Η Ελένη Τοπαλούδη ήταν «ό,τι πιο όμορφο» στη ζωή της, ήταν η χαρά της και το μόνο που επιθυμεί σήμερα είναι η δικαίωση. Η μητέρα της φοιτήτριας, υποβασταζόμενη και με εκρήξεις θυμού, ξέσπασε πολλές φορές στη δικαστική αίθουσα. «Δις ισόβια δεν θα δουν το φως του ήλιου για να δικαιωθώ…θα τους σκοτώσω εγώ αν δεν τους βάλουν ισόβια. Εγώ θα την κάνω τη δουλειά» φώναξε προς τους δύο άνδρες που κατηγορούνται για τη δολοφονία της κόρης της, τονίζοντας: «αν ήμουν στη θέση τους, θα είχα αυτοκτονήσει».
Δείτε ακόμη: «Δολοφόνοι, θα σας σκοτώσω!»: Το ξέσπασμα της μητέρας της Ελ. Τοπαλούδη – Ξεκίνησε η δίκη
Σπαρακτική η εικόνα των δύο χαροκαμμένων μανάδων: Με τη μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη η Μάγδα Φύσσα
Η γυναίκα κατέθεσε ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, υποστηρίζοντας πως οι κατηγορούμενοι «ξεγέλασαν το παιδί μου και το οδήγησαν στο άνδρο της ακολασίας». Δήλωσε σίγουρη ότι η Ελένη Τοπαλούδη ήταν θύμα ενέδρας, λέγοντας: «Αυτά τα κοπρόσκυλα! Τα καρκινώματα. Τι θα απολογηθούν στο Θεό και στην κοινωνία (…) Αν ήμουν στη θέση τους θα είχα αυτοκτονήσει. Έφαγαν το παιδί μου τα τέρατα, οι δολοφόνοι που κάθονται χωρίς ντροπή ούτε ψυχή έχουν ούτε καρδιά. Είναι γεννημένη τέρατα. Αν ήταν στη ζούγκλα η Ελένη θα γλίτωνε. Την πέταξαν σαν μπάζο, σαν σακίδιο».
Όπως αναφέρει το news247.gr, στο βήμα του μάρτυρα βρέθηκε και ο πατέρας της, ο οποίος είπε: «Παρούσα στην αίθουσα είναι η Ελένη Τοπαλούδη , είναι στις ψυχές μας και στις καρδιές μας και θα είναι αιώνια». Μάλιστα, στράφηκε σε βάρος των γονιών των κατηγορουμένων: «Στο εδώλιο έπρεπε να κάθονται οι γονείς των κατηγορουμένων γιατί ενώ είχαν παρατηρήσει επιθετικές συμπεριφορές δεν έκαναν τίποτα για τα παιδιά τους. Έτσι, θα είχαν προστατεύσει τη κόρη μας γιατί αν δεν ήταν το δικό μας παιδί θα ήταν ένα άλλο. Μακάρι η Ελένη να ήταν ζωντανή και να μην φτάναμε σε αυτό το σημείο ούτε εμείς ούτε οι κατηγορούμενοι».
Η μαυροφορεμένη γυναίκα με το που είδε να μεταφέρονται στο εδώλιο οι δύο νεαροί κατηγορούμενοι, άρχισε να τρέμει από οργή. Αν και ο σύζυγός της και συγγενικά της πρόσωπα προσπαθούσαν να τη συγκρατήσουν, η γυναίκα πετάχτηκε από το κάθισμά της φωνάζοντας πως θέλει να δει ποιος είναι “το Αλβανάκι” και ποιος ο “γιος του ευυπόληπτου” και κινούμενη προς το μέρος των κατηγορουμένων.
Η γυναίκα βρίζοντας και τους δύο κατηγορούμενους φώναζε πως θα τους σκοτώσει, ενώ αντιδρώντας σε όσους την κρατούσαν έλεγε: «καταστρέψανε την ζωή μου και θα κάθομαι να τους βλέπω;».
Η κατάσταση εξομαλύνθηκε όταν συγγενείς και αστυνομικοί έβγαλαν την μητέρα του θύματος εκτός της αίθουσας.
Στο δικαστήριο ήρθε η μητέρα του Παύλου Φύσσα, η οποία αφού χαιρέτισε δια χειραψίας τους δύο γονείς, αποχώρησε.
Μετά την ανάγνωση της κατηγορίας από την εισαγγελέα Έδρας οι δύο κατηγορούμενοι δια συνηγόρου δήλωσαν πως αρνούνται τις πράξεις που τους αποδίδονται.
Ειδικότερα, ο μεγαλύτερος των κατηγορουμένων, ο 22χρονος, δήλωσε πως αρνείται τον βιασμό, γιατί υπήρξε συναίνεση του θύματος και πως δέχεται όχι την κατηγορία της ανθρωποκτονίας, αλλά της απλής συνέργειας σε ανθρωποκτονία.
Η φράση του συνηγόρου περί “συναίνεσης” του θύματος προκάλεσε έκρηξη του πατέρα της Ελένης Τοπαλούδη, ο οποίος σηκώθηκε όρθιος και φωνάζοντας «ντροπή» είπε πως την κόρη του την βασάνισαν φρικτά: «Δεν ντρέπεστε; Έγιναν φρικτά πράγματα και λέτε για συναίνεση; Μαρτύρησε στα χέρια τους. Πλήρωνε τον Αλβανό να του πηγαίνει κορίτσια να τα βιάζει. Το δικό μας ήταν το… τυχερό! Αν δεν ήταν η Ελένη μας, θα ήταν κάποιο άλλο κορίτσι στη θέση της. Να τη βασανίζουν και αυτή να τους παρακαλάει να σταματήσουν.. Και εσείς μιλάτε για συναίνεση;»
Ο μικρότερος κατηγορούμενος, 20 ετών αλβανικής καταγωγής, δια συνηγόρου δήλωσε πως αρνείται και τις δύο κατηγορίες.
Πρώτος μάρτυρας στο δικαστήριο καταθέτει ο πατέρας του θύματος Ιωάννης Τοπαλούδης, ο οποίος αναφέρθηκε στην αρχή της κατάθεσης του στον χαρακτήρα του παιδιού του, αλλά και σε όσα έγιναν μέχρι τη στιγμή που παρέλαβε τη σωρό της Ελένης για να την κηδέψει. Χαρακτήρισε την κόρη του ένα «ζωντανό χαρούμενο παιδί, μεγαλωμένο με αγάπη» και συνέχισε: «Ίσως να φταίμε που δεν την κάναμε λίγο καχύποπτη». Επίσης, ο άτυχος πατέρας ζήτησε από την υπεράσπιση να «σταθεί με απόλυτο σεβασμό στην μνήμη της Ελένης μας».
Είπε, ακόμα, πως στο εδώλιο θα έπρεπε να κάθονται και οι γονείς των κατηγορουμένων γιατί «θα έπρεπε -εφόσον τους είχαν πει πως τα παιδιά τους έχουν επιθετική και παραβατική συμπεριφορά- να έχουν κάνει κάτι».
Τι κατέθεσε η μητέρα
Ευθύνες στο συγγενικό περιβάλλον των κατηγορουμένων, ειδικά στους γονείς και τους παππούδες του μεγαλύτερου σε ηλικία, Έλληνα, επέρριψε η μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη στην κατάθεσή της στο δικαστήριο.
Η κ. Κυριακή Αρμουτίδου κατέθεσε ότι είναι πεπεισμένη όχι μόνο πως η γιαγιά του κατηγορούμενου που μένει κάτω από το «σπίτι κολαστήριο» άκουγε τις κραυγές της κόρης της και αδιαφόρησε αλλά και πως μετά «μπορεί η κυρία γιαγιά να ειδοποίησε τον γιο της και να έστειλαν στο σπίτι τις υπηρετριές τους να καθαρίσουν τα αίματα του παιδιού μου. Γιατί αυτό έκαναν πάντα. Με τον παρά τους κάλυπταν την παραβατική συμπεριφορά αυτού του τέρατος…». Επίσης, είπε πως δεν αποκλείει μέλη της οικογένειας του κατηγορούμενου να βοήθησαν ακόμη και στην μεταφορά του πτώματος. Ηθικοί αυτουργοίτου πόνου μου είναι αυτοί», σημείωσε.
Η μητέρα της νεαρής φοιτήτριας καταφέρθηκε σε βάρος και δύο κοριτσιών, που ήταν φίλες της κόρης της, γιατί δεν της είχαν πει πως έναν χρόνο πριν το τραγικό συμβάν η Ελένη είχε καταγγείλει στο αστυνομικό τμήμα βιασμό από τρία άτομα και ότι φοβόταν πολύ γιατί αγνοήθηκε από τους αστυνομικούς και φαίνεται να την εκβίαζαν με βίντεο οι δράστες.
Η μάρτυρας, έκδηλα οργισμένη, χαρακτήρισε τέρατα τούς δύο κατηγορούμενους, λέγοντας μάλιστα πως «αν ήμουν στην θέση τους, να στάζουν αίματα τα ταβάνια και τα πατώματα, θα ντρεπόμουν. Θα είχα αυτοκτονήσει».
Κατά την κ. Αρμουτίδου, ο νεαρότερος κατηγορούμενος, αλβανικής καταγωγής, στοχοποίησε την Ελένη και αποφάσισαν με τον συγκατηγορούμενό του να «την ξεγελάσουν, να την πάρουν με την αγριότητα, με βία».
Με την ολοκλήρωση της κατάθεσής της, η μητέρα κινήθηκε προς το εδώλιο φωνάζοντας πως θέλει να δει τα πρόσωπα των δύο κατηγορουμένων. Με τους αστυνομικούς να σχηματίζουν κλοιό γύρω από τους δύο νεαρούς, η μάρτυρας άρχισε να φωνάζει εναντίον των κατηγορουμένων.
Περίπου 10 οι μάρτυρες
Η δίκη έχει αριθμό 1 στο πινάκιο και έχουν κληθεί να καταθέσουν περί τους δέκα μάρτυρες. Εκτιμάται πως θα απαιτηθεί άλλη μία ή και περισσότερες δικάσιμοι πριν το δικαστήριο να εκδώσει την απόφαση του. Τα μέτρα ασφαλείας θα είναι αυξημένα τόσο κατά την μεταφορά των δύο νεαρών κρατουμένων όσο και εντός και εκτός της αίθουσας για τον φόβο επεισοδίων.
Η υπόθεση που συγκλόνισε όλη την χώρα ξεκίνησε όταν το απόγευμα της 28ης Νοεμβρίου 2018 ένα ζευγάρι κατοίκων της περιοχής διαπίστωσε πως στην παραλία Φώκια στην Ρόδο επέπλεε το άψυχο σώμα μίας γυναίκας. Ο ιατροδικαστής αποφάνθηκε πως η νεαρή γυναίκα πριν βρεθεί στο νερό έχει χτυπηθεί άσχημα, επρόκειτο για εγκληματική ενέργεια. Η σωρός αναγνωρίστηκε. Ανήκε στην Ελένη Τοπαλούδη φοιτήτριας Μεσογειακών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Η έρευνα του Λιμενικού αποκαλύπτει τον νεαρότερο από τους δύο δράστες, Αλβανικής καταγωγής, με τον οποίο συναντήθηκε η φοιτήτρια το επίμαχο βράδυ. Εκείνος με την κατάθεση του οδηγεί στον δεύτερο δράστη.
Το βούλευμα της υπόθεσης: Η άρνηση του θύματος που οδήγησε στην άγρια εξόντωση του
Το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ρόδου επικαλούμενο τα στοιχεία της πολύμηνης έρευνας φωτίζει όσα έγιναν λίγες ώρες πριν βρεθεί η σωρός της φοιτήτριας. Στις σελίδες του περιγράφονται οι άγριες, μαρτυρικές στιγμές που πέρασε στα χέρια των δύο δραστών η νεαρή φοιτήτρια ενόσω βρισκόταν στο εξοχικό σπίτι του μεγαλύτερου σε ηλικία δράστη στην περιοχή της Λίνδου.
Ο χρόνος για την Ελένη Τοπαλούδη άρχισε να μετρά αντίστροφα τη νύχτα της 27ης Νοεμβρίου 2018 όταν «ο πρώτος κατηγορούμενος (20χρονος), ο οποίος γνώρισε την παθούσα Ελένη Τοπαλούδη του Ιωάννη προ μίας περίπου εβδομάδας, και ο 21χρονος συγκατηγορούμενός του, έχοντας προαποφασίσει να τελέσουν από κοινού το αδίκημα του βιασμού εναντίον της» κατόπιν ηλεκτρονικής συνεννόησης μαζί της , «μετέβησαν στην οικία της, η οποία ευρίσκετο στην πόλη της Ρόδου επί της οδού Εθνικής Αντιστάσεως, με όχημα ιδιοκτησίας του πατέρα του δεύτερου κατηγορουμένου, παρέλαβαν την παθούσα και μετέβησαν στην εξοχική κατοικία των γονέων του δεύτερου κατηγορουμένου στην περιοχή των Πεύκων Λίνδου».
Η Ελένη Τοπαλούδη αρνήθηκε την συνουσία με τους δύο δράστες. Έτσι απειλήθηκε με ένα μαχαίρι και χτυπήθηκε με αλλεπάλληλες γροθιές στο πρόσωπο βάναυσα από τους δύο νεαρούς οι οποίοι την βίασαν .
Οι στιγμές που έζησε η φοιτήτρια στο σπίτι-κολαστήριο αναφέρονται λεπτομερώς στο βούλευμα, «ενώ η παθούσα ήταν αβοήθητη, έρμαιο στις σεξουαλικές διαθέσεις τους, πέραν της συνουσίας, εκμεταλλευόμενοι την εκμηδένιση της αντίστασής της, λόγω της σωματικής και ψυχικής εξάντλησής της, εξανάγκασαν αυτήν να ανεχθεί επιπλέον ασελγείς πράξεις. Στην προβαλλόμενη δε άρνηση της παθούσας να προβεί στην ασελγή πράξη, οι κατηγορούμενοι, οι οποίοι, σημειωτέον, είχαν έντονη ενασχόληση με τις πολεμικές τέχνες, γρονθοκόπησαν αυτή με δύναμη στο πρόσωπο, με συνέπεια εκείνη να ζαλιστεί και να χάσει στιγμιαία τις αισθήσεις της».
Σύμφωνα με τα στοιχεία της υπόθεσης, η Τοπαλούδη «ανακτώντας μετά από λίγο τις αισθήσεις της , δήλωσε στους κατηγορούμενους την πρόθεσή της να τους καταγγείλει στην αστυνομία, πυροδοτώντας έτσι το θυμό τους και παράλληλα την ανησυχία τους ότι θα συλληφθούν και θα υποστούν ποινικές κυρώσεις για την ανωτέρω συμπεριφορά τους. Ενόψει αυτής της δυσάρεστης για εκείνους προοπτικής, οι κατηγορούμενοι προέβησαν τότε σε στάθμιση των δεδομένων και αποφάσισαν από κοινού τη φυσική εξόντωση της παθούσας ώστε να αποκλείσουν κάθε πιθανότητα μελλοντικής σε βάρους τους καταγγελίας.. Και ενώ η παθούσα παρέμενε εξασθενημένη και σε σχεδόν λιπόθυμη κατάσταση εξαιτίας του βαρέως τραυματισμού της, ο οποίος είχε προηγηθεί κατά τη διάρκεια του βιασμού, οι κατηγορούμενοι αποδεχόμενοι πλήρως ο ένας τη συμπεριφορά του άλλου κατάφεραν αλλεπάλληλα πλήγματα με γροθιές και σίδερο σιδερώματος στην κεφαλή αυτής, προκαλώντας της έντονη αιμορραγική διήθηση, ενώ επιπλέον επιχείρησαν να την θανατώσουν και διά στραγγαλισμού».
Όπως αναφέρεται στο βούλευμα, «παρά τις σχετικές έντονες παρακλήσεις της να τη μεταφέρουν στο νοσοκομείο, οι κατηγορούμενοι επέδειξαν εμμονή στον εγκληματικό τους σχεδιασμό και μετέφεραν αυτήν γυμνή στο αυτοκίνητο προκειμένου να ολοκληρώσουν το προαποφασισμένο από αυτούς κακούργημα της ανθρωποκτονίας».
Οι κατηγορούμενοι πήγαν σε βραχώδη παραλία στην περιοχή της Λίνδου και έριξαν την εξουθενωμένη και ήδη βαριά χτυπημένη Ελένη στον γκρεμό, από ύψος περίπου 10 μέτρων πάνω από την θάλασσα. Η μάχη του κοριτσιού ήταν πλέον άνιση καθώς «οι ήδη προκληθείσες κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, η διάχυτη εγκεφαλική αιμορραγία και το οίδημα από τα χτυπήματα στο κεφάλι της, καθιστούσαν αδύνατη οποιαδήποτε προσπάθεια της να κινηθεί αποτελεσματικά ώστε να επιπλεύσει. Ο θάνατος της Ελένης Τοπαλούδη “επήλθε συνεπεία πνιγμού”».