερα κρίνεται αντισυνταγματική θεσμοθετήθηκε για πρώτη φορά το 2011, παρά την έντονη αντίδραση του νομικού κόσμου της χώρας, καταργήθηκε από την Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με το νόμο 4446/2016 και την επανάφερε η σημερινή κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, παρότι συνιστά κατάφορη παραβίαση του ελληνικού Συντάγματος αλλά και του άρθρου 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).