Οργή και πόνος από τους γονείς της Ελ. Τοπαλούδη: «Στο εδώλιο θα έπρεπε να κάθονται και οι γονείς τους»

Κατάθεση-καταπέλτης από τον διοικητή Ειδικών Επιχειρήσεων που ανέλαβε την έρευνα του εγκλήματος

Οι καρδιές του Ιωάννη Τοπαλούδη και της Κυριακής Αρμουτίδου έγιναν θρύψαλα που σκορπίστηκαν στη δικαστική αίθουσα. Εκεί, στο ακροατήριο του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας, που κλήθηκε να δικάσει τον βιασμό και τη φρικτή δολοφονία της, η Ελένη δήλωσε «παρούσα» μέσα από τις τρυφερές λέξεις του καταρρακωμένου πατέρα της και τον σπαρακτικό πόνο της μάνας της.

Δείτε ακόμη: «Δολοφόνοι, θα σας σκοτώσω!»: Το ξέσπασμα της μητέρας της Ελ. Τοπαλούδη – Ξεκίνησε η δίκη

Μέσα από τις περιγραφές εκείνων για τους οποίους αποτελούσε το πολυτιμότερο πράγμα στον κόσμο, ζωντάνεψε χθες, ζητώντας παραδειγματική τιμωρία. Τα γιατί θα μείνουν αναπάντητα, επειδή αυτού του είδους η αγριότητα δεν μπορεί να εκλογικευτεί, δεν σηκώνει άλλοθι.

Στην έδρα, τρεις γυναίκες τακτικοί δικαστές και τέσσερις άνδρες λαϊκοί δικαστές, αφού η υπεράσπιση ζήτησε την εξαίρεση των δύο γυναικών ενόρκων που προτάθηκαν στη χθεσινή λίστα. Αλλά η εισαγγελέας που κοσμεί την έδρα του δικαστηρίου, με κομβικές παρεμβάσεις κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, έδωσε από την αρχή το στίγμα της, όταν κατά την ανάγνωση του κατηγορητηρίου είπε ότι «λόγω της αγριότητάς της η εκδικαζόμενη υπόθεση είναι γνωστή στο πανελλήνιο».

Από τους κατηγορούμενους, ο Α.Λ. αρνήθηκε και τις δύο κατηγορίες και ο Μ.Κ. μέσω του συνηγόρου του επικαλέστηκε τη συναίνεση του θύματος στην ερωτική συνεύρεση και δέχτηκε ότι έχει μόνο συνέργεια στην πράξη της δολοφονίας.

«Προσβάλλετε τη μνήμη της», είπε ο πατέρας της στο άκουσμα της συναίνεσης. «Δολοφόνοι, καταστρέψατε το παιδί μου και εγώ πρέπει να σας βλέπω», ξέσπασε η μητέρα της, όταν τους αντίκρισε για πρώτη φορά.

Λίγο αργότερα, η Κυριακή Αρμουτίδου, αδυνατώντας να σταθεί όρθια, κατέθεσε καθιστή, έχοντας ακριβώς πίσω της τους κατηγορούμενους. Αυτούς που, όπως είπε η νηπιαγωγός, «δεν κόπιασαν για τίποτα στη ζωή τους», σε αντίθεση με το δικό της το παιδί που περιέγραψε πώς το μεγάλωσαν με αξίες, με γνώμονα τον σεβασμό στον συνάνθρωπο, που είχε όνειρα για το μέλλον, αλλά τα διέκοψαν «αυτά τα ανθρωπόμορφα τέρατα που την ξεγέλασαν και τη μετέφεραν στο άντρο της ακολασίας. Αν ήμουν στη θέση τους, να στάζουν αίματα τα ταβάνια και τα πατώματα, θα είχα αυτοκτονήσει».

Δείτε: «Την πέταξαν σαν μπάζο, σαν σακίδιο»: Η σπαρακτική κατάθεση της μητέρας της Ελ. Τοπαλούδη

Επέρριψε, δε, ευθύνες στην οικογένεια του Ροδίτη κατηγορούμενου για τη συγκάλυψη του εγκλήματος, λέγοντας ότι είναι «ηθικοί αυτουργοί του πόνου μου» και χαρακτηρίζοντας αδιανόητο η γιαγιά του, που μένει κάτω από το «σπίτι κολαστήριο», να μην άκουγε τις κραυγές της κόρης της, αλλά αδιαφόρησε «γιατί αυτό έκαναν πάντα, με τον παρά τους κάλυπταν την παραβατική συμπεριφορά αυτού του τέρατος».

Στην παραβατική συμπεριφορά των δραστών από τα σχολικά τους χρόνια αναφέρθηκε και ο δάσκαλος Ιωάννης Τοπαλούδης και τόνισε ότι «στο εδώλιο θα έπρεπε να κάθονται και οι γονείς τους που δεν έκαναν τίποτα, ενώ ήξεραν, δεν άκουσαν τους δασκάλους, δεν απευθύνθηκαν σε ειδικούς για να βοηθήσουν τα παιδιά τους».

Σε κλίμα έντονης συναισθηματικής φόρτισης περιέγραψε την τελευταία φορά που επικοινώνησε με την κόρη του, τις ώρες αγωνίας όταν δεν την έβρισκαν στο τηλέφωνο και τις δραματικές στιγμές στη Ρόδο, όπου έπρεπε να μαζέψουν τα πράγματα από το σπίτι του παιδιού τους, «το πλυντήριο ήταν ακόμα στην πρίζα αναμμένο με πλυμένα τα ρούχα της, που σήμαινε ότι θα γυρνούσε σε λίγο και δεν είχε τίποτα άλλο προγραμματισμένο. Ζούσε ακόμα εκεί μέσα και ανέπνεε, αλλά τη γύρισα με το φέρετρο στο αεροπλάνο…».

Ηθελαν να την τελειώσουν

Οι δύο γονείς ζήτησαν από τους συνηγόρους υπεράσπισης να σταθούν με ευλάβεια στη μνήμη της κόρης τους και από το δικαστήριο την καταδίκη των κατηγορουμένων με την ανώτατη προβλεπόμενη ποινή.

Από την πλευρά των κατηγορουμένων, ο Μ.Κ. ζήτησε μέσω του συνηγόρου του συγγνώμη που, «αν και είναι κενό γράμμα γιατί το θύμα δεν έρχεται στη ζωή, έχει τα χαρακτηριστικά της δημόσιας συγγνώμης» και δεν συνδέεται με την επιδίωξη ελαφρυντικού.

Χαρακτηριστική όμως ήταν η τοποθέτηση της εισαγγελέως, που χαρακτήρισε «κομβικό σημείο της διαδικασίας» τη στάση των κατηγορουμένων και αναρωτήθηκε πώς είναι δυνατόν να ζητάει κάποιος συγγνώμη για κάτι που αρνείται ότι έκανε.

Αλλά οι ισχυρισμοί των κατηγορουμένων δεν άντεξαν ούτε μια συνεδρίαση, σύμφωνα με όσα κατέθεσε χθες ο διοικητής Ειδικών Επιχειρήσεων, Θωμάς Ζόβας, που αντιλήφθηκε από την πρώτη στιγμή ότι πρόκειται για εγκληματική ενέργεια και έτρεξε τις έρευνες, εξέτασε τις κάμερες, οδηγήθηκε στα ίχνη των δραστών, συνέλαβε τον Α.Λ. και τον ανάγκασε να ομολογήσει, ενώ πίεσε να εμφανιστεί στις αρχές ο συγκατηγορούμενός του Μ.Κ. Χωρίς τη δική του συνεισφορά, όχι μόνο δεν θα είχε εξιχνιαστεί τόσο γρήγορα το έγκλημα, αλλά θα είχαν χαθεί σημαντικά αποδεικτικά στοιχεία.

Η κατάθεση του Θ. Ζόβα είναι καθοριστική, γιατί αποδεικνύει ότι οι δράστες ενήργησαν με σχέδιο, «είδα από τις κάμερες ότι η Ελένη επιβιβάστηκε στο αυτοκίνητο που είχε οδηγό τον Α.Λ. και πίσω στην καρότσα καθόταν ο Μ.Κ.», δεν ξεκίνησαν για σουβλάκια και βρήκαν κλειστό το μαγαζί, «το σουβλατζίδικο, που είναι 24ωρης λειτουργίας, είναι σε αντίθετη κατεύθυνση από εκείνη που κινήθηκαν», οδήγησαν το θύμα κατευθείαν στο εξοχικό του Μ.Κ., «όπως αποδεικνύεται από όλες τις κάμερες μέχρι εκεί», δεν ήταν πιωμένοι, «τα ποτήρια στο τραπέζι ήταν γεμάτα βότκα και ό,τι έγινε, έγινε πολύ γρήγορα».

Οσο για το τι συνέβη στο σπίτι, ο μάρτυρας ζήτησε να αποχωρήσει από την αίθουσα η μητέρα του θύματος και ανέφερε όσα του είπε ο Α.Λ. μόλις ομολόγησε: χτυπούσαν το θύμα επειδή δεν ήθελε να έρθει σε επαφή μαζί τους και, όταν τους απείλησε ότι θα τους καταγγείλει στην αστυνομία, «είπαν να το τελειώσουν. Προσπάθησαν με σίδερο, μετά με μαχαίρι, αυτό στράβωσε. Η κοπέλα έδωσε μάχη. Είδαν ότι δεν το κατάφερναν, τη μετέφεραν ημιλιπόθυμη στο αυτοκίνητο, ενώ εκείνη εκλιπαρούσε να τη μεταφέρουν στο νοσοκομείο, και την πέταξαν στη θάλασσα. Είχαν αποφασίσει να την τελειώσουν από το σπίτι. Μετά επέστρεψαν, καθάρισαν το σπίτι, μάζεψαν τα προσωπικά αντικείμενα του θύματος και τα πέταξαν και αυτά».

● Η δίκη θα συνεχιστεί στις 28 Ιανουαρίου, με τη συνέχιση της κατάθεσης του Θωμά Ζόβα.

Μάγδα Φύσσα: «Τα παιδιά μας δεν πέθαναν, δολοφονήθηκαν»

Ακόμη μια φορά συγκλόνισε με τη στάση της η Μάγδα Φύσσα, η οποία, λίγο πριν ξεκινήσει η δίκη, πλησίασε τους γονείς της Ελένης, τους έσφιξε τον ώμο και αποχώρησε το ίδιο αθόρυβα όπως μπήκε. Η Κυριακή Αρμουτίδου την ακολούθησε και οι δύο μαυροφορεμένες γυναίκες μίλησαν για λίγη ώρα αγκαλιασμένες στον αύλειο χώρο του δικαστηρίου.

Δείτε: Σπαρακτική η εικόνα των δύο χαροκαμμένων μανάδων: Με τη μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη η Μάγδα Φύσσα

«Πήγα ως μάνα που καταλαβαίνει απολύτως τι περνάνε αυτοί οι γονείς. Το μόνο που ήθελα ήταν να ακουμπήσω το χέρι μου στον ώμο τους. Τα παιδιά μας δεν πέθαναν, δολοφονήθηκαν. Εμένα ο Παύλος μου έφυγε ψύχραιμος και ήρεμος, ενώ το δικό τους το κορίτσι μαρτύρησε μέχρι να φύγει και αυτό δεν είναι εύκολο για κανέναν γονιό να το δεχτεί, ούτε θα άντεχα να έχω σε τόσο κοντινή απόσταση τους δολοφόνους. Αυτόν τον πόνο, τον φανερό και αγιάτρευτο, τον ξέρω», είπε η Μάγδα Φύσσα στην «Εφ.Συν.».

Η μητέρα της Ελένης, μετά την κατάθεσή της και ενώ βρισκόταν εκτός δικαστικής αίθουσας, κατέρρευσε και μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο στο νοσοκομείο «Σωτηρία», όπου παρέμεινε κατά τη διάρκεια της νύχτας.

Δείτε: Στο νοσοκομείο η μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη

Από το νοσοκομείο ο σύζυγός της, Ιωάννης Τοπαλούδης, ευχαρίστησε μέσω της «Εφ.Συν.» τη Μάγδα Φύσσα και πρόσθεσε: «Και μόνο η παρουσία της σε στιγμές έντασης ήταν ανακουφιστική. Δολοφονίες σαν της Ελένης και του Παύλου πρέπει να τραντάζουν συθέμελα τους θεσμούς και να αφυπνίζουν την κοινωνία. Να μάθουμε τα παιδιά μας να αγαπάνε τον άλλον και να σέβονται τη διαφορετικότητα, για να έχουμε μια κοινωνία καλύτερη, λιγότερο βάναυση και βίαιη»

Εφημερίδα των Συντακτών

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί